Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2014

Γραμματέας Πολιτικού Σχεδιασμού του "Ελλάδα Εμείς"



Ο Παναγιώτης Δ. Σταμάτης, αξιωματικός ΠΝ ε.α. είναι ο Γραμματέας Πολιτικού Σχεδιασμού του "Ελλάδα Εμείς"

Η  ιδρυτική  διακήρυξη της κινήματος «Ελλάδα.εμείς», είναι η εξής:

«Έχοντας την πεποίθηση ότι σήμερα είναι η μάχη της κοινωνικής δημοκρατίας, της Εθνικής και Κοινωνικής Συμπόρευσης, για το νέο Οδικό Χάρτη της Ελλάδος στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, η ώρα να αλλάξει η Ελλάδα έτσι ώστε να υπηρετεί τους πολλούς και όχι τους λίγους ισχυρούς, η ανάγκη να υπάρξει συμπόρευση όλων στην πορεία για την κοινωνική και οικονομική ανάσταση του Έθνους με εθνική διαπραγμάτευση και νέο κοινωνικό συμβόλαιο, ανακοινώνουμε την ίδρυση του Πατριωτικού Κοινωνικού Κινήματος «ελλάδα.εμείς»».

Τα μέλη της κίνησης επισημαίνουν ότι «μέσα στο βάθος της κρίσης, χρειάζεται να σπάσουν οι αλυσίδες που μας δημιούργησαν μια νοοτροπία εξάρτησης. Να φύγει η παλιά πολιτική γενιά, να πάρουμε ξανά τη χώρα στα χέρια μας». Στο πλαίσιο αυτό, χαιρετίζουν τη δημιουργία της πολιτικής κίνησης «Δημοκρατικός Σύνδεσμος» με επικεφαλής τον ανεξάρτητο Βουλευτή Βασίλη Οκονόμου και ανταποκρίνονται στο κάλεσμα για συμπόρευση με άλλες πολιτικές δυνάμεις, κινήματα και πρωτοβουλίες, με κοινούς στόχους και αξίες.

«Γνωρίζουμε ότι ο δρόμος στην Ευρωζώνη είναι πλέον πολύ δύσκολος» τονίζουν και παρουσιάζουν επιγραμματικά τις θέσεις τους για την Ευρωπαϊκή Ένωση: «Δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Ούτε βεβαίως στην αρένα της Ένωσης ο πλούτος ρέει άφθονος «εξ ουρανού». Η διαδρομή της χώρας μας με το τρένο και τη σημαία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος είναι δύσβατος. Το ταξίδι είναι με πολλά εμπόδια και καθόλου εύκολο. Για να διατηρήσουμε την εθνική μας ταυτότητα θα πρέπει να δώσουμε σκληρές μάχες. Τίποτα δεν θα μας χαριστεί. Όλα κερδίζονται με αγώνα και εγρήγορση».

«Θέλουμε να προχωρήσουμε. Όχι επαιτώντας, αλλά με πίστη στις δικές μας δυνατότητες, στις δικές μας ικανότητες, ατομικές όσο και συλλογικές» αναφέρουν, επισημαίνοντας ότι στη «διαδρομή μας πρέπει να έχουμε ως πυξίδα την εθνική διαπραγμάτευση, την κοινωνική δικαιοσύνη, τη σωτηρία του Έθνους. Αυτή είναι η οδός για να αντιμετωπίσουμε με επιτυχία την παγκοσμιοποίηση, τον αδυσώπητο διεθνή ανταγωνισμό, για να δημιουργήσουμε όρους συνεχούς ανάπτυξης και να πετύχουμε καλύτερες συνθήκες ζωής για όλους. Να έχουμε το δικό μας σχέδιο, τον Ελληνικό Οδικό Χάρτη και όχι να πλέουμε σε αχαρτογράφητα θολά νερά».

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Η μήνυση-ντοκουμέντο του (τολμηρού) πλωτάρχη
Φωτιές έχει ανάψει στη Βουλή, από το πρωί της Παρασκευής, η διαβίβαση της δικογραφίας κατά του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου για εξαπάτηση εκλογέων με το περίφημο «λεφτά υπάρχουν». Το γεγονός ότι η δικογραφία αφορά καταγγελλόμενη τέλεση αδικήματος την περίοδο που ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν, ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, απλός βουλευτής (προεκλογική περίοδος 2009) και όχι πρωθυπουργός ή υπουργός καθιστά επιτακτική την κίνηση διαδικασίας για άρση ασυλίας, η οποία απέχει παρασάγγας από την ασπίδα προστασίας που υψώνει σε πολιτικά πρόσωπα η διαδικασία του νόμου περί ευθύνης υπουργών.

Οσο για τον μηνυτή; Οπως αποκαλύπτεται από το διαβιβαστικό του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, πρόκειται για τον πλωτάρχη εν αποστρατεία του Πολεμικού Ναυτικού Παναγιώτη Σταμάτη του Δημητρίου. Στην αναφορά του ονόματός του, όλοι στη Βουλή προσπάθησαν να σκεφτούν τι τους θυμίζει, αφού ήταν σίγουροι ότι το είχαν ακούσει ξανά. Ετσι ήταν. Πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο ο οποίος, από την ημέρα που η χώρα μπήκε στις δαγκάνες του Μνημονίου, στράφηκε στη Δικαιοσύνη για να βρει το δίκιο του και να τιμωρήσει όσους θεώρησε ότι κατέστρεψαν τη χώρα. Εχει υποβάλει, λοιπόν, μηνύσεις κατά παντός υπευθύνου για τις μειώσεις των συντάξεων, αλλά και για την εξομοίωση του φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης με το κίνησης, όπως επίσης κατά του Γιώργου Παπανδρέου και του πρώην υπουργού Αμυνας Πάνου Μπεγλίτη για το γνωστό δημοσίευμα «περί πραξικοπήματος».

Στη Βουλή, πάντως, μετά το πρώτο ξάφνιασμα, το επόμενο συναίσθημα που κυρίευσε την κυβερνητική πτέρυγα αλλά και υψηλόβαθμους κοινοβουλευτικούς παράγοντες ήταν ο προβληματισμός. Κυρίως για το τι μέλλει γενέσθαι στην αίθουσα της Ολομέλειας, αν ποτέ το αίτημα για άρση ασυλίας του πρώην πρωθυπουργού φτάσει προς ψήφιση. Μια πρώτη σκέψη, ούτως ώστε να αποφευχθούν δυσάρεστες συνέπειες και απρόβλεπτες καταστάσεις, ήταν να αξιοποιηθεί το «παράθυρο» του Συντάγματος που προβλέπει ότι, αν αίτημα για άρση ασυλίας βουλευτή δεν συζητηθεί μέσα σε τρεις μήνες από τη διαβίβασή του, τίθεται στο αρχείο. «Θα το αφήσουν να περάσει χωρίς συζήτηση και να εκπνεύσει» ακούστηκε από κάποιους. Τα πράγματα, ωστόσο, δεν είναι και τόσο εύκολα, αφού (εκτός από την κοινή γνώμη) η αντιπολίτευση είναι έτοιμη να ασκήσει εντονότατη πίεση. Ηδη βουλευτές των Ανεξάρτητων Ελλήνων και της Χρυσής Αυγής έλεγαν ότι δεν υπάρχει περίπτωση το αίτημα να μη φτάσει στην Ολομέλεια.

Για πολλούς, ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει το τι θα πράξει ο ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό γιατί κανένας δεν μπορεί να ξεχάσει ότι λίγους μήνες πριν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε εντάξει τον κ. Παπανδρέου στο κατηγορητήριο για τη «λίστα Λαγκάρντ». Τα πράγματα και οι καιροί, όμως, έχουν αλλάξει.
Σημαντικός παράγοντας, ωστόσο, στην τελική απόφαση της Ολομέλειας, αν βεβαίως το αίτημα φτάσει μέχρι εκεί, είναι η διαδικασία της ψηφοφορίας. Κι αυτό γιατί, αν και πολλοί «γαλάζιοι» βουλευτές στα πηγαδάκια έλεγαν μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι δεν θα είχαν πρόβλημα να ψηφίσουν υπέρ της άρσης ασυλίας, το γεγονός ότι η ψήφος τους είναι φανερή, αφού στο ψηφοδέλτιο αναγράφουν και το ονοματεπώνυμό τους, καθιστά τα πράγματα περίπλοκα. Στον αντίποδα, πάντως, μόνο λίγοι δεν είναι και εκείνοι οι οποίοι υποστηρίζουν ότι τυχόν καταψήφιση του αιτήματος και ύψωση ασπίδας στον Γιώργο Παπανδρέου θα σημάνει νέο κύμα αντικοινοβουλευτισμού στην κοινωνία.

Η διαβίβαση της δικογραφίας είναι αλήθεια ότι προκάλεσε και εκνευρισμό σε ορισμένους. Υψηλόβαθμοι κοινοβουλευτικοί παράγοντες υποστήριζαν ότι από εποχής Απόστολου Κακλαμάνη έχει θεσμοθετηθεί πως οι εισαγγελείς θα πρέπει να αξιολογούν κάθε δικογραφία πριν τη στείλουν στη Βουλή. Από την άλλη πλευρά, όμως, όταν η ελληνική κοινωνία οδηγήθηκε στην καταστροφή εξαιτίας του παραπλανητικού «λεφτά υπάρχουν», ο αντίλογος που ακούγεται είναι αυτονόητος για την υποχρέωση της Δικαιοσύνης να πράξει τα δέοντα.

Γιώργος Λυκουρέντζος
ΠΗΓΗ: ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

με το ΠΑΣΟΚ η μίζα έγινε νόμος του κράτους

Διονύσης Χαριτόπουλος, απλά εξαιρετικός: Το κρατος δεν ειναι η πατριδα.

«Στις 16 Νοεμβρίου του 1967 η τουρκική Εθνοσυνέλευση εξουσιοδότησε την κυβέρνηση Ντεμιρέλ για πόλεμο με την Ελλάδα. Στις 19 Νοεμβρίου ο Ελληνικός Στρατός στον Εβρο πήρε εντολή για ύψιστη ετοιμότητα και προώθηση στις τελικές θέσεις. «Ώς εδώ ήταν το λαδάκι μας. Εδώ πιθανόν θα πεθάνεις» σκέφτεται ο Δόκιμος (σ.σ Δόκιμος Εφεδρος Αξιωματικός -ΔΕΑ). Και λέει: «Πετιέμαι στο πιο κοντινό χωριό για τσιγάρα. Χτυπάω και δυο κονιάκ για το κρύο. Ενας πιτσιρικάς σκάβει με τα χέρια το χιόνι. Τον παρακολουθώ. Στη λακκούβα βάζει ένα μικρό παιχνίδι και το θάβει. Το σκεπάζει καλά. Το πατικώνει. Πάω κοντά του. Τον ρωτάω γιατί το κρύβει. – Θα μ’ το πάρουν οι Τούρκοι, μου κάνει αθώα».
Ο Διονύσης Χαριτόπουλος ήταν στρατευμένος εκείνη την εποχή και υπηρετούσε στα σύνορα. Ο δόκιμος ήρωάς του, ένα μυθιστορηματικό alter ego του με το οποίο προφανώς δεν ταυτίζεται πάντα, ανασύρει από τη λήθη εκείνα τα περίεργα γεγονότα του τέλους του 1967, λίγους μήνες μετά το απριλιανό πραξικόπημα, τα οποία δεν έπαιξαν ασήμαντο ρόλο στις εξελίξεις που θα ακολουθούσαν, ιδίως στο Κυπριακό.
Οι πραξικοπηματίες συνταγματάρχες, θέλοντας να αποκτήσουν λαϊκό έρεισμα, προσπάθησαν να προβούν σε άμεσες ενέργειες στην Κύπρο για να πετύχουν την ένωση με την Ελλάδα και τα έκαναν μούσκεμα. Το αποτέλεσμα ήταν ταπεινωτικοί τουρκικοί όροι που το δικτατορικό καθεστώς δέχτηκε αμέσως.
Ο Χαριτόπουλος δίνει πολύ καλά το κλίμα της περιόδου μέσα από το ημερολόγιο που κρατούσε ο Δόκιμος Αξιωματικός – ήρωας του νέου μυθιστορήματός του με τίτλο «Πρόβες πολέμου», το οποίο πρόκειται να κυκλοφορήσει σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις Τόπος. Εκπαιδευμένος στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Ανορθόδοξου Πολέμου στη Ρεντίνα, ο δόκιμος παίρνει μετάθεση ανατολικά και η αφήγηση των περιπετειών του σε Ορεστιάδα, Διδυμότειχο, Αλεξανδρούπολη και στις όχθες του Εβρου έχει ατμόσφαιρα και αρκετό σασπένς. Ολοι θεωρούν ότι θα πολεμήσουν – σε σημείο που και ο δόκιμος, παρά και τη δική του ετοιμότητα, να αναφωνήσει κάποια στιγμή: «Ρε μανία με τον πόλεμο…». Κρυμμένα στρατόπεδα αλλά και έρωτες, κορίτσια που γνωρίζονται με τους στρατιώτες στις περαντζάδες των μικρών πόλεων, χαρτοπαιξία, οράματα για την Αγια-Σοφιά, προκλητικοί Ελληνες και Τούρκοι κομάντος που περνάνε το ποτάμι («χάνονται ψυχές εκεί» λέει), χαρακτήρες στρατευμένων που αφήνουν αποτύπωμα. Και από δίπλα οι Παπαδόπουλος, Λαδάς και Σπαντιδάκης που συναντιούνται στα σύνορα με τον Ντεμιρέλ, ο οποίος καταλαβαίνει αμέσως την ανεπάρκειά τους. Και ένα βασιλικό κίνημα που πέφτει στο κενό σαν κερασάκι στην τούρτα.
-Στο βιβλίο σας υπάρχουν δύο βαρύνοντα στοιχεία: το κλίμα μιας στρατιωτικής θητείας στην παραμεθόριο στην αρχή της χούντας και το μάλλον ξεχασμένο επεισόδιο με την Τουρκία τον Νοέμβριο του 1967 που μας έφερε στα πρόθυρα πολέμου. Τι ακριβώς σας οδήγησε να γράψετε ένα βιβλίο για τη συγκεκριμένη περίοδο;
Ως συνήθως, οι μεγαλύτεροι ανησυχούν για τους νέους. Ενα ερώτημα που αιωρείται για τη νεολαία είναι αν θα έχει το σθένος να υπερασπιστεί την πατρίδα μας σε μια κρίσιμη στιγμή. Οπως διαβάσατε στο βιβλίο, οι νέοι και τότε συμπεριφέρονταν σαν απροσάρμοστοι και γραψαρχίδηδες, αλλά μπροστά στον εξωτερικό κίνδυνο άλλαξαν αυτομάτως και τον αντιμετώπισαν με εντυπωσιακή αυταπάρνηση. Εύχομαι να μη χρειαστεί ποτέ, αλλά πιστεύω ακράδαντα πως το ίδιο θα κάνουν και τα σημερινά παιδιά. Είναι στο κύτταρό μας. Τα έχει γράψει ο σπουδαίος Νίκος Σβορώνος, αυτό που μας χαρακτηρίζει είναι το έντονα αντιστασιακό και ανυπότακτο στοιχείο του λαού μας.
-Στα πρώτα δείγματα της δικτατορίας, μετά τη βίαιη κατάληψη της εξουσίας, περιλαμβάνεται και μια επιθετική πολιτική στο Κυπριακό που, όπως εξηγείτε στο βιβλίο, κατέληξε γρήγορα σε φιάσκο. Ποια ήταν τα συναισθήματα των κληρωτών που έπρεπε να ισορροπήσουν ανάμεσα σε μια υγιή φιλοπατρία και στον τυχοδιωκτισμό των συνταγματαρχών;
Το ερώτημα έχει απαντηθεί στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο. Και τότε δικτατορία είχαμε. Αλλά οι άνθρωποι ήξεραν και τότε, ξέρουν και σήμερα πως το κράτος δεν είναι πατρίδα. Είναι απλώς ένας διαχειριστής της κοινωνίας, καλός ή κακός. Συνήθως άθλιος. Η πατρίδα είναι μέσα μας κάτι πολύ πιο βαθύ, αναλλοίωτο και πανάρχαιο. Και προκειμένου να την υπερασπιστείς, δεν χωράνε διλήμματα, τακιμιάζεις και με τον διάολο.
-Τα στοιχεία της ντομπροσύνης και της γενναιότητας, έτσι όπως τα περιγράφετε στους χαρακτήρες των στρατιωτών και των αξιωματικών, αποτελούν στοιχεία μιας συγκεκριμένης κουλτούρας και, αν ναι, πώς θα την περιγράφατε;
Είναι κώδικες επιβίωσης με βάση την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Οι απέναντι είναι απειλή υπαρκτή και διαρκής. Η ασθένεια της δύναμης είναι η βία. Οταν νομίζεις ότι μπορείς να επιβάλεις κάτι, μπαίνεις στον πειρασμό να δοκιμάσεις. Ο Χίτλερ διέλυε χώρες γιατί μπορούσε να το κάνει. Αν ήξερε πως δεν τον παίρνει, δεν θα το αποτολμούσε. Αντίστοιχα η Τουρκία νομίζει ότι μπορεί να μας επιβληθεί με τον όγκο της. Είναι κοντά 80 εκατομμύρια, αν ήταν 10-15 δεν θα είχαμε αυτά τα προβλήματα στη Θράκη, στο Αιγαίο και στην Κύπρο.
-Στην εποχή μας φαίνεται να υπάρχει μια σύγχυση προτύπων. Κάποιοι φαίνεται να θεωρούν γενναιότητα ή «μαγκιά» την αιφνιδιαστική – και κάποτε φονική – επίθεση πολλών μαζί εναντίον μεμονωμένων ανυπεράσπιστων ανθρώπων απλώς επειδή οι τελευταίοι είναι διαφορετικοί από εκείνους. Τι ακριβώς μπερδεύουν;
Μιλάτε για το τσίρκο της Χρυσής Αυγής; Αυτοί μόνο μάγκες δεν είναι. Ο μάγκας άνδρας δεν τα βάζει με αδύναμους και ανέστιους, δεν χυδαιολογεί, είναι σοβαρός, δωρικός και με μπέσα. Μόνο που φταίμε όλοι για τη ΧΑ και ιδίως η Αριστερά. Από τη Μεταπολίτευση και μετά χαρίσαμε εύκολα την πατρίδα στον υπόκοσμο εν ονόματι μιας δήθεν κοσμοπολίτικης, κοινωνικής αντίληψης. Ψευτίσαμε, ξεφτίσαμε, την πατήσαμε. Καιρός να αναθεωρήσουμε σε ζητήματα που όσο κι αν τα θάβουμε είναι υπαρκτά και τα βρίσκουμε μπροστά μας.
-Ενας χρόνος από την επίθεση στο ΠΑΜΕ και τη δολοφονία Φύσσα. Δύο χρόνια από την επίθεση στους αιγύπτιους ψαράδες. Γιατί μερικές από τις πιο βίαιες χρυσαυγίτικες επιθέσεις έχουν γίνει στον Πειραιά;
Ο Πειραιάς είναι λιμάνι, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ. Ζόρικη κατάσταση. Εχει πολλών ειδών υφάσματα. Δεν θα μπορούσε να μην έχει το δικό του μερίδιο στις λινάτσες της ΧΑ.
-Οι ντικ ή ντίκτα, όπως λέτε στο βιβλίο τους φιλοχουντικούς, είναι καθώς φαίνεται μια διαχρονική πραγματικότητα. Υπάρχει, νομίζετε, ένα νήμα που ενώνει την ελληνική Ακροδεξιά από την εποχή της οργάνωσης 3Ε μέχρι τη σημερινή εκδοχή της; Και πόσο σοβαρή απειλή αποτελούν σήμερα για τη δημοκρατία;
Ασφαλώς υπάρχει ένα φασιστικό παρελθόν. Αντίθετα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία και το Βέλγιο όπου το κράτος κυνήγησε, συνέλαβε και εκτέλεσε κατά χιλιάδες τους συνεργάτες των Γερμανών, στην Ελλάδα τους παραδώσαμε σχεδόν το μεταπολεμικό κράτος και ιδιαίτερα κατά τον Εμφύλιο κυριάρχησαν. Το σημερινό τομάρι της ΧΑ έχει πατέρα ή παππού που δεν φυλακίστηκε ή εκτελέστηκε ατιμωτικά ως προδότης, αλλά τιμήθηκε ως σωτήρας από τον κομμουνισμό και έχει την ηθική επίνευση να συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση. Κοντά σε αυτούς κολλάνε και διάφοροι ανεγκέφαλοι για τους δικούς τους λόγους. Προσωπικά δεν τους θεωρώ απειλή για τη δημοκρατία. Μια πέτρα στο νεφρό είναι η ΧΑ που δημιουργεί κολικούς και πρέπει επειγόντως να βρούμε τρόπο να την ουρήσουμε.
-Ποιος είναι, κατά τη γνώμη σας, ο σπουδαιότερος παράγοντας που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία;
Αναμφισβήτητα το ΠΑΣΟΚ. Οχι πως οι άλλοι ήταν άγιοι, ρεμούλα υπήρχε ανέκαθεν στην Ελλάδα, αλλά με το ΠΑΣΟΚ η μίζα έγινε νόμος του κράτους. Ιδίως από το 1990 και μετά ξεφύγαμε τελείως, το ρίξαμε έξω το μαγαζί και, όπως πάντα, την πληρώνουν οι πιο αδύναμοι.
-Πόσο αισιόδοξος είστε για την Ελλάδα στο εγγύς μέλλον, μέσα στο συγκεκριμένο ευρωπαϊκό πλαίσιο και τον ασταθή υπόλοιπο περίγυρο;
Είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε με την ανασφάλεια της μικρής χώρας που σε ελάχιστα μπορεί να καθορίσει η ίδια την πορεία της. Τα έχει γράψει αυτά ο Κούντερα, μην τα επαναλαμβάνω. Για παράδειγμα, αν ένας Γάλλος ή Γερμανός ασκήσει κριτική στη χώρα του, δεν τρέχει τίποτα, υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα για το αύριο και τη δύναμη της χώρας, αν το κάνει ένας Ελληνας ή Τσέχος για τη δική του είναι αυτομάτως προδότης. Επειδή μέσα μας ξέρουμε πόσο ευάλωτοι είμαστε, κάθε αρνητικό σχόλιο μας πληγώνει, το εκλαμβάνουμε ως απειλή. Κάποτε πρέπει να ηρεμήσουμε και να δεχτούμε την πραγματικότητα. Δεν είμαστε οι καλύτεροι, ούτε οι χειρότεροι. Είμαστε αυτοί που είμαστε και εμένα μού αρέσουμε.
-Τι σας ενοχλεί περισσότερο στη σημερινή Ελλάδα;
Αν αφαιρέσω το πρόσφατο οικονομικό βούλιαγμα, μας βρίσκω ανθρώπους απολύτως κανονικούς. Με τα συν και πλην τους. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη παπαριά από τη φράση «Αυτά μόνο στην Ελλάδα γίνονται». Παντού γίνονται. Απολύτως τα ίδια. Αυτός είναι ο κόσμος μας. Ασε που μας βρίσκω προνομιούχους έναντι των περισσότερων λαών, αφού ζούμε σε έναν από τους τελευταίους παραδείσους της Γης. Σε μια πανέμορφη μεσογειακή χώρα (και όχι βαλκανική, όπως λένε οι αστοιχείωτοι κι οι χολερικοί) που η ζωή είναι ακόμη στα ανθρώπινα μέτρα.
-Τοποθετούσατε πάντα τον εαυτό σας, διατηρώντας την αυτονομία σας, στον χώρο της Αριστεράς. Σε μια χώρα με τόσο πυκνό ιστορικό παρελθόν, εξήντα πέντε χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου αλλά και είκοσι πέντε χρόνια μετά την πτώση του Τείχους, την ώρα επίσης που μια έκφρασή της διεκδικεί εξουσία, τι βλέπετε ως προς το μέλλον της;
Θα σας επαναλάβω μονότονα την προσωπική μου στάση: Με τα κόμματα γενικώς ούτε είχα ούτε θέλω παρτίδες. Επειδή εξακολουθώ να διατηρώ το δικαίωμα στην ουτοπία για έναν κόσμο δικαιοσύνης και ισότητας, ψηφίζω εξαρχής ΚΚΕ. Λάθος; Ποιος το λέει;»
Η συνέντευξη στον Μανώλη Πιμπλή
Το είδαμε στο Hellasforce.com

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2014

προετοιμασία των παιδιών (διάβασμα) για το σχολείο.

Ένα από τα βασικότερα προβλήματα που ταλανίζουν τον πολύπαθο χώρο της εκπαίδευσης είναι και η στάση των γονέων όσον αφορά τη προετοιμασία των παιδιών (διάβασμα) για το σχολείο.
Το φαινόμενο αυτό όσο περνάνε τα χρόνια τείνει να γίνει πιο έντονο. Ο γονέας λοιπόν είναι η πρώτη μορφή παραπαιδείας στην οποία συνηθίζει ένα παιδί και φυσικά ένας από τους βασικότερους λόγους που αργότερα, όταν ο γονέας αδυνατεί πλέον να στηρίξει μαθησιακά το παιδί, έρχεται σαν φυσικό επακόλουθο το φροντιστήριο ή το ιδιαίτερο μάθημα.
Οι γονείς πρέπει να καταλάβουν ότι αυτό που κάνουν έχει πολλές αρνητικές επιπτώσεις. Καταρχάς έχουμε ακύρωση του εκπαιδευτικού έργου του δασκάλου ή του καθηγητή.
Τα παιδιά αντί να σκέφτονται «πρέπει να προσέξω στο μάθημα γιατί εδώ είναι το μόνο μέρος για να μάθω» επαναπαύονταν στην ιδέα ότι στο σπίτι τα περιμένει το μεσημέρι η μαμά ή ο μπαμπάς για να τους τα πούνε καλύτερα.
Έτσι τελικά φτάνουμε σε αυτό τον εκφυλισμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας που επικρατεί σήμερα όπου τα παιδιά διδάσκονται στο σπίτι και εξετάζονται στο σχολείο. Από την άλλη μεριά  δημιουργείται στον εκπαιδευτικό μια εικονική πραγματικότητα της τάξης όπου όλοι σχεδόν οι μαθητές “τραβάνε” ενώ στην πραγματικότητα υπάρχει ένα σύστημα “βαριάς βιομηχανίας” από πίσω από γονείς που αφιερώνουν ατελείωτες ώρες για να έχουν τα παιδιά τους σε αυτό το επίπεδο.
Έτσι ο εκπαιδευτικός ξεγελιέται από την γενική εικόνα της τάξης του και ανεβάζει κι άλλο τον πήχη.
Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος όπου οι αδυναμίες του κάθε μαθητή δεν φτάνουν ποτέ στον εκπαιδευτικό αλλά μπαλώνονται όπως-όπως από τον γονέα. Επίσης πολλοί γονείς μπαίνουν και στον πειρασμό να διαβάσουν τα παιδιά και στο παρακάτω μάθημα χαλώντας ένα από τα βασικότερα κίνητρα μάθησης : το στοιχείο της έκπληξης για το καινούργιο. Μετά μάλιστα αναρωτιούνται γιατί το παιδί τους βαριέται κατά την παράδοση.
Οι γονείς αυτοί έχουν εντάξει στην καθημερινότητά τους το διάβασμα του παιδιού τους, αφού διαβάσουν πρώτα οι ίδιοι χρησιμοποιώντας και τα σχολικά βοηθήματα που κυκλοφορούν(τα οποία, όχι τυχαία, απευθύνονται σε αυτούς παρά στα ίδια τα παιδιά).
Φυσικό επακόλουθο, υποκαθιστώντας τον εκπαιδευτικό του σχολείου, είναι να συγκρίνονται με αυτόν και να καταφεύγουν συνήθως σε επικριτικά σχόλια για την επάρκεια του και μάλιστα μπροστά στο παιδί τους, “πυροβολώντας” το παιδαγωγικό  πρότυπο από κοντινή απόσταση.
Σε ακραίες μάλιστα περιπτώσεις απαιτούν από τον εκπαιδευτικό αυτόν να προσαρμοστεί “στον δικό τους τρόπο” και στη δική τους νοοτροπία για το διδασκαλία του μαθήματος. Και φυσικά ένας γονέας που έχει καταναλώσει τόσο χρόνο, κόπο και συναίσθημα σε μια τέτοια επένδυση περιμένει και την ανάλογη ανταμοιβή, οπότε γίνεται ιδιαίτερα σκληρός όταν αυτή για κάποιους λόγους δεν αποδίδει.
Τότε αφού μοιράσει ευθύνες ( στον εκπαιδευτικό και στο παιδί του) καταλήγει να ανεβάσει στροφές στην εκπαίδευση του παιδιού οδηγώντας το, πολλές φορές, στην εξάντληση και στην απέχθεια για μάθηση.
Η μητέρα ή ο πατέρας παίζοντας το ρόλο του εκπαιδευτικού καταργεί, έστω και προσωρινά, τον ουσιαστικό του ρόλο, του γονιού. Έτσι γίνεται άσκοπη κατανάλωση χρόνου και ενέργειας που θα μπορούσαν να αφιερωθούν στην ανάπτυξη της σχέσης γονέας –παιδί.
Υπάρχουν πολλοί γονείς όπου ολόκληρη η σχέση τους με το παιδί εξαντλείται στην κατ’ οίκον εκπαίδευσή του .Οπότε η σχέση αυτή δεν καλλιεργείται σωστά και δεν ωριμάζει. Ο απογαλακτισμός του παιδιού εμποδίζεται με αυτόν τον τρόπο.
Και αν ο γονέας βάζει σαν προτεραιότητα την πραγματική και ολοκληρωμένη καλλιέργεια  του παιδιού του θα μπορούσε να συζητήσει μαζί του, να παίξει και απλά να περάσει καλά μαζί του. Να κάνουν κάτι μαζί και να το μοιραστούν ξεφεύγοντας από το στερεότυπο του εκπαιδευτή – εκπαιδευόμενου. Το αξιοπερίεργο της υπόθεσης είναι το εξής: Πως γίνεται και όλοι σχεδόν οι γονείς να φτάνουν σε τέτοιο γνωστικό επίπεδο που να μπορούν να διαβάσουν τα παιδιά τους και μάλιστα και σε μαθήματα που είναι πολύ απαιτητικά όπως τα μαθηματικά, η φυσική και τα αρχαία;
Εδώ φαίνεται ξεκάθαρα η γύμνια του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Όταν κυριαρχούν η αποστήθιση και οι φροντιστηριακού τύπου αυτοματισμοί τότε δεν είναι καθόλου δύσκολο ακόμα και για έναν ανειδίκευτο γονέα αφού παπαγαλίσει το μάθημα και με τη χρήση ενός σχολικού βοηθήματος να ζητήσει και από το παιδί του να τον μιμηθεί. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι αν είχαμε διαφορετικά αναλυτικά προγράμματα όπου η μάθηση θα στηριζότανε στην κριτική σκέψη τότε ο γονέας δεν θα μπορούσε εύκολα να υποκαταστήσει τον εκπαιδευτικό.
Είναι, λοιπόν, άκρως επιτακτικό  στα αναλυτικά προγράμματα να υπάρχει συμμετοχή κυρίως των μάχιμων εκπαιδευτικών “που μπαίνουν σε τάξη” και που γνωρίζουν καλύτερα τα εκπαιδευτικά θέματα και όχι μόνο των γραφειοκρατών που απέχουν από την παιδαγωγική πραγματικότητα.
Έχοντας μιλήσει με πολλά παιδιά που τα διαβάζουν οι γονείς τους (συνήθως η μητέρα) καταλήγουμε στα εξής συμπεράσματα:
1) Τα παιδιά το θεωρούν αναγκαίο κακό. Νιώθουν ότι χωρίς το διάβασμα των γονέων δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στα μαθήματα του σχολείου
2) Δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να διαβάσουν μόνα τους
3) Νιώθουν πολύ μεγάλη πίεση από το γονέα την ώρα που τα διαβάζει και μάλιστα διακατέχονται από πολύ αρνητικά συναισθήματα για κείνον την ώρα αυτή
4) Δεν έχουν αναπτύξει αρκετά τη κριτική σκέψη και έχουν συνηθίσει να μαθαίνουν με τη χρήση της αποστήθισης και της μίμησης
5) Έχουν βραχυπρόθεσμη μνήμη στα όσα μαθαίνουν από τους γονείς τους
6) Παραπονιούνται ότι οι γονείς “θέλουν και το και” για να είναι ευχαριστημένοι
7) Βαριούνται το μάθημα στην τάξη και δεν έχουν και σε ιδιαίτερη εκτίμηση τους εκπαιδευτικούς του σχολείου τους
8) Τρέμουν στην ιδέα μιας πιθανής σχολικής αποτυχίας τους κυρίως λόγω της απόρριψης που θα βίωναν από τους γονείς τους
9) Δεν το βλέπουν ως ένδειξη φροντίδας των γονέων απέναντι τους
10) Το βασικό κίνητρό τους για να είναι καλοί μαθητές είναι “για να μη φωνάζουν οι γονείς τους”.
Αυτό που δεν συνειδητοποιούν οι γονείς είναι ότι δημιουργούν μια εξάρτηση στο  παιδί τους  και ουσιαστικά το μαθαίνουν να περπατάει υποβασταζόμενο από εκείνους. Έτσι αυτό έχει αρνητικές συνέπειες στο να μάθει να στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις. Στα παιδιά αυτά υπάρχει συνήθως ένα έλλειμμα αυτοπεποίθησης και αυτενέργειας  και νιώθουν ότι καταρρέουν στη παραμικρή σχολική ή μη αποτυχία.
Η σωστή διαχείριση μιας ενδεχόμενης μελλοντικής αποτυχίας μαθαίνεται στο σχολείο κανονικά. Προϋποθέτει όμως ότι στο παιδί έχει επιτραπεί να αποτύχει μερικές φορές. Οι γονείς που δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο στο παιδί τους και καταρρέουν οι ίδιοι όταν συμβαίνει ας γνωρίζουν ότι παίζουν με τη φωτιά. Είναι πολύ επικίνδυνη για τη ψυχική ισορροπία του παιδιού τους η στάση τους αυτή. Καμουφλάροντας συνεχώς τις αδυναμίες των παιδιών τους ,εκείνα  ουσιαστικά δεν τις ξεπερνούν ποτέ.
Οι γονείς οφείλουν να  βάλουν σε δεύτερη μοίρα την κοινωνική καταξίωση και σε πρώτη την ψυχική ισορροπία και ευτυχία του παιδιού τους. Τέλος οφείλουν να δείξουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα παιδιά τους και στους εκπαιδευτικούς. Ίσως τότε να εκπλαγούν από την βελτίωση των επιδόσεων και των δύο.

Δημήτρης Τσιριγώτης, Φυσικός
Πηγή: alfavita.gr