ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΗΣ
ΕΞΩΔΙΚΗ
ΔΗΛΩΣΗ ΜΕ ΕΠΙΦ/ΞΗ - ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ
Του Παναγιώτη Σταμάτη
του Δημητρίου, Πλωτάρχη ε.α. του Πολεμικού Ναυτικού κατοίκου Αθηνών, οδός Κομνηνών αρ. 48 .
ΠΡΟΣ
Τον Πρόεδρο του
ΔΣ/ΜΤΝ, Αντιναύαρχο εα Μιλτιάδη Κανάρη ΠΝ και τα Μέλη του ΔΣ/ΜΤΝ, οδός Γλάδστωνος, αρ. 1, Αθήνα.
Πρόσφατα ήρθε εις γνώση μου, το Πρακτικό ΔΣ/ΜΤΝ, υπ’ αριθ. 46/7-10-13.
Από
την απλή ανάγνωση του διαπίστωσα ότι η σύνθεση του ΔΣ/ΜΤΝ δεν είναι σύννομη, και
καθιστά ως
πάσχουσες τυπική ακυρότητα τις αποφάσεις του και συνεπώς ανίσχυρες, ακυρωτέες
καθώς και επιφέρουσες ζημία στα προσωπικά
έννομα συμφέροντα μου.
Κατά
πρώτον δεν υπάρχει άτομο αντιθέτου φύλλου (θήλυ) ως τακτικό μέλος του ΔΣ και
κατά δεύτερον, δύο (2) από τα μέλη του κατέχουν ιεραρχικά ανώτερες θέσεις στη
Διοίκηση (ΓΕΝ).
Μέχρι και σήμερα το ΔΣ/ΜΤΝ (7μελές όργανο)
έχει λάβει σοβαρές οικονομικές αποφάσεις, με δυσμενείς συνέπειες, όπως συμμετοχή
στο PSI, μειώσεις στην απονομή των Μερισμάτων (που αγγίζουν ή και ξεπερνούν το 50%), καθώς
και μείωση στα έξοδα κηδείας (50%), κ.α.
Θεωρώ ότι εάν συμμετείχαν άτομα του γυναικείου
φύλλου, οι αποφάσεις θα ήταν διαφορετικές καθώς η γυναίκα εκ της φύσεώς της, έχει
έμφυτο, λόγω του φύλλου της, το ένστικτο της ευταξίας στην οικονομική διαχείριση,
έχει επιβεβαιωμένη ευαισθησία απέναντι στην αδικία εκ της βιολογικής και
φυσιολογικής ιδιοσυστασίας του εγκεφάλου της καθώς επίσης έχει αυξημένο και
αποτρεπτικό προστατευτισμό απέναντι στους υφισταμένους και την αυταρχική
Διοίκηση.
ΝΟΜΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Ι. Σύμφωνα
με τις διατάξεις των άρθρων 4 παράγραφοι
1 και 2 και 5 παρ. 1 του Συντάγματος θεσπίζουν την αρχή της ισότητας των
δύο φύλων κατά την πρόσβαση στις δημόσιες θέσεις καθώς, επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 116 παρ. 2 του ισχύοντος
Συντάγματος, το Κράτος λαμβάνει θετικά μέτρα για την προώθηση της ισότητας
μεταξύ ανδρών και γυναικών (μέτρα που δεν συνιστούν διάκριση λόγω φύλου) και
μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη, ιδίως σε βάρος
των γυναικών, σε συνδυασμό με την διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 25 του Συντάγματος, που προβλέπει ότι όλα τα
κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική
άσκηση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, όλες οι προαναφερθείσες διατάξεις
υποχρεώνουν τον νομοθέτη κοινό ή κανονιστικό, αλλά και τα λοιπά όργανα του
Κράτους, όταν έχουν αναμφισβήτητα δημιουργηθεί στην πράξη διακρίσεις σε βάρος
των γυναικών, ώστε η απαρέγκλιτη εφαρμογή της αρχής της ισότητας κατά την
πρόσβαση στις δημόσιες θέσεις να καταλήγει σε μία κατ' επίφαση μόνον ισότητα,
να λαμβάνουν, με την θέσπιση των οικείων κανονιστικών ρυθμίσεων, τα αντίστοιχα
θετικά μέτρα υπέρ των γυναικών, ως υποαντιπροσωπευόμενου φύλου, προκειμένου να
εξαλειφθούν οι υπάρχουσες ανισότητες ή διακρίσεις και να εγκαθιδρυθεί μια
πραγματική ισότητα των φύλων, κατά την πρόσβαση στις δημόσιες θέσεις και τα
αξιώματα, καθώς και κατά την αντιπροσώπευση στα συλλογικά όργανα λήψης
αποφάσεων.
Ως εκ των ανωτέρω, η ρύθμιση του άρθρου 116 παρ. 2 του Συντάγματος εισάγει
θετική υποχρέωση της πολιτείας να λαμβάνει μέτρα για την άρση των διακρίσεων
και την προώθηση της ισότητας, δεσμεύοντας τα κρατικά όργανα να προβαίνουν σε
συγκεκριμένες θετικές ενέργειες για την επίτευξη του τασσόμενου από την
συνταγματική διάταξη σκοπού, όπως π.χ. την εισαγωγή ποσοστώσεων (Quotas) υπέρ
της συμμετοχής των γυναικών στα κέντρα λήψεως αποφάσεων, μέτρο το οποίο κρίθηκε
συνταγματικό, με σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως μέσο που
υπηρετεί τον θεμιτό σκοπό της ουσιαστικής ισότητας (ΣτΕ 2831/2003, 3188/2003,
3189/2003, 192/2004).
Επιπλέον, οι ανωτέρω υποχρεώσεις των κρατικών
οργάνων της Ελληνικής Δημοκρατίας προβλέπονται και από τις διεθνείς δεσμεύσεις
της χώρας, σύμφωνα με τα άρθρα 1, 3, 4,
7 και 24 της «Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη όλων των μορφών
διακρίσεων κατά των γυναικών», που κυρώθηκε με τον Ν. 1342/1983 (Α' 39), καθώς και τα άρθρα 2, 3, 25 και 26 του «Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά
δικαιώματα» που κυρώθηκε με τον Ν. 2462/1997 (Α' 25), όπως, και το άρθρο 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στον
Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του 1988, που κυρώθηκε με τον Ν. 2595/1998 (Α' 63). Με σκοπό την
έμφυλη ισοπολιτεία στη δημόσια διοίκηση και την τοπική αυτοδιοίκηση, ο Ν. 2839/2000 «Ρυθμίσεις θεμάτων του
Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και άλλες διατάξεις»
(ΑΊ96) καθιερώνει, με το άρθρο 6,
την υποχρεωτική συμμετοχή των γυναικών, κατ' ελάχιστο στο 1/3, στα υπηρεσιακά συμβούλια και στα συλλογικά όργανα του Δημοσίου
(διοικητικά συμβούλια ή άλλα) και των οργανισμών του (Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ.),
καθώς και στους Ο.Τ.Α.
Ακολούθως,
μέτρα αποκαταστατικά της ισότητας στο δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα
εισήγαγε ο Ν. 3488/2006 ( Α' 191),
με τον οποίο ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη η κοινοτική νομοθεσία (η
Οδηγία 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23-9-2002, η οποία τροποποίησε την Οδηγία 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου), καθώς και ο
ισχύων, κατά τον παρόντα χρόνο, Ν.
3896/2010 «Εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης
ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης-Εναρμόνιση της κείμενης
νομοθεσίας με την Οδηγία 2006/54/ΕΚ
του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006 και άλλες
συναφείς διατάξεις» (Α' 207), με τις διατάξεις του οποίου απαγορεύτηκε κάθε
μορφής άμεση ή έμμεση διάκριση λόγω φύλου σε όλους τους τομείς του πεδίου
εφαρμογής του, ενώ με την παρ. 3 του
άρθρου 23, προστέθηκε στα πειθαρχικά παραπτώματα του υπαλληλικού κώδικα η
παραβίαση της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και
γυναικών σε θέματα εργασίας, όπως τελικώς ισχύει μετά την αντικατάσταση της από
τις οικείες διατάξεις του Ν. 4057/2012
(Α' 54).
Επισημαίνεται,
ότι τα άρθρα 4 παρ. 2 και 116 παρ. 2 του
Συντάγματος, μετά την αναθεώρηση του 2001, δεν προβλέπουν κανέναν
περιορισμό στην άσκηση του ατομικού δικαιώματος της ισότητας των δύο φύλων,
ούτε επιφυλάσσουν στον νομοθέτη την αρμοδιότητα να θέτει τέτοιους περιορισμούς.
Κατά συνέπεια, οι ως άνω διατάξεις, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 25 παρ. 1 εδάφ. τελευταίο του
Συντάγματος, που προβλέπει ότι οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το
Σύνταγμα να επιβληθούν στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα πρέπει να
προβλέπονται είτε απευθείας από το ίδιο το Σύνταγμα είτε από τον νόμο, εφόσον
υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού, απαγορεύουν κάθε απόκλιση από την αρχή της
ισότητας των δύο φύλων κατά την πρόσβαση και επαγγελματική προώθηση στις θέσεις
διοίκησης, ευθύνης ή αντιπροσώπευσης, μη επιτρέποντας ούτε την ευχέρεια που
παρέχει η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 2 της Οδηγίας 76/207/ΕΟΚ στα Κράτη-μέλη να εισάγουν εξαιρέσεις από την αρχή της
ισότητας των δύο φύλων σε επαγγελματικές δραστηριότητες, για τις οποίες το φύλο
συνιστά παράγοντα αποφασιστικής σημασίας, λόγω της φύσεως ή των συνθηκών
ασκήσεως τους, διάταξη, που ως παρέκκλιση από ατομικό δικαίωμα, πρέπει να
ερμηνεύεται στενώς, εφόσον ο επιδιωκόμενος σκοπός είναι νόμιμος και σύμφωνος με
την αρχή της αναλογικότητας, που ορίζεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής
Ένωσης (βλ. Υπόθεση C-285/98, Κreil 2000).
ΙΙ. Στο άρθρο 7
του ν. 2690/1999 "Κύρωση του
Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις" (Α΄ 45) ορίζεται ότι:
1. Τα διοικητικά όργανα, μονομελή ή συλλογικά, πρέπει να παρέχουν εγγυήσεις
αμερόληπτης κρίσης κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. 2. Τα μονομελή όργανα
καθώς και τα μέλη των συλλογικών οργάνων, οφείλουν να απέχουν από κάθε ενέργεια
ή διαδικασία που συνιστά συμμετοχή σε λήψη απόφασης ή διατύπωση γνώμης ή
πρότασης εφόσον: α) η ικανοποίηση προσωπικού συμφέροντός τους συνδέεται με την
έκβαση της υπόθεσης . . .". Στην ανωτέρω διάταξη αποτυπώνεται, όπως έχει
ήδη κριθεί, γενική αρχή του διοικητικού
δικαίου, σύμφωνα με την οποία τα διοικητικά όργανα, μονομελή ή συλλογικά,
πρέπει να παρέχουν εγγυήσεις αμερολήπτου κρίσεως κατά την άσκηση των
αρμοδιοτήτων τους. Κατά την έννοια δε της διατάξεως αυτής τα διοικητικά όργανα
και ειδικότερα, τα μέλη των συλλογικών οργάνων, δεν είναι δυνατόν να κατέχουν
παράλληλα και ιεραρχικά ανώτερες θέσεις στη Διοίκηση.
Απάδει
προς γενική του Διοικητικού δικαίου αρχή η συμμετοχή μετά ψήφου ως μέλους
συλλογικού οργάνου, μέλη στα οποία συμπίπτει στο πρόσωπό τους η ιδιότητα του
ελέγχοντος και ελεγχομένου, κατά παράβαση της γενικής κρατούσας στο διοικητικό
δίκαιο αρχής, σύμφωνα με την οποία
κανείς δεν μπορεί να γίνει κριτής των δικών του πράξεων (ΣτΕ 426/65).
Επειδή τόσο στο χώρο των αποστράτων
ΠΝ-ΛΣ υπάρχουν γυναίκες κατάλληλες για μέλη του ΔΣ που δεν προτάθηκαν αλλά
αντιθέτως προτάθηκαν και διορίστηκαν ως μέλη,
δύο μέλη του ΔΣ/ΕΑΑΝ, αλλά και
στο Υπουργείο Οικονομικών υπάρχουν αρκετές έμπειρες και ικανές γυναίκες.
Επειδή υπάρχουν στο Πολεμικό Ναυτικό
αξιωματικοί κατάλληλοι για το ΔΣ/ΜΤΝ, που δεν υπάρχει στο πρόσωπο τους κόλλημα.
Επειδή η ως άνω παρανομία έχει επιφέρει ηθική και υλική
βλάβη, η οποία επέρχεται στα ζωτικά και εν γένει προσωπικά μου συμφέροντα, ως
αναπόδραστη έννομη και ουσιαστική συνέπεια της τυπικής ακυρότητας των ληφθεισών
ή λαμβανομένων αποφάσεων του ως άνω συλλογικού οργάνου (ΔΣ/ΜΤΝ), λόγω παράβασης
του συνταγματικού τύπου, κατά την διαδικασία σύστασης, συγκρότησης και
λειτουργίας του.
Επειδή φρονώ ότι κατανοείτε το τι σημαίνουν σε νομικό
επίπεδο τα ανωτέρω.
Επειδή επιφυλάσσομαι παντός νομίμου δικαιώματός μου.
ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΑΙ
για την μη τήρηση
των νομίμων
ΣΑΣ ΚΑΛΩ ΟΠΩΣ αποκαταστήσετε ως προς το νόμιμο, την σύνθεση του ΔΣ/ΜΤΝ.
ΑΛΛΩΣ,
ΣΑΣ ΔΗΛΩΝΩ ότι θα προβώ σε κάθε απαραίτητη
κατά Νόμον ενέργεια προς προστασία των
εννόμων δικαιωμάτων και συμφερόντων μου που θίγονται από τα ανωτέρω, προς
αποκατάσταση της υλικής και ηθικής
βλάβης που έχω υποστεί, ενώπιον παντός αρμοδίου Δικαστηρίου ή αρχής.
Με την επιφύλαξη παντός νομίμου
δικαιώματός μου, παρακαλείται ο Πρόεδρος του ΜΤΝ, να κοινοποιήσει στο ΔΣ/ΜΤΝ την παρούσα, για να λάβουν γνώση και για τις
νόμιμες συνέπειες.
Αθήνα, 11 Φεβρουαρίου
2014
Ο Εξωδίκως Δηλών κ.λπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου