Δευτέρα 29 Ιουνίου 2015

Η προφητική συνέντευξη του Λεων. Κύρκου !!!


ΕΛΛΑΔΑ 

Ευτυχώς που δεν νίκησε η επανάστασή μας!

Του Αλεξη Παπαχελα
Ο Λεωνίδας Κύρκος σφράγισε με τον πολιτικό του λόγο τη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Η συμμετοχή του στην πολιτική ζωή ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1940. Πέρασε από φυλακές, τόπους εξορίας, διηύθυνε την «ΑΥΓΗ» και εκπροσώπησε την ΕΔΑ στο Κοινοβούλιο. Ανθρωπος ήπιων τόνων ηγήθηκε μετά το 1974 της «φιλοευρωπαϊκής» Αριστεράς, η οποία δεν μπόρεσε ποτέ να γίνει υπολογίσιμη πολιτική δύναμη με όρους εξουσίας, αλλά διέθετε μεγάλη επιρροή στη διανόηση και τη νεολαία. Ο Κύρκος μιλάει στη συνέντευξή του για την προσωπική σχέση του με τον Ανδρέα Παπανδρέου από τα χρόνια πριν από την Κατοχή, τις μυστικές επαφές κατά τη δεκαετία του 1960 και ιδιαίτερα την περίοδο της αποστασίας αλλά και τη φάση της μεγάλης αντιπαλότητος, η οποία έφτασε στην κορύφωσή της με την παραπομπή του Ανδρέα στο Ειδικό Δικαστήριο το 1989. Ο Κύρκος ομολογεί, για πρώτη φορά, δημόσια πως θα έπρεπε να έχει αντιταχθεί στην παραπομπή λόγω της προσωπικής του σχέσης, αλλά και επειδή δεν υπήρχαν ισχυρές ενδείξεις για την ενοχή του Παπανδρέου. Ο βετεράνος πολιτικός απαντά ακόμη στο ερώτημα «γιατί δεν μπόρεσε ποτέ να μεταφράσει την προσωπική του ακτινοβολία σε πολιτική ισχύ». Εξηγεί πως είχε πάντοτε μια απέχθεια στις ακρότητες και τις κάθετες αντιπαραθέσεις, οι οποίες όμως απέκτησαν πρωταρχικό ρόλο στη μεταπολιτευτική σκηνή. «Γιατί δεν επικράτησε η δική μας γραμμή;» ρωτάει μόνος του και απαντά: «Σε αυτό δεν έχει ακόμη απαντήσει η Ιστορία, ίσως γιατί ο λαός θέλει τις αδιαλλαξίες, θέλει το εμείς και εσείς.»
Ο Κύρκος θυμάται ακόμη τα πρώτα του χρόνια στο ΚΚΕ και το πώς αντιμετώπιζε τότε με δέος την ηγεσία του κόμματος. Σε μια απάντηση, που μόνο η συσσωρευμένη εμπειρία δεκαετιών στον πολιτικό στίβο θα επέτρεπε, εξομολογείται πως «με πιάνει τρόμος άμα σκεφτώ ότι αν νικούσε τότε η επανάστασή μας θα είχαμε πρωθυπουργό τον Μάρκο, ένα γελοίο άνθρωπο που είδα από κοντά και κατάλαβα πόσο γελοίος ήταν». Ο Κύρκος αναφέρεται, τέλος, με ιδιαίτερη συγκίνηση στα όσα τράβηξε ο πατέρας του λόγω των δικών του περιπετειών με την Αριστερά, καθώς από διαπρεπής αστός πολιτικός της προπολεμικής περιόδου βρέθηκε εξόριστος στη Μακρόνησο.
Προσωπική σχέση χρόνων με τον Ανδρέα Παπανδρέου
- Τον Ανδρέα τον είχατε γνωρίσει πριν από την Κατοχή;
- Τον είχα γνωρίσει, ναι. Ηταν άνθρωπος του σπιτιού μας. Ερχόταν, τρώγαμε παρέα, τον έβλεπα, τον θαύμαζα, ήταν κι έξι χρόνια μεγαλύτερός μου στο σχολείο. Εγώ ήμουν στην πρώτη Γυμνασίου, αυτός ήταν στην έκτη. Ενας ζωηρός άνθρωπος και μέλος της συντροφιάς, όπου ήταν και ο αδελφός μου ο Τάκης, με τον οποίο συνδεόταν πάρα, πάρα πολύ.
- Ηταν συνδεδεμένοι και οι γονείς σας; Ο Γεώργιος Παπανδρέου με τον πατέρα σας;
- Ηταν. Ηταν μια ανταγωνιστική σχέση. Βλέπονταν συχνά με τον γέρο τον Παπανδρέου. Είχαν κοινές δραστηριότητες στα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας, επρόκειτο να κάνουν μια εκδήλωση μαζί, ο γέρος ο Παπανδρέου τον γέλασε τον πατέρα μου και την έκανε την εκδήλωση μόνος του, και γι' αυτό δεν του το χάρισε ο μπαρμπα-Μιχάλης (Κύρκος), διακόπηκε η πολύ στενή αυτή σχέση και επαναλήφθηκε χρόνια ύστερα, οπότε και πήγαινε ο μπαρμπα-Μιχάλης επάνω στο Καστρί και τον έβλεπε. Υπάρχει κι ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο. Μια μέρα, ήμουν πια αρκετά μεγάλος, τον ρωτούσα τι έγινε μπαρμπα-Μιχάλη, επάνω στο Καστρί και μου λέει, κουβεντιάσαμε πολλά και διάφορα και μου είπε μια στιγμή ο Γεώργιος -έτσι τον έλεγε- Μιχάλη, Μιχαλάκη σε μακαρίζω. Του λέει, τι έχω εγώ που δεν το έχεις εσύ και με μακαρίζεις; Λέει, σε μακαρίζω γιατί έχεις τρία λαμπρά παιδιά, τα οποία πιστεύουν σε κάτι και παλεύουν γι' αυτό. Ο δικός μου, δεν πιστεύει σε τίποτα. (γελάει).
Ο νέος παράγοντας
- Πότε τον ξαναβλέπετε;
- Η πρώτη μας συνάντηση έγινε ύστερα από την περιπέτειά του με το υπουργείο Τύπου, όταν ήλθε σε σύγκρουση με τους Αμερικανούς. Κάτι ανακάτεψε με τη CIA, δεν θυμάμαι ακριβώς, και ο Γ. Παπανδρέου τον απομάκρυνε από το υπουργείο. Τότε πήγα να τον δω, να τον καλωσορίσω και στο μεταξύ είχε γεννηθεί το ερώτημα πώς αντιμετωπίζει η ΕΔΑ αυτόν τον νέο παράγοντα, ο οποίος ήρθε με κεντροαριστερές ιδέες, ανοιχτός στον διάλογο, αρνητικός απέναντι σε πολλές πλευρές της πολιτικής του πατέρα του. Τι ήταν αυτό, ήταν ένας ενδεχόμενος κίνδυνος ή ήταν μια δυνατότητα συμμαχίας; Σε αυτό το ερώτημα σκόνταψα. Και πρέπει να πω ότι εγώ με όλη μου τη δύναμη και την επιρροή τάχτηκα υπέρ των καλών σχέσεων με τον νέο παράγοντα. Να μην πάμε σε πολεμική, να μην ανακατώσουμε ότι ο Ανδρέας ήταν ο μέγας απών στη διάρκεια της Κατοχής, αλλά να κοιτάξουμε να δημιουργήσουμε φιλικές σχέσεις αποβλέποντας στο μέλλον. Αυτή η πολιτική με πολλή δυσκολία πέρασε. Και μου το καταλόγισαν εκ των υστέρων.
- Πώς ήταν αυτή η πρώτη συνάντηση ύστερα από τόσα χρόνια;
- Ε, καταλαβαίνεις, φιλική, συναισθηματική. Θυμηθήκαμε πολλά και διάφορα που μας ένωναν, θυμηθήκαμε τα φαγητά της κυρα-Γιαννούλας της μάνας μου, της κυρα- Σοφίας της μάνας του, την αγάπη που είχε στον Τάκη, γιατί είχε μια ιδιαίτερη αγάπη στον Τάκη, τελείως ιδιαίτερη. Ηταν μια εγκάρδια συνάντηση, που δεν είχε συνέχεια. Δεν συζητήσαμε πολιτικά, πού πάει, πού το βλέπει. Αργότερα, και στον βαθμό που πύκνωναν τα νέφη με τους αποστάτες, βρεθήκαμε να συμπλέουμε. Νομίζω η ασφάλεια ήταν ήδη στα ίχνη μας. Προσπαθούσε να δει αν γίνονται συναντήσεις και τι περιεχόμενο έχουν.
- Βλέπατε παράλληλα και τον Μητσοτάκη;
- Οχι, αυτόν τον έβλεπε ο Αντώνης Μπριλλάκης. Ο Μπριλλάκης είχε τις σχέσεις με τον Μητσοτάκη, ο οποίος ήταν άψογος εκείνη την εποχή. Είχε πάει στο εξωτερικό, είχε δει την ηγεσία του ΚΚΕ έξω και αυτό είχε εκτιμηθεί ιδιαίτερα.
Μόνιμη γραμμή επικοινωνίας
- Με τον Ανδρέα υπήρξε συζήτηση για συνεργασία;
- Εκείνα τα χρόνια όχι. Υστερότερα εγώ έθεσα το ζήτημα ότι, ξέρεις Ανδρέα καλό είναι να εγκαταστήσουμε μια μόνιμη γραμμή επικοινωνίας, και πρέπει να βλεπόμαστε και συχνότερα, διότι πηγαίνουμε προς τις ξέρες, να ξέρουμε πού θα βρεθούμε, σου προτείνω λοιπόν να ορίσεις έναν αντιπρόσωπο και όρισε τον Αντώνη τον Λιβάνη, κι εγώ όρισα τον Γιάννη τον Μιχαλόπουλο, τον Ωρίωνα, Ηταν άνθρωποι απόλυτης εμπιστοσύνης και των δυο μας. Ορίσαμε να βλεπόμαστε κάθε τόσο στο σπίτι του Αντώνη του Στρατή, που ήταν ο πολιτικός του σύμβουλος εκεί στην πλατεία Κολιάτσου. Αυτό λειτούργησε για ένα διάστημα, χωρίς να δώσει ιδιαίτερους καρπούς. Δεν μπορώ να πω ότι επηρεάζαμε σε τίποτα τον Ανδρέα ή είχαμε βάλει μπροστά κάποιο σχέδιο συνάντησης ευρύτερης. Ο Ανδρέας σχεδίαζε τα δικά του και μας κρατούσε εμάς απέξω. Προφανώς, μας ήθελε σαν μια δύναμη ενίσχυσης αλλά πάντα υπό τον δικό του έλεγχο.
- Εσύ είχες την αίσθηση ότι κάποια στιγμή έκοψε τις πολλές επαφές από φόβο ή από πίεση;
- Είχα πάντα το αίσθημα ότι κρατούσε μια φοβερή επιφύλαξη. Πουθενά δεν έκανε μια κίνηση φιλική, σε κάτι που του εισηγούμουνα, π.χ. να πει, ναι βρε Λεωνίδα ας το δούμε και ας το φτιάξουμε μαζί. Πουθενά, σε καμία περίπτωση, και αυτό με έκανε να αρχίσω να κουμπώνομαι απέναντί του.
Η επίθεση του Ανδρέα στη Βουλή
- Με τον Καραμανλή μετά το 1974 διατηρούσατε σχέσεις;
- Οχι, δεν είχα καμία σχέση με τον Καραμανλή. Με τον Καραμανλή είχα μερικές συναντήσεις όταν ήταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας και σε μια από τις συναντήσεις αυτές μου είπε το αμίμητο, κ. Κύρκο εσύ εμμένεις στην άποψή σου; Του λέω, εμμένω. Ε, κι εγώ σου λέω ότι θα αποτύχεις, και θα αποτύχεις γιατί είσαι σε λάθος χρόνο, σε λάθος τόπο και σε λάθος κόμμα. (γελάει). Ετσι κ. Πρόεδρε, κατηγορηματικά, χωρίς να αφήνετε ένα παραθυράκι; Κανένα -λέει- δεν αφήνω, σου προσβλέπω ότι αυτό θα είναι το τέλος σου. Την θυμάμαι την κουβέντα σαν τώρα.
- Ο Ανδρέας αποκατέστησε κάποια επαφή μετά τη Μεταπολίτευση;
- Καμία. Ο Ανδρέας δεν έκανε καμία φιλική χειρονομία προς εμάς, καμία απολύτως. Και μάλιστα, μπορώ να πω ότι η στάση του ήταν πολύ φιλική προς το ΚΚΕ και ενισχυτική του ΚΚΕ και τελείως αρνητική προς εμάς.
- Εσείς πώς το έχετε εξηγήσει αυτό;
- Το εξηγώ, από μεν κομματική άποψη ότι διέβλεπε σε εμάς τον κίνδυνο, ότι θα κινούμασταν σε έναν χώρο περίπου, στον οποίο ήθελε απολύτως να ηγεμονεύσει, τι είναι αυτοί τώρα, ο σοσιαλισμός με δημοκρατία τα νοθεύει. Καλύτερα λοιπόν να κρατήσουμε τις αποστάσεις και να τους κοπανήσουμε όσο μπορούμε.
- Οταν γίνεται πια πρωθυπουργός πάλι, δεν υπάρχει καμία σχέση;
- Καμία. Καμία. Ωσπου φτάνουμε σε εκείνο το αποκορύφωμα της εχθρότητας πια μέσα στην Βουλή. Μας είπε ότι «εσείς είστε άνθρωποι των σαλονιών», και όχι μόνο αυτό, αλλά εμπόδισε και τον Γιάννη τον Αλευρά να μου επιτρέψει να ζητήσω κάποια εξήγηση. Χάλασα τον κόσμο εκείνο το βράδυ, μόνο το παπούτσι μου δεν έβγαλα α λα Χρουτσώφ και το έχω μετανιώσει, για να αξιώσω να πάρω τον λόγο και να ζητήσω μια εξήγηση. Δεν μου δόθηκε καμία απολύτως εξήγηση. Ο Αλευράς κάνοντας κατάχρηση του κανονισμού απευθύνθηκε στην πλειοψηφία της Βουλής, τι νομίζετε, υπάρχει προσωπικό θέμα; Και η αγελαία πλειοψηφία της Βουλής απεφάνθη ότι δεν υπάρχει προσωπικό θέμα. Κι έτσι με φίμωσαν χωρίς να μπορώ να πάρω μια απάντηση, να θέσω ένα ερώτημα.
Η δικτατορία και το Πολυτεχνείο
- Τον κίνδυνο δικτατορίας πότε τον αντιλαμβάνεστε πρώτη φορά;
- Τον κίνδυνο της δικτατορίας μπορώ να πω ότι είμαι από τους πρώτους που τον διαισθάνθηκα. Εγραψα μάλιστα κι ένα άρθρο στην Επιθεώρηση της Ελληνικής Αριστεράς, την Ελληνική Αριστερά που λέει για ένα πλατύ αντιδικτατορικό μέτωπο, κι εκεί μέσα έκανα την επισήμανση ότι εδώ αβγαταίνει ο κίνδυνος της δικτατορίας και εδώ πρέπει να πάρουμε τα μέτρα μας και τα μέτρα μας είναι κυρίως εκείνο, το τούτο και το άλλο, και κυρίως η ενότητα των δημοκρατικών δυνάμεων. Σε αυτό είχε βοηθήσει πάρα, πάρα πολύ ο στρατηγός ο Ιορδανίδης, ο πρώτος που επισήμανε τον κίνδυνο της χούντας. Είχε προηγηθεί ο Ηλίας Ηλιού, ο οποίος από το βήμα της Βουλής κατήγγειλε τον υπεύθυνο της χούντας τον Παπαδόπουλο, με εκείνο το γελοίο το σαμποτάζ του Εβρου και ο Ηλίας το είχε επισημάνει, πολύ σωστά, πολύ καίρια, αλλά ήταν φωνή βοώντος εν τη ερήμω.
- Η σοβιετική πρεσβεία δεν σας είχε ειδοποιήσει, δεν ήξερε τίποτα;
- Οχι, νομίζω πως είχε μεσάνυχτα η σοβιετική πρεσβεία. Από ό,τι ξέρω εγώ τουλάχιστον, δεν μας είχε ειδοποιήσει για τίποτα απολύτως. Φοβάμαι πως δεν είχε καμία πληροφόρηση.
- Το 1973 είχατε εκφράσει την άποψη πως η Αριστερά έπρεπε να εκμεταλλευθεί τα ανοίγματα του Σπύρου Μαρκεζίνη;
- Και εξακολουθώ να το πιστεύω. Χωρίς τα ανοίγματα του Μαρκεζίνη το Πολυτεχνείο ήταν αδιανόητο και υποστήριζα ότι στις εκλογές, όπου ο πολίτης θα είναι ο ίδιος υποχρεωμένος να συγκρουστεί με την δικτατορία, ήταν μια ευκαιρία να τεθεί σε κίνηση ο λαϊκός παράγοντας, ο οποίος έμεινε ακίνητος όταν έγινε η Μεταπολίτευση. Η Μεταπολίτευση έγινε απόντος του λαού.
- Είχατε αντιληφθεί την έκταση του Πολυτεχνείου και πού πήγαινε το πράγμα;
- Στην αρχή όχι, αλλά στην πορεία το συνειδητοποιήσαμε όλοι μαζί. Ημασταν αντίθετοι συνολικά στα αναρχικά συνθήματα και προσπαθήσαμε να ενημερώσουμε μέσα στο Πολυτεχνείο ότι δεν ήταν αυτή η γραμμή που θα μπορούσε να είναι παραγωγική. Το θέμα ήταν κάτω η χούντα και όχι, κάτω ο καπιταλισμός, κάτω το κράτος και οι ανοησίες, οι οποίες διατυπώνονταν από τους αναρχικούς μέσα στο Πολυτεχνείο. Και τελικά επικράτησε αυτή η πολιτική.
Συγγνώμη, έπρεπε να πω όχι στην παραπομπή του Ανδρέα
- Στο '89 πώς φτάνουμε; Αυτό είναι ένα ερώτημα που πάντα είχα.
- Στο '89 φτάνουμε υπό την επίδραση της ομοβροντίας του Τύπου, όπου οι πάντες μιλούν για σκάνδαλα, μιλούν για συγκεκριμένα αυτά και εκείνα κ.λπ., εμείς αποφύγαμε να πάρουμε θέση στο ζήτημα, γιατί δεν θέλαμε να εμπλακούμε στην υπόθεση των σκανδάλων, δεν είχαμε εξάλλου εμείς οι ίδιοι στοιχεία. Αλλά, όταν οι πάντες μιλούσαν για σκάνδαλα, ήταν σκάνδαλο να μη μιλήσουμε εμείς. Το λάθος μας είναι ότι δεχτήκαμε και εμείς την ύπαρξη αποχρώντων λόγων και ενδείξεων και δεν εμβαθύναμε στο να ζητήσουμε πραγματικά, αντικειμενικά στοιχεία.
Μας παρέσυρε ο Τύπος
- Με την απόσταση του χρόνου και την ψυχραιμία πιστεύετε ότι σας παρέσυρε σε αυτό το θέμα η προσωπική αντιπαλότητα με τον Ανδρέα και ο τρόπος που σας είχε φερθεί;
- Ψυχολογικά κρίνοντας το πράγμα, νομίζω ναι. Πολιτικά κρίνοντας, νομίζω ότι μας παρέσυρε η ομοβροντία του Τύπου, η ομοφωνία του Τύπου. Δεν υπήρχε καμία φωνή διαφορετική στο θέμα αυτό. Από τις εφημερίδες που υποστήριζαν φανατικά την κυβέρνηση έως τις εφημερίδες που την αντιπολιτεύονταν, ένα ήταν το μοτίβο: εδώ υπάρχουν σκάνδαλα. Και βλέποντας εκ των υστέρων τα πράγματα και τη συνέχεια των σκανδάλων και σήμερα, πιστεύω ότι εκείνη ήταν μια αφετηρία, μας επηρέασε πάρα πολύ το μόνο αποδεδειγμένο σκάνδαλο, το σκάνδαλο με τον Κουτσόγιωργα, περίπου τα 3.000 δολάρια που μας είπε τότε ο γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου και τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν. Ηταν αρκετά αυτά; Δεν ήταν. Ηταν όμως οπωσδήποτε μια ένδειξη ότι υπήρχε σκάνδαλο και η δικαιολογία του Κουτσόγιωργα ήταν σχεδόν ωμή, ότι χρειάστηκαν ως σπουδαστικό συνάλλαγμα για τον γιο μου. Τι λες βρε αδελφέ, 3.000 δολάρια που πήρες από μια αμφισβητούμενη πηγή, τη στιγμή που εδώ πέρα χιλιάδες γονιοί αγωνίζονται για να εξασφαλίσουν κάποιο δολάριο να στείλουν στα παιδιά τους. Αυτή η απόλυτη ταύτιση του Ανδρέα με τον Κουτσόγιωργα, που ήταν μια αμφισβητούμενη προσωπικότητα, για τον οποίο είχε πάντως δεσμούς πέραν των φιλικών, δικηγόρος του σε όλες τις υποθέσεις του κ.λπ., τον επηρέασε σε σημαντικό βαθμό και ήταν το μόνο αντικειμενικό στοιχείο που είχαμε στα χέρια μας.
Ο σχηματισμός οικουμενικής
- Θυμάστε τη συνάντηση, όπου καταλήξατε στη συμφωνία με τον Μητσοτάκη για τον σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης;
- Τη θυμάμαι, ήταν στο σπίτι του, τότε με τα περίφημα ντολμαδάκια της Μαρίκας. Δεν είχε τίποτα το μυστηριώδες αυτή η συνάντηση και τα ντολμαδάκια ήταν απλώς όπως απόψε βρέθηκαν εδώ πέρα αυτά τα λιγοστά τερψιλαρύγγια, εκεί η Μαρίκα έβγαλε κάτι ντολμαδάκια και το ανήγαγε η «Αυριανή» σε μείζον θέμα. Θυμάμαι τη συνάντηση. Δεν είπαμε τίποτα ιδιαίτερο, είπαμε περίπου τι θα λένε οι προγραμματικές δηλώσεις και αυτές ήταν δημόσιο κείμενο, παρουσιάστηκαν την επόμενη μέρα από τον Τζαννή Τζαννετάκη.
- Ο Ανδρέας προσπάθησε πάλι σε αυτή την περίοδο να έρθει σε κάποια επαφή μαζί σας;
- Καμία. Καμία απολύτως. Εγώ είδα τον Γιώργο Παπανδρέου μια-δυο φορές, κάναμε μια συζήτηση, πού οδηγεί αυτή η κατάσταση, πώς μπορεί να αποφευχθεί η συνέχεια των κακών σχέσεων, τι μπορούμε να κάνουμε βλέποντας το αύριο, ήταν φιλικός, δεν είχε αντίρρηση στη συνάντηση. Ο Ανδρέας δεν έκανε καμία απολύτως κίνηση. Οταν πέθανε ο αδελφός μου ο Τάκης, με πήρε στο τηλέφωνο για να μου πει τα συλλυπητήριά του. Του λέω, Ανδρέα περίμενα το τηλεφώνημά σου, ήμασταν πια σε σχέσεις φυσικά πολύ κακές. Λέω, Ανδρέα περίμενα το τηλέφωνημά σου γιατί ήξερα τον δεσμό σου με τον Τάκη. Ναι, λέει, σε συλλυπούμαι κ.λπ. και τελείωσε εκεί.
Φοβόμουν τον Κόκκινο
- Για τη δίκη, πιστεύατε ποτέ ότι θα μπορούσε να καταλήξει στην καταδίκη του Ανδρέα;
- Αχ! Τον φοβόμουν τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, τον Κόκκινο, πολύ. Και εγώ πολύ πριν από το τέλος της δίκης, την είχα πει την άποψή μου ότι πρέπει ο Ανδρέας να αθωωθεί. Είναι δημόσιο κείμενο αυτό που επικρίθηκε μάλιστα. Φοβόμουν τον Κόκκινο και την εμπάθειά του. Ομολογώ ότι ο Μητσοτάκης δεν έδειξε πουθενά και ποτέ, δεν υπέβαλε την ιδέα ότι θα έπρεπε να εργαστούμε για την καταδίκη του Ανδρέα, ποτέ. Ηταν άψογος μπορώ να πω σε αυτό.
- Με τον Φλωράκη συμφωνούσατε πλήρως εκείνη την εποχή σε αυτό το θέμα;
- Ολοι συμφωνούσαμε. Είχε τεθεί στο συμβούλιο, τότε, του Συνασπισμού το ζήτημα, δεν είχε εκφραστεί διαφορετική γνώμη. Ο Ανδρέας ο Λεντάκης είχε πει ότι μειοψήφησε, κοίταξα όμως τα χαρτιά μου, τα ναι/όχι, και είδα ότι δεν είχε μειοψηφήσει κανένας. Εγώ καταλογίζω στον εαυτό μου λάθος και πολιτικό και προσωπικό, ότι δεν αντιτάχθηκα στην παραπομπή του Ανδρέα, μολονότι ήμουν κοινοβουλευτικός αντιπρόσωπος τότε του Συνασπισμού και ξαναείδα τα κείμενά μου, δεν έχουν τίποτα υπερβολικό ή υβριστικό. Παρ' όλα αυτά, ίσως ήμουν ο μόνος που θα έπρεπε να αντιταχθώ στην παραπομπή του Ανδρέα. Οχι στην υπόθεση κάθαρσης, αλλά στην παραπομπή του Ανδρέα.
Τον αγαπούσα τον Ανδρέα
- Γιατί το λέτε αυτό τώρα;
- Γιατί σκεφτόμουν και πως και για λόγους προσωπικούς είχα κάθε λόγο να αντιταχθώ. Και επειδή δεν είχα καμία ισχυρή ένδειξη ότι αυτά για τα οποία κατηγορούνταν ήταν ακριβή. Δεν είχα ισχυρή ένδειξη. Και αφού δεν είχα ισχυρή ένδειξη, νομίζω ότι θα έπρεπε να πω όχι στην παραπομπή του Ανδρέα.
- Σας είχε βασανίσει αυτό το ερώτημα τότε;
- Με είχε, ναι, με είχε βασανίσει. Εγώ τον Ανδρέα τον αγαπούσα, τον εκτιμούσα, δεν έβλεπα αυτά τα περί κινδύνων που έλεγαν οι άλλοι, αυτά για μένα δεν είχαν σημασία. Εξάλλου και ύστερα από τον Ανδρέα η πορεία μου είναι μια διαρκής πορεία προς τη συνάντηση των δύο χώρων. Εκεί έχω αφιερώσει, ας πούμε, την πολιτική μου σκέψη. Και σήμερα ακόμη, παρά τις εντάσεις και παρά τις ανοησίες που έχει κάνει ο Συνασπισμός -και του καταλογίζω πάρα πολλά- είμαι σταθερά υπέρ της συνάντησης των δύο χώρων.
Πιστεύω ότι ήταν λάθος του Ανδρέα που επηρέασε την πορεία των εσωτερικών μας πραγμάτων. Που δεν κατάλαβε, που δεν θέλησε να καταλάβει ότι ήταν μοναδική ευκαιρία να συναντηθούμε, διότι υπήρχε μια προσωπική εμπιστοσύνη ανάμεσα στα δύο πρόσωπα που ηγούνταν αυτών των προσπαθειών, δεν υπήρχε δυσπιστία, δεν υπήρχε εχθρότητα, συνεπώς θα μπορούσαμε να κάνουμε πάρα, μα πάρα πολλά πράγματα, τα οποία δεν κάναμε και τα οποία εξακολουθώ να πιστεύω ότι μπορούμε να κάνουμε σήμερα.
Εχασα τη μάχη και μέσα στο κόμμα μου. Σήμερα είμαι απόβλητος και από το κόμμα μου. Με θεωρούν δεξιό, με θεωρούν ότι τους πάω στην ουρά του ΠΑΣΟΚ, σήμερα φυσικά μου πέφτει πολύ λιγότερος λόγος από ό,τι άλλοτε, αλλά πιστεύω ότι αυτή η ευκαιρία χάθηκε για την Ελλάδα. Θα μπορούσε να γίνει μια πολύ μεγάλη παράταξη, δημοκρατική, που να κυβερνήσει για χρόνια τον τόπο και να τον κυβερνήσει με έμπνευση, όχι μπακάλικα.
«Μού έλειπε πάντα το στοιχείο του ηγέτη»
- Πάντα λέγαμε, και στην εποχή της συμμαχίας, το πώς ο Λεωνίδας έχει μιαν απίστευτη ακτινοβολία που δεν μετριέται σε ψήφους ποτέ αποτελεσματικά. Εσείς το λύσατε ποτέ αυτό το ερώτημα μέσα σας;
- (γελάει) Δεν το έλυσα, όχι. Θεωρώ ότι ήμουν υπερβολικά δημοκρατικός άνθρωπος και δεν θέλησα ποτέ να κάνω χρήση και πολύ περισσότερο κατάχρηση αυτής της δύναμης που μου έδινε η ακτινοβολία μου. Είχα πράγματι μια ακτινοβολία. Δεν είχα όμως το άλλο στοιχείο, το ηγετικό, που χρειαζόταν σε τέτοιες περιπτώσεις. Αν το είχα, μπορεί να έκανα μεγαλύτερο κακό, δεν ξέρω. Αλλά πάντα ήταν μια έλλειψη αυτή και στις εσωκομματικές συγκρούσεις πάντα προσπαθούσα να βρω τη λύση, της συμφιλιωτικής διεξόδου, αυτό ήταν ίσως κακό, μου έλειψε όμως. Αυτό που είναι απαραίτητο σε έναν ηγετικό χαρακτήρα. Αλλά αν θα μπορούσε η ζωή μου να ήταν διαφορετική, δεν έχω καταλήξει σε ένα τέτοιο συμπέρασμα.
«Λυπάμαι για τον πατέρα μου»
Λυπάμαι γιατί παρέσυρα τον πατέρα μου, δεν τον παρέσυρα, τον οδήγησα με τη ζωή μου σε έναν δρόμο που ήταν παράλληλος με τον δικό μου. Ο πατέρας μου είχε αναμφισβήτητα μεγάλες δυνατότητες να διαπρέψει σαν ένας πολιτικός παράγοντας. Αναμφισβήτητα. Και στα χρόνια της μετάβασης από τη δημοκρατία στη μοναρχία ήταν εφτακάθαρος, ήταν σημαιοφόρος μιας μικρής ομάδας που είχε σχηματιστεί στο Κοινοβούλιο και που υποστήριζε τη δημοκρατία, ύστερα υπέστη όσα υπέστη και τα υπέστη κατά έναν περίεργο τρόπο χωρίς να χρωστάει σε κανέναν. Ο άνθρωπος αυτός πλήρωσε, πήγε στο Μακρονήσι. Υφίσταται όλους τους προπηλακισμούς, να βλέπει τον κίνδυνο να εκτελεστεί το παιδί του. Με εκείνη την περίεργη και κατάπτυστη 5η ολομέλεια του ΚΚΕ, στην οποία διακήρυξε ο Ζαχαριάδης το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού των Μακεδόνων, ο πατέρας μου διαφωνούσε μέχρι το τελευταίο του κύτταρο. Και του λέγανε, πες μια λέξη εναντίον της μπαρμπα-Μιχάλη και έχεις το παιδί σου εντάξει, και αρνήθηκε. Φίλοι του, όπως ο Στέφανος ο Στεφανόπουλος, του το μήνυσε στη φυλακή. Μιχάλη, ξέρω ότι είσαι αντίθετος με την 5η ολομέλεια. Μια λέξη δικιά σου αρκεί, να βγεις να την καταδικάσεις. Εδειξε σαν άνθρωπος ένα απίστευτο μεγαλείο. Αυτό βέβαια το καταλογίζω στον εαυτό μου.
Αλλά, έτσι ήρθαν τα πράγματα, δεν γινόταν αλλιώς, ήμουν κι εγώ ένα μικρό δείγμα της τραγωδίας που έπληξε αυτό τον τόπο. Αν είχα μεγαλύτερη ωριμότητα, αν αυτό που αργότερα μπόρεσα να κάνω από πιο ηγετικά κλιμάκια, μπορούσα να το κάνω εκείνη την εποχή θα ήταν διαφορετικά ίσως τα πράγματα. Αναφέρθηκες προηγούμενα στους στόχους του Εθνους.
Είμαι περήφανος γι' αυτό το κείμενο. Εγώ το έφτιαξα. Εγινε απόφαση ύστερα κεντρικής επιτροπής. Αμα το ξαναδιαβάσεις σήμερα, η σημερινή κατάσταση έχει την αντανάκλασή της σε εκείνα που γράφτηκαν τότε. Κι εγώ θα προτείνω να το ξαναδιαβάσετε, υπάρχει σαν κείμενο. Δεν υπάρχει τίποτα που να μην έχει τη ρίζα του εκεί. Συναίνεση, εθνική ομοψυχία, και στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και της παιδείας, και της υγείας, και στα θέματα της αναδιοργάνωσης του κράτους, ο νέος ρόλος των δημοσίων υπαλλήλων, όλα αυτά υπάρχουν εκεί μέσα. Διότι ήταν η πείρα όσων ανθρώπων ζήσανε τον αντιδικτατορικό αγώνα.
Η λογική της αντιπαράθεσης
Και επικράτησε η άλλη λογική. Η λογική της κάθετης αντιπαράθεσης του Ανδρέα του Παπανδρέου. Ο Ανδρέας ο Παπανδρέου δεν έβλεπε τίποτε άλλο, παρά την άνοδο στην εξουσία. Και η άνοδος στην εξουσία σήμαινε συνέχιση της διχοτομίας δεξιά-αντιδεξιά. Λυσσαλέο μίσος για να μπορέσουμε να συγκεντρώσουμε τον κόσμο μας. Θυμηθείτε τα συνθήματα της πρώτης περιόδου. Απόψε πεθαίνει η δεξιά, φόλα στον σκύλο του ΠΑΣΟΚ. Γυρίσαμε στις παραμονές της 21ης Απριλίου και αυτό από ανθρώπους που ζήσανε τη δικτατορία εξ αποστάσεως. Ο Ανδρέας θριαμβολογούσε από το εξωτερικό, σκεφτόταν να κηρύξει ένοπλο αγώνα, έβλεπε τον εαυτό του στη θέση του Αρη ή του Γκεβάρα, επικεφαλής στρατιών Ελλήνων που θα επιστρατεύονταν πάλι σε έναν εμφύλιο πόλεμο, μπούρδες. Η εξέλιξη πέρασε και πέταξε στο περιθώριο τέτοιες σκέψεις. Κι όμως, το ερώτημα υπάρχει, γιατί αυτή η γραμμή επικράτησε και δεν επικράτησε η δική μας η γραμμή; Σε αυτό δεν έχει απαντήσει η Ιστορία ακόμα. Ισως γιατί αυτός ο λαός θέλει τις αδιαλλαξίες, θέλει τις κάθετες αντιπαραθέσεις. Θέλει το εμείς και εσείς. Και εμείς προτείναμε κάτι άλλο. Προτείναμε για κάθε ζήτημα να υπάρχει σύνθεση. Και όμως, επικράτησε η ακραία άποψη. Δεν μας βγήκε σε καλό η ακραία άποψη. Υστερα από πολλά χρόνια, φτάσαμε να γίνεται ο Κώστας Καραμανλής κήρυκας της συνεννόησης, μπράβο! Χίλιες φορές μπράβο! Και άδικο έχουν εκείνοι που αρνούνται τη συνεννόηση αυτή.
«Εβλεπα αυτούς τους γελοίους ανθρώπους σαν γίγαντες...»
- Κοιτάζοντας έτσι πίσω, τα 50 κάτι χρόνια πολιτικής πορείας, υπάρχει κάτι που λέτε μακάρι να μπορούσα να το ξαναζήσω, να το ξανακάνω, θα το έκανα διαφορετικά;
- Με έχει απασχολήσει το ερώτημα, αλλά δεν έχω βρει απάντηση. Από τη στιγμή που μπήκα μέσα στο αριστερό κίνημα ήμουνα δοσμένος σε αυτό. Δεν ήμουνα με την κριτική διάθεση που απέκτησα εκ των υστέρων, γι' αυτό και τα όσα συζητάμε για νέους κ.τ.λ. τα ακούω βερεσέ. Ενας νέος αν δεν έχει εμπειρίες, δεν τις έχει ζήσει, δεν τις έχει βιώσει για να μπορεί να κάνει τον κριτικό έλεγχο, εύκολα παραδίδεται στους εντυπωσιασμούς. Ηρθε μια στιγμή που μπορούσα να δω πολλά πράγματα από τη συμπεριφορά του Ζαχαριάδη, δεν τα είδα. Και νιώθω μια ευθύνη. Δεν ασκούσα, βέβαια, τότε καμιά απολύτως επιρροή. Ημουν ένα στελεχάκι της βάσης, που δεν μετείχε στις πολιτικές διεργασίες, που δεν είχε την πληροφόρηση, αλλά δεν είχε και το κουράγιο να δει κατάματα τους ανθρώπους, οι οποίοι στα μάτια του παρουσιάζονταν γιγάντιοι. Και είδα ότι όλοι αυτοί, ας μην τους πω όλους, ήταν περιτρίμματα. Με πιάνει τρόμος άμα σκεφτώ ότι π.χ. αν νικούσε τότε η επανάστασή μας θα είχαμε πρωθυπουργό τον Μάρκο, έναν γελοίο άνθρωπο -τον είδα από κοντά και κατάλαβα τι γελοίος άνθρωπος ήταν- θα είχαμε υπουργό Οικονομικών τον Μπαρτζώτα, θα είχαμε υπουργό της Παιδείας π.χ. τον Στρίγγο, θα είχαμε υπουργό των Εσωτερικών τον άλλον, τον ανεκδιήγητο άνθρωπο που ήρθε από την Κρήτη, τον Βλαντά, ο οποίος ήταν για την εποχή εκείνη ένας ήρωας για τη νεολαία, γραμματέας της νεολαίας κ.τ.λ. Ανθρωποι γελοίοι, χωρίς καμιά παιδεία για να παίξουν έναν ουσιαστικό ρόλο, σαν αυτόν που φιλοδοξούσαν να παίξουν. Κι όμως εκείνη την εποχή, σας επαναλαμβάνω, τους έβλεπα τους ανθρώπους αυτούς σαν γίγαντες.
Σ.σ. Στη συνέντευξη με τον Λ. Κύρκο συμμετείχε και ο καθηγητής και εκλογολόγος Ηλίας Νικολακόπουλος.
Έντυπη

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2015

Σε πείσμα όλων των εκδοχών του µύθου της «Ψωροκώσταινας» η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική:
1) Η Ελλάδα είναι µια χώρα που διαθέτει ικανοποιητικό επίπεδο συγκέντρωσης των µέσων παραγωγής και του εµπορικού της δικτύου.
2) Παρουσιάζει σηµαντικό επίπεδο ανάπτυξης της σύγχρονης τεχνολογίας.
3) ∆ιαθέτει πολυάριθµο εργατικό δυναµικό, µε εµπειρία, µε βελτιωµένο µορφωτικό επίπεδο και εξειδίκευση.
4) ∆ιαθέτει πολυάριθµο και αξιόλογο επιστηµονικό δυναµικό.
5) ∆ιαθέτει φυσικές πλουτοπαραγωγικές και ενεργειακές πηγές, σηµαντικά αποθέµατα ορυκτού πλούτου που συνιστούν συγκριτικό πλεονέκτηµα για την παραγωγή βιοµηχανικών και καταναλωτικών προϊόντων.
6) Διαθέτει το µεγάλο πλεονέκτηµα να µπορεί να εξασφαλίζει επάρκεια στα είδη διατροφής για τις λαϊκές απαιτήσεις, αλλά και το εξωτερικό εµπόριο.
7) ∆ιαθέτει ικανότητες για παραγωγή σύγχρονων προϊόντων, µηχανών, εργαλείων και συσκευών.
Εποµένως από άποψη αντικειµενικών συνθηκών η πατρίδα µας δεν έχει καµία «τεχνική δυσκολία» να διαβεί το κατώφλι ενός άλλου τύπου σχεδιασµό της οικονομίας της, τον κεντρικό πανεθνικό σχεδιασµό στα βασικά και συγκεντρωµένα µέσα παραγωγής σε στρατηγικούς τοµείς όπως η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, ο ορυκτός πλούτος, τα ορυχεία, οι βιοµηχανίες, η ύδρευση, οι µεταφορές, το κρατικοποιηµένο τραπεζικό σύστηµα, το σύστηµα συγκέντρωσης, διοχέτευσης και διαχείρισης υλικών πόρων, το εξωτερικό εµπόριο, το συγκεντρωµένο δίκτυο του εσωτερικού εµπορίου.

Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

Κοινή ανακοίνωση Δικαστικών Ενώσεων επί σχολίων Βουλευτή


        Μία απάντηση των Δικαστικών Ενώσεων, για τις τοποθετήσεις του βουλευτή κ. Τζαβάρα (ΝΔ), έναντι των Δικαστικών Λειτουργών και των Δικαστικών ενώσεων.

        Οι Δικαστικές Ενώσεις της Ελλάδος, αποδοκιμάζουν, με κατηγορηματικό τρόπο, τα όσα ανέφερε ο Βουλευτής και πρώην υπεύθυνος του τομέα Δικαιοσύνης του Κόμματος της Ν. Δημοκρατίας, κ. Κώστας Τζαβάρας, κατά την ενώπιον της βουλής συζήτηση, την 28-8-2015, του σχεδίου νόμου και ήδη ψηφισμένου Ν. 4329/2015 («Έκδοση διαταγής πληρωμής για αξιώσεις από διοικητική σύμβαση που έχει συναφθεί στο πλαίσιο εμπορικής συναλλαγής και άλλες διατάξεις» ΦΕΚ Α’ 53), αλλά και τα μεταξύ άλλων διαληφθέντα σε άρθρο του ιδίου Βουλευτή, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ» της 7-6-2015, υπό τον τίτλο «Μία απάντηση για το κύρος και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης».
Ο εν λόγω βουλευτής, εντελώς απρόκλητα και με αφορμή την τοποθέτηση Δικαστικών ενώσεων, για δικονομικής φύσεως ζητήματα, για τα οποία κλήθηκαν στην επιτροπή της Βουλής να καταθέσουν τις απόψεις τους, χαρακτηρίζει τις Δικαστικές ενώσεις «συντεχνιακές επαγγελματικές ομάδες που έχουν αναγορευτεί σε νομοθετικούς πελάτες (!) του Κοινοβουλίου, και έχουν, ως σκοπό, να εξοικονομήσουν, κατά τέτοιο τρόπο, τις δικαστικές διαδικασίες, ώστε να μην θιγούν τα προνόμιά τους ή τα οποιαδήποτε κεκτημένα τους».
Είπε ακόμη ο παραπάνω βουλευτής, ότι η διασφάλιση του κύρους και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης είναι υποχρέωση μόνο της Πολιτείας και κανενός άλλου, επομένως, κατά την άποψή του, ούτε των Δικαστών. Τόνισε ακόμη, χωρίς καμμία απολύτως τεκμηρίωση, ότι σήμερα η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης απειλείται από την δικαστική οίηση, που συνιστά την από μέρους των Δικαστών υπερεκτίμηση του θεσμικού τους ρόλου σε σχέση με τα προβλεπόμενα από το Σύνταγμα όρια, που έχει οδηγήσει τη Δικαιοσύνη, ως κρατική εξουσία, να μην είναι μόνο ανεξάρτητη, αλλά και ανεξέλεγκτη και αυτόνομη. Αναφέρθηκε επίσης στην έλλειψη αξιολόγησης του παραγόμενου δικαστικού έργου και κατηγόρησε, γενικώς και ατεκμηρίωτα, τους Δικαστές, για αυθαίρετες και αναιτιολόγητες δικαστικές κρίσεις, που παράγουν άδικες και άστοχες αποφάσεις, αλλά και για εμπλοκή ή διαπλοκή τους με δίκτυα προσωπικής προβολής και δημοσιότητας.
Σε όλα αυτά, επισημαίνουμε:
1. ´Ότι οι παραπάνω αόριστες αναφορές – αυθαίρετες και ατεκμηρίωτες καταγγελίες του κ. Τζαβάρα, δεν συνδέονται, λογικά (σχέση αιτίου – αιτιατού), με την παρουσία και την έκφραση της όποιας γνώμης των εκπροσώπων των Ενώσεων Δικαστικών Λειτουργών, ενώπιον επιτροπών της Βουλής, κατά την προβλεπόμενη στα άρθρα 66 § 3 εδ. β’ του ισχύοντος Συντάγματος και 38 του Κανονισμού της Βουλής διαδικασία, και την υιοθέτηση της γνώμης αυτής από την Βουλή, και προφανώς δεν συνιστούν εκδήλωση της κατά την άποψη του εν λόγω βουλευτή «άσκησης του δικαιώματος της παρρησίας, με την οποία η λαική εντολή τον έχει εξοπλίσει».
2. Η Ένωση των Δικαστών σε σωματεία, με σκοπό μεταξύ άλλων, την διασφάλιση και ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Δικαστικής Εξουσίας και της λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας των Δικαστικών Λειτουργών, την προαγωγή της νομικής επιστήμης, αλλά και τη συμβολή στη βελτίωση της νομοθεσίας, συνδέθηκε εξ αρχής με την έμπρακτη κατοχύρωση της Δικαστικής ανεξαρτησίας, εξ ού και πολεμήθηκε και απαγορεύτηκε, απολύτως, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Και γι΄ αυτό θα έπρεπε να είναι και εναργές το νόημα της ρητής πλέον κατοχύρωσης στο Σύνταγμα του 1975, της συνδικαλιστικής ελευθερίας των Δικαστικών Λειτουργών, όχι ως αντιστρατευόμενης τη φύση του Δικαστικού Λειτουργήματος, αλλά ως συνυφαινόμενης, αναγκαίως, προς αυτό. Με αυτόθροη συνέπεια, όσοι μετέχουν στις Δικαστικές ενώσεις, είτε ως απλά μέλη, είτε ως μέλη της διοίκησής τους, υπηρετώντας και από την θέση αυτή την υπόθεση της ποιοτικής και ανεξάρτητης δικαιοσύνης, να μην επιτρέπεται να αντιμετωπίζονται, με θεσμικώς επικίνδυνες επιθέσεις, όπως οι παραπάνω, από τον κ. Τζαβάρα.
Παράλληλα, η έκφραση των όποιων απόψεων των καλούμενων να παραστούν, κατά το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, ενώπιον των ανωτέρω επιτροπών, εκπροσώπων των Δικαστικών Ενώσεων, είναι ελεύθερη, εναπόκειται, δε, στα μέλη των αρμοδίων Επιτροπών και στη Βουλή, να υιοθετήσουν ή μη τις εν λόγω απόψεις, χωρίς, σε κάθε περίπτωση, να παρέχεται, εκ του λόγου αυτού, το δικαίωμα, σε κανένα βουλευτή, να υποτιμά τους Δικαστικούς Λειτουργούς και τους εκπροσώπους τους, χαρακτηρίζοντάς τους και μάλιστα, απρόκλητα, ως «συντεχνίες», «νομοθετικούς πελάτες του κοινοβουλίου», αλλά και ως αλαζόνες, που έχουν υπερεκτιμήσει τον θεσμικό τους ρόλο και απειλούν την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Η διασφάλιση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, κ. Τζαβάρα, τόσο υπό τη λειτουργική, όσο και την προσωπκή της μορφή, ανήκει, πρωτίστως, στους Δικαστικούς Λειτουργούς, γιατί οι θεσμοί υπηρετούνται και εκπροσωπούνται, από πρόσωπα, που τους τιμούν ή τους ευτελίζουν, με τη στάση τους ή τη συμπεριφορά τους.
3. Ο θεσμικός ρόλος των Δικαστικών Λειτουργών, που επιχειρεί να υποβαθμίσει ο παραπάνω βουλευτής, καθορίζεται από το Σύνταγμα και τους νόμους του κράτους, στα πλαίσια των οποίων ασκείται και αποτελεί τη σημαντικότερη εγγύηση των συνταγματικών δικαιωμάτων των πολιτών, μέσα από τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων, την νομιμότητα της κρατικής δράσης, τον ποινικό ελεγχο συμπεριφορών και άλλα και είναι οι Δικαστικοί Λειτουργοί εκείνοι που αποφασίζουν, όχι μόνο, για το τί είναι νόμιμο ή παράνομο, αλλά και για το τί ισχύει, τελικώς, ως ρύθμιση.
4. Η δικαστική λειτουργία, ως ισόκυρη και ισότιμη με την νομοθετική και την εκτελεστική λειτουργία, συντεταγμένη εξουσία της Πολιτείας, ουδέποτε υπήρξε ανεξέλεγκτη, αλλά ούτε και αυτόνομη. Οργανώνεται και λειτουργεί κατά νόμο. Ενεργούσε και ενεργεί, περισσότερο ίσως από οποιαδήποτε άλλη λειτουργία, σύμφωνα με τους ορισμούς του Συντάγματος και των νόμων του κράτους, στην εφαρμογή των οποίων και αποβλέπει, κατά την άσκηση των καθηκόντων των Λειτουργών της, οι οποίοι, όπως είναι γνωστό, δεν έχουν ασυλία. Οι κάθε είδους αποφάσεις τους κρίνονται και η συμπεριφορά τους, κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών τους καθηκόντων και όχι μόνο, ελέγχονταν και ελέγχονται, από τα θεσμικά τους όργανα, κατά την οριζόμενη από το Ν. 1756/1988, που ψηφίστηκε από την Βουλή, πειθαρχική διαδικασία. Οι αποφάσεις όμως των Δικαστικών Λειτουργών, αναμφίβολα, υπόκεινται σε υπεύθυνη επιστημονική κριτική, όσο αυστηρή και αν είναι. Όχι όμως και σε ανεύθυνη ατεκμηρίωτη κριτική, που αναδεικνύει ασύγγνωστη άγνοια ή και μικροπολιτικές ιδιοτέλειες.
5. Η αγανάκτηση για την καθυστέρηση απονομής της δικαιοσύνης είναι δίκαιη. Θα πρέπει όμως ο παραπάνω βουλευτής να κατευθύνει την αγανάκτησή του, σε εκείνους που πραγματικά ευθύνονται, για την κατάσταση που επικρατεί, δηλαδή, στους εκπροσώπους των κυβερνήσεων και τους πολιτικούς μας, που κατά το παρελθόν αδράνησαν και αδιαφόρησαν και όχι στους Λειτουργούς της Δικαιοσύνης, που ελάχιστα ευθύνονται για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί και κυρίως, για την ανοχή τους στην κατάσταση που έχει περιέλθει η Δικαστική Λειτουργία.
Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι και κενό νοήματος, το καθυστερημένο αόριστο προσκλητήριο του κ. βουλευτή, «για μια μεγάλη δικαστική μεταρρύθμιση που έχει ανάγκη η χώρα», δεδομένου, μάλιστα, ότι, καθ΄ όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο o ίδιος υπήρξε Βουλευτής του τότε Κυβερνώντος Κόμματος και υπεύθυνος του τομέα Δικαιοσύνης, ουδέν αρνητικόν είχε καταλογίσει εις βάρος της Δικαιοσύνης και των Λειτουργών της.
Οι Πρόεδροι των Ενώσεων
Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου
Ειρήνη Γιανναδάκη , Πρόεδρος Εφετών
Κωνσταντίνος Τζαβέλλας, Αντεισαγγελέας Εφετών
Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, Αντιπρόεδρος Ελεγκτικού Συνεδρίου
Κωνσταντίνος Βαρδακαστάνης, Πάρεδρος Ν.Σ.Κ.

ΒΛ ΚΑΙ http://dikastis.blogspot.gr/2015/06/blog-post.html

Πέμπτη 4 Ιουνίου 2015

ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΙΣΧΥΡΟΥ

Ο Διάλογος των Μηλίων με τους Αθηναίους είναι ένα από τα δραματικότερα επεισόδια του Πελοποννησιακού Πολέμου και εξιστορείται στο 5ο βιβλίο της Ιστορίας του Θουκυδίδη. Το περιστατικό συνέβη το 416 π.Χ.. Οι Αθηναίοι επιτέθηκαν στην Μήλο, μια μικρή, Λακεδαιμονική αποικία, με σκοπό να την αναγκάσουν να ενταχθεί στην Αθηναϊκή Συμμαχία. Οι Μήλιοι ζήτησαν να γίνει σεβαστό το δικαίωμά τους να μείνουν ουδέτεροι στη σύγκρουση των Αθηναίων με τη Σπάρτη. Τελικά οι Αθηναίοι εκμεταλλευόμενοι την τεράστια στρατιωτική τους υπεροχή καταλαμβάνουν την Μήλο, εκτελούν όλους τους ενήλικους άνδρες, και εξανδραποδίζουν τις γυναίκες και τα παιδιά, εγκαθιστώντας στο νησί Αθηναίους εποίκους.
Μήλιοι: Αφού αναγκαζόμαστε να μιλήσουμε για το συμφέρον, το οποίο θέσατε ως βάση της συζητήσεως, παραμερίζοντας το δίκαιο, εμείς τουλάχιστον θεωρούμε χρήσιμο να μην παραγνωρίσετε το κοινό συμφέρον αλλά ν’ αναγνωρισθεί γι’ αυτόν που κάθε φορά βρίσκεται σε κίνδυνο, το εύλογο και το δίκαιο και να επιτραπεί σ’ αυτόν να επιδιώξει, με την πειθώ, μερικά ωφελήματα, έστω κι αν τα επιχειρήματά του δεν βρίσκονται μέσα στα πλαίσια του αυστηρού δικαίου. Αυτό, εξ άλλου, συμφέρει και σας εξ ίσου, αφού, αν γιατί, αν νικηθείτε, θα μπορούσατε να γίνετε παράδειγμα στους άλλους για να σας επιβάλουν την πιο μεγάλη τιμωρία. Αθηναίοι: Εμείς για το τέλος της ηγεμονίας μας, αν αυτή θα καταλυθεί κάποτε, δεν ανησυχούμε γιατί δεν είναι επικίνδυνοι στους νικημένους όσοι, όπως οι Λακεδαιμόνιοι, ασκούν ηγεμονία πάνω σ’ άλλους (άλλωστε, δεν έχουμε σήμερα να κάνουμε με τους Σπαρτιάτες), αλλά επικίνδυνοι είναι οι υπήκοοι, αν τυχόν αυτοί ξεσηκωθούν και νικήσουν εκείνους που τους εξουσίαζαν. Όσο γι’ αυτό, ας μείνει σε μας η φροντίδα να αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο. Εκείνο όμως που θέλουμε τώρα να κάνουμε φανερό σ’ εσάς, είναι ότι βρισκόμαστε εδώ για το συμφέρον της ηγεμονίας μας και ότι όσα θα πούμε τώρα, σκοπό έχουν τη σωτηρία της πολιτείας σας, επειδή θέλουμε και χωρίς κόπο να σας εξουσιάσουμε και για το συμφέρον και των δυο μας να σωθείτε.
Σας θέλουμε εχθρούς Μήλιοι: Και πώς είναι δυνατόν να είναι εξ ίσου συμφέρον για εμάς να γίνουμε δούλοι, και συγχρόνως να είναι δικό σας συμφέρον να γίνετε κυρίαρχοί μας;
Αθηναίοι: Επειδή εσείς θα έχετε τη δυνατότητα να υποταχτείτε πριν να πάθετε τις πιο μεγάλες συμφορές, κι εμείς, αν δεν σας καταστρέψουμε, θα έχουμε κέρδος. Μήλιοι: Ώστε, δεν θα μας δεχθείτε να είμαστε φίλοι σας και όχι εχθροί σας, αλλά να διατηρήσουμε την ειρήνη και την ουδετερότητά μας; Αθηναίοι: Όχι, γιατί δεν μας βλάπτει τόσο η έχθρα σας όσο η φιλία σας. Η φιλία σας, στα μάτια των υπηκόων μας, θα ήταν απόδειξη αδυναμίας, ενώ το μίσος σας απόδειξη της δύναμής μας. Μήλιοι: Έτσι σκέφτονται οι υπήκοοί σας για το σωστό, ώστε να βάζουν στην ίδια μοίρα εκείνους που δεν έχουν καμμία φυλετική σχέση μαζί σας κι εκείνους που οι περισσότεροί τους, είτε είναι άποικοί σας, είτε έγιναν άποικοι επειδή αποστάτησαν κι υποτάχτηκαν; Αθηναίοι: Ναι, γιατί νομίζουν ότι λόγια που να στηρίζονται στο δίκαιο δεν λείπουν από κανέναν. Νομίζουμε όμως ότι όσοι διατηρούν την ελευθερία των οφείλουν τούτο στη δύναμή των, εμείς δε δεν επιτιθόμαστε εναντίον αυτών, εξ αιτίας του φόβου. Έτσι, το να σας υποτάξουμε εκτός που θα επέκτεινε την ηγεμονία μας, θα μας πρόσφερε και ασφάλεια, ενώ επειδή νησιώτες είσαστε και ασθενέστεροι από άλλους, θα αποδείκνυε, επιπλέον, ότι δεν είστε ανώτεροι από εμάς, που είμαστε κυρίαρχοι της θάλασσας. (Σημείωση: Άλλο σοβαρό δίδαγμα πολιτικού ρεαλισμού και διεθνούς πολιτικής: Αν θέλεις να διατηρήσεις την ελευθερία σου, φρόντιζε να είσαι ισχυρός. Γιατί, όπως η φύση, έτσι και η πολιτική δεν ανέχεται το κενό. Όταν οι άλλοι ανακαλύψουν ότι είσαι αδύνατος, θα σπεύσουν να σου στερήσουν την ελευθερία σου κατά τον έναν ή τον άλλο τρόπο). Μήλιοι: Δεν νομίζετε όμως, ότι τέτοια ασφάλεια παρέχει η πολιτική, που εμείς προτείνουμε; Γιατί οφείλουμε και πάλι, αφού μας βγάζετε από το έδαφος των επί του δικαίου στηριζομένων επιχειρημάτων και μας επιβάλλετε να υποταχθούμε στο συμφέρον σας, να σας εξηγήσουμε ποιο είναι το δικό μας συμφέρον και να προσπαθήσουμε να σας πείσουμε να το αποδεχτείτε, αν τούτο συμβαίνει να είναι συγχρόνως και δικό σας. Διότι, πώς είναι δυνατόν να μην κάνετε εχθρούς σας, όσους τυχόν είναι σήμερα ουδέτεροι, όταν, βλέποντας αυτοί την τύχη μας, αντιληφθούν, ότι θα έρθει η μέρα, κατά την οποία θα επιτεθείτε και κατ’ αυτών; Και με την πολιτική σας αυτή, τι άλλο κατορθώνετε, παρά να ενισχύσετε εκείνους που είναι ήδη εχθροί σας και να στρέψετε εναντίον σας, παρά τη θέλησή τους, εκείνους που δεν σκέφθηκαν ποτέ να γίνουν εχθροί σας; Αθηναίοι: Καθόλου. Γιατί δεν νομίζουμε ότι είναι πιο επικίνδυνοι για μας, αυτοί που, κατοικώντας κάπου στην στεριά, εξαιτίας της ελευθερίας τους, θ’ αργήσουν πολύ να πάρουν προφυλακτικά μέτρα εναντίον μας, αλλά οι νησιώτες, όσοι, όπως εσείς, βρίσκονται κάπου ανεξάρτητοι, κι όσοι είναι κιόλας ερεθισμένοι από τις αναγκαίες πιέσεις της ηγεμονίας μας. Αυτοί λοιπόν, με το να στηριχτούν πολύ στην απερισκεψία, μπορούν να φέρουν, και τον εαυτό τους κι εμάς, σε φανερούς κινδύνους.
Πριν γίνουμε δούλοι Μήλιοι: Επομένως, αν εσείς αναλαμβάνετε τόσο μεγάλους κινδύνους για να μην καταλυθεί η εξουσία σας κι αν οι υπόδουλοι διακινδυνεύουν τόσο πολύ για να απαλλαγούν από αυτήν, τότε εμείς που είμαστε ακόμα ελεύθεροι, θα θεωρηθούμε τελείως ανίκανοι και δειλοί, αν δεν φτάσουμε στα έσχατα προκειμένου να μην υποδουλωθούμεΑθηναίοι: Όχι, δεν χρειάζεται καθόλου να φτάσετε στα έσχατα, αν σκεφτείτε συνετά. Γιατί δεν αγωνίζεστε περί αρετής με ίσους όρους για να δείξετε την ανδρεία σας, όποτε θα ήταν ντροπή να υποχωρήσετε, αλλά αγωνίζεστε για τη σωτηρία σας. Επομένως δεν πρέπει να αντισταθείτε σε πολύ ανώτερούς σας. (Σημείωση: Στους περσικούς πολέμους, για τους οποίους τόσο επαίρονταν οι Αθηναίοι (χωρίς να είναι οι μόνοι από τους Έλληνες που νίκησαν τους Πέρσες), είχαν αγωνιστεί περί αρετής εναντίον πολύ ισχυρότερου αντίπαλου. Η επιθυμία για ελευθερία ήταν αυτό που έδωσε τη νίκη στους Έλληνες και όχι η υπεροπλία και η αριθμητική υπεροχή. Στο διάλογο με τους Μήλιους οι Αθηναίοι φαίνεται να το έχουν ξεχάσει. Απαιτούν μάλιστα υποταγή με την ίδια ωμότητα που την απαιτούσαν οι Πέρσες από τους Έλληνες). Μήλιοι: Ωστόσο, καμμιά φορά το αποτέλεσμα του πολέμου εξαρτάται από την τύχη και όχι από την υπεροχή δυνάμεων. Αν τώρα εμείς, αμέσως, χωρίς αντίσταση υποχωρήσουμε, δεν έχουμε καμιά ελπίδα σωτηρίας. Αν όμως αντισταθούμε, υπάρχει ελπίδα να σωθούμε. Αθηναίοι: Η ελπίδα την ώρα του κινδύνου είναι παρηγοριά στον άρρωστο. Κι αν βλάψει αυτούς που έχουν άφθονα πολεμικά μέσα, τουλάχιστον δεν τους καταστρέφει εντελώς. Αλλά όσοι τα παίζουν όλα για όλα, όπως στα ζάρια, στηριγμένοι στην ελπίδα (γιατί απ’ τη φύση της είναι σπάταλη), όταν διαψευσθούν, βλέπουν ότι καταστράφηκαν και δεν τους έχει μείνει πια τίποτε. Εσείς λοιπόν που είστε αδύναμοι και βρίσκεστε σε τόσο κρίσιμη θέση, κοιτάξτε να μην το πάθετε αυτό. Ούτε να μοιάσετε μ’ εκείνους που ενώ μπορούν να σωθούν, όταν τους βρουν συμφορές και εξανεμιστεί και η τελευταία φανερή ελπίδα τους, το γυρίζουν στις αφανείς ελπίδες, στους χρησμούς και στις μαντικές και σε όλες αυτές τις ανοησίες που τους προσφέρουν αβέβαιη ελπίδα και τους καταστρέφουν. (Σημείωση: Οι Αθηναίοι μπρος, σ’ αυτό το, εν πάση περιπτώσει, αρκετά ρεαλιστικό επιχείρημα των Μηλίων, τους συμβουλεύουν να μη φτάσουν ως το σημείο της γνωστής παροιμίας, που λέει ότι, «ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται»). Μήλιοι: Ναι, το ξέρουμε, είναι δύσκολο να αγωνιζόμαστε συγχρόνως εναντίον σας και εναντίον της τύχης, εφ’ όσον η τύχη δεν είναι ίση και για τους δυο μας. Αλλά με τη βοήθεια των θεών πιστεύουμε ότι δεν θα είμαστε πιο άτυχοι από σας, γιατί εμείς αγωνιζόμαστε δίκαιοι εναντίον αδίκων. Κι αν είμαστε πιο αδύναμοι από σας, υπολογίστε και τη δύναμη των Σπαρτιατών που θα προστεθεί. Γιατί αυτοί θα έρθουν οπωσδήποτε σε βοήθειά μας, αν όχι γι’ άλλον λόγο, τουλάχιστον λόγω φυλετικής συγγένειας και από φιλότιμο, αφού είμαστε άποικοί τους. Επομένως το θάρρος που επιδεικνύουμε δεν είναι παράλογο.
Όλα για το συμφέρον Αθηναίοι: Ούτε κι εμείς θα στερηθούμε την εύνοια των θεών. Δεν κάνουμε τίποτα που να είναι αντίθετο προς την ευσέβεια απέναντι στο θείο ή αντίθετο στην ανθρώπινη επιθυμία για τις ανθρώπινες σχέσεις. Σύμφωνα με την κρατούσα αντίληψη, οι θεοί και οι άνθρωποι άρχουν κατά φυσική ορμή εκεί που είναι ανώτεροι. Αυτόν τον φυσικό νόμο ακολουθούμε κι εμείς. Δεν τον έχουμε θέσει εμείς, ούτε και είμαστε οι πρώτοι που τον χρησιμοποιούμε. Υπήρχε, τον παραλάβαμε και μετά από μας θα υπάρχει αιώνια. Το ίδιο θα κάνατε κι εσείς στη θέση μας, το ίδιο θα κάνουν όλοι όσοι φτάσουν στο σημείο της δικής μας δύναμης. Άρα, όσον αφορά στους θεούς, δεν έχουμε κανέναν λόγο να φοβόμαστε ότι θα είμαστε πιο άτυχοι από σας. Όσο για τους Σπαρτιάτες που πιστεύετε ότι θα σας βοηθήσουν, είστε πολύ αφελείς. Αυτοί φέρονται τίμια στις δικές τους υποθέσεις μέσα στη χώρα τους. Όταν όμως έχουν να κάνουν με τους άλλους, τότε τίμια είναι γι’ αυτούς τα ευχάριστα και δίκαια όσα τους συμφέρουν. Άρα δεν σας ωφελεί η παράλογη ελπίδα ότι θα σας βοηθήσουν. Μήλιοι: Εμείς πιστεύουμε το αντίθετο. Ότι δηλαδή για το συμφέρον τους, εφόσον είμαστε άποικοί τους, δεν θα θελήσουν να μας προδώσουν, γιατί έτσι θα φανούν αναξιόπιστοι στους φίλους τους, πράγμα που θα ωφελήσει τους εχθρούς τους. Αθηναίοι:Το συμφέρον συμβαδίζει με την ασφάλεια. Το δίκαιο και το τίμιο γίνεται με κίνδυνο. Τέτοιο πράγμα δεν το αποτολμούν οι Σπαρτιάτες. Μήλιοι: Θεωρούμε ότι οι Σπαρτιάτες θα αναλάβουν αυτόν τον κίνδυνο για χάρη μας, επειδή μας θεωρούν πιστότερους από τους άλλους και γιατί βρισκόμαστε πολύ κοντά στην Πελοπόννησο. Αλλά και ως προς το φρόνημα θα μας βρουν πιστότερους λόγω φυλετικής συγγένειας. (Σημείωση: Αυτό, με σημερινούς όρους πάλι, θα το χαρακτηρίζαμε πολιτική αφέλεια. Οι Αθηναίοι, έμπειροι γνώστες της διεθνούς πολιτικής της εποχής τους, γνωρίζουν ότι κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί).
Το ψευδές αίσθημα της τιμής Αθηναίοι: Εγγύηση γι’ αυτούς που συμπολεμήσουν δεν είναι η φιλική διάθεση αυτών που τους καλούν, αλλά αν υπερέχουν σε πραγματική δύναμη κι αυτό το λογαριάζουν οι Σπαρτιάτες, περισσότερο από κάθε άλλον (από έλλειψη άλλωστε εμπιστοσύνης στη δική τους ετοιμασία, μονάχα με πολλούς συμμάχους εκστρατεύουν εναντίον των γειτόνων τους), ώστε δεν φαίνεται πιθανό ότι αυτοί, μ’ εμάς θαλασσοκράτορες, θα στείλουν στρατό σ’ ένα νησί. Μήλιοι: Μπορούν όμως να μας στείλουν άλλους συμμάχους τους. Και ναι μεν, είστε θαλασσοκράτορες εσείς, αλλά το Κρητικό πέλαγος είναι μεγάλο και δεν θα καταφέρετε να τους πιάσετε. Αλλά κι αν ακόμα αποτύχουν οι Σπαρτιάτες στη θάλασσα, μπορούν να στραφούν εναντίον της χώρας σας και εναντίον των συμμάχων σας, σ’ όσους δεν έφτασε ο Βρασίδας. Και τότε ο πόλεμος που θα αναλάβετε, δεν θα αφορά τη Μήλο, μια ξένη γη για σας, αλλά τον ίδιο σας τον τόπο και την επικράτειά σας.(Σημείωση: Κάτι τέτοιο όμως θα σήμαινε παραβίαση της Νικίειου ειρήνης εκ μέρους των Σπαρτιατών. Ήταν άραγε η Μήλος τόσο πολύτιμη γι’ αυτούς, όσο νομίζουν οι Μήλιοι; Ή απλώς θέλουν να φοβερίσουν τους Αθηναίους σαν το ποντίκι που βρυχάται;). Αθηναίοι:Ίσως. Αλλά πολύ καλά γνωρίζετε, ότι οι Αθηναίοι δεν έλυσαν ποτέ καμιά πολιορκία από φόβο για άλλες υποθέσεις. Παρατηρούμε ωστόσο ότι, αν και είπατε ότι θα μιλήσετε για τη σωτηρία σας, όμως παρά τα πολλά σας λόγια, τίποτα δεν αναφέρατε ως τώρα σχετικά με το πώς μπορείτε να σωθείτε. Αυτά όλα που μας αραδιάζετε ως ακλόνητα επιχειρήματα είναι μόνο μελλοντικές ελπίδες, ενώ η δύναμή σας σε σύγκριση με τη δική μας είναι μηδαμινή. Θα δείξετε λοιπόν μεγάλη απερισκεψία, αν μετά το τέλος αυτής της συζήτησης δεν αποφασίσετε κάτι λογικότερο. Θα προτιμήσετε με άλλα λόγια την οδό της ντροπής, αν δεν υποταχτείτε με τη θέλησή σας. Η οποία ντροπή οδηγεί σε κινδύνους εξευτελιστικούς και ολοφάνερους. Πολλοί άνθρωποι μολονότι είδαν το μεγάλο κίνδυνο προς τον οποίο ανοήτως οδηγούνταν, όμως δελεάστηκαν και παρασύρθηκαν από τη δύναμη της λέξης «αισχρό» (την υπακοή δηλαδή στους ισχυρότερους). Έτσι έπεσαν εκούσια σε αθεράπευτες συμφορές και δοκίμασαν χειρότερη ντροπή υποδουλωμένοι με δική τους απόφαση. Στη ντροπή αυτή προστέθηκε και η κατηγορία της ανοησίας τους και όχι της κακής τους τύχης. Απ’ αυτό θα προφυλαχτείτε, αν σκεφτείτε φρόνιμα. Αν δεν θεωρήσετε άπρεπο να υποταχτείτε σε ισχυρότατη πόλη που σας κάνει ήπιες προτάσεις, δηλαδή να γίνετε σύμμαχοί της, να κατέχετε τη χώρα σας και να καταβάλλετε φόρο. Σας δόθηκε η ευκαιρία να εκλέξετε μεταξύ πολέμου και ειρήνης, μην αποφασίσετε λοιπόν το χειρότερο. Πολλά κατορθώνουν αυτοί που δεν υποχωρούν στους ίσους τους, που υπακούν στους ισχυρότερούς τους και που φέρονται με μετριοπάθεια στους κατώτερούς τους. Τώρα που εμείς αποχωρούμε, σκεφτείτε ότι αποφασίζετε για την πατρίδα σας που είναι μία. Με μία μόνο απόφασή σας θα την ανορθώσετε ή θα την καταστρέψετε.
Όταν έφυγαν οι Αθηναίοι, οι Μήλιοι συζήτησαν μεταξύ τους και κατόπιν έδωσαν στους Αθηναίους την εξής περήφανη απάντηση που ηχεί αλλόκοτα σε κείνους αλλοτριωμένους καιρούς:
Ούτε την αρχική μας απόφαση αλλάζουμε ούτε θα επιτρέψουμε να καταργηθεί μέσα σε λίγο χρόνο η ελευθερία μιας πόλης που κατοικείται εδώ και εφτακόσια χρόνια. Πιστεύοντας στην καλή τύχη από μέρους των θεών και στη βοήθεια από μέρους των ανθρώπων και ιδιαίτερα από μέρους των Σπαρτιατών, θα προσπαθήσουμε να τη σώσουμε. Σας ζητάμε να φύγετε από τη χώρα μας. Είμαστε φίλοι και με σας και με τους Σπαρτιάτες. Ας κάνουμε μεταξύ μας συνθήκες επωφελείς και για τους δυο μας.
Με τη σειρά τους οι πρέσβεις των Αθηναίων, τους έδωσαν την εξής ειρωνική, περιφρονητική, κυνική και απόλυτα ρεαλιστική απάντηση:
Όπως φαίνεται από την απόφασή σας, μόνο εσείς από όλους τους ανθρώπους πιστεύετε ότι τα μέλλοντα είναι πιο σίγουρα από αυτά που βρίσκονται μπροστά στα μάτια σας. Βλέπετε να πραγματοποιούνται τώρα τα αόρατα, επειδή αυτό επιθυμείτε. Θα αποτύχετε οικτρά παραδομένοι στις ελπίδες σας, στην τύχη και στους Σπαρτιάτες.
Η σφαγή των Μηλίων Οι Αθηναίοι πρέσβεις γύρισαν στο στρατόπεδο κι οι στρατηγοί, αφού οι Μήλιοι δεν υποχωρούσαν σε τίποτε, άρχισαν αμέσως τις εχθροπραξίες, κι αφού μοίρασαν τη δουλειά στα στρατιωτικά τμήματα της κάθε πόλης έζωσαν κυκλικά με τείχος τους Μήλιους. Ύστερα οι Αθηναίοι άφησαν φρουρά από δικούς τους στρατιώτες και συμμάχους, στη στεριά και στη θάλασσα, κι έφυγαν με το μεγαλύτερο μέρος τους στρατού. Οι υπόλοιποι έμειναν και πολιορκούσαν τον τόπο. Επωφεληθέντες οι Μήλιοι, κατέλαβαν με νυκτερινή έφοδο το μέρος του περιτειχίσματος των Αθηναίων, όπου ήταν η αγορά τους, σκότωσαν μερικούς Αθηναίους και αφού έφεραν στην πόλη τρόφιμα και όσα άλλα χρήσιμα μπόρεσαν, αποσύρθηκαν και παρέμειναν σε αδράνεια. Έπειτα από αυτό οι Αθηναίοι βελτίωσαν την επιτήρησή τους. Έτσι, τελείωσε το καλοκαίρι. Το χειμώνα που επακολούθησε, οι Μήλιοι πάλι σ’ άλλο σημείο κυρίεψαν ένα μέρος απ’ το τείχος των Αθηναίων που τους έζωνε, όπου οι φρουροί δεν ήταν πολλοί. Ύστερα απ’ τα γεγονός αυτό ήρθε κι άλλος στρατός απ’ την Αθήνα, με αρχηγό τον Φιλοκράτη του Δημέα. Ο αποκλεισμός έγινε πλέον στενότατος και συγχρόνως μερικοί από τους Μήλιους ήλθαν σε μυστικές συνεννοήσεις με τους Αθηναίους. Φαίνεται, ότι όλοι οι Μήλιοι δεν ήταν σύμφωνοι με την αδιάλλακτη στάση των αρχόντων των. Συνθηκολόγησαν με τους Αθηναίους, με τον όρο να αποφασίσουν εκείνοι για την τύχη τους. Και αυτοί κατέσφαξαν όλους τους ενηλίκους άνδρες, ενώ τα γυναικόπαιδα τα πούλησαν ως δούλους. Έπειτα δε, έστειλαν πεντακόσιους Αθηναίους πολίτες και εποίκισαν τη Μήλο με νέο πληθυσμό. Μία από τις σκληρότερες γενοκτονίες της αρχαίας ελληνικής ιστορίας είχε συντελεσθεί. Και αποτέλεσε ένα στίγμα της Αθηναϊκής Συμπολιτείας, που τόσο προωθημένη ήταν, από πολλές απόψεις, στον πολιτισμό.

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2015

Η ΑΡΧΗ «ne bis in idem» με αφορμή την με αριθμό 1741/2015 Απόφαση Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας


Μελέτη
ΑΝΤΩΝΗ Π.ΑΡΓΥΡΟΥ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ : Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την με αριθμό 1741/2015 απόφασή της, έκρινε ότι δεν προσκρούει στην ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία, αλλά ούτε στις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δ.Ε.Ε.) και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η διπλή ποινή (χρηματικό πρόστιμο και ποινική καταδίκη) για τις περιπτώσεις της λαθρεμπορίας, αλλά δεν  αποτελεί διπλή κύρωση για το ίδιο αδίκημα και δεν παραβιάζεται έτσι  η αρχή«ne bis in idem» δηλ. «κανείς δεν διώκεται, ούτε τιμωρείται ποινικά δις για το ίδιο αδίκημα».

 Η με αριθμό 1741/2015 απόφασή του ΣτΕ, αφού ανήρεσε απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά που είχε κρίνει τα αντίθετα, υποχρέωσε εταιρεία πετρελαιοειδών να πληρώσει το ποσό που της επιβλήθηκε από το Τελωνείο, λόγω λαθρεμπορίας,  παρά το γεγονός ότι από τα Ποινικά Δικαστήρια αθωώθηκε η επίμαχη εταιρεία λόγω αμφιβολιών.
Το ΣτΕ έκρινε ότι το πολλαπλό τέλος που προβλέπει ο Τελωνειακός Κώδικας «δεν συνιστά ποινή του ποινικού δικαίου, που επιβάλλεται από τα ποινικά δικαστήρια υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις της ποινικής διαδικασίας με σκοπό αυτόν που χαρακτηρίζει την "ποινή", δηλαδή τη γενικότερη νομική, ηθική και κοινωνική αποδοκιμασία της συμπεριφοράς του δράστη, αλλά έχει χαρακτήρα, όπως ρητώς άλλωστε διαλαμβάνεται στη διάταξη του άρθρου 89 παρ.2 του Τελωνειακού Κώδικα, διοικητικής κυρώσεως που επιβάλλεται από διοικητικά όργανα -υπό τον ουσιαστικό έλεγχο των διοικητικών δικαστηρίων- και εξυπηρετεί διαφορετικό σκοπό, που είναι η διασφάλιση της εισπράξεως κοινοτικών και εθνικών πόρων καθώς και η τήρηση και ομαλή εφαρμογή των κανόνων της τελωνειακής διαδικασίας».
Περαιτέρω  η με αριθμό 1741/2015 απόφασή του ΣτΕ αναφέρει  ότι «το πολλαπλό τέλος όχι μόνο κατά τον τυπικό χαρακτηρισμό του στην ελληνική νομοθεσία αλλά και κατά τη φύση και τον χαρακτήρα του διαφέρει από τις κυρώσεις ποινικής φύσεως». Εξάλλου, αναφέρει  το Σ.τ.Ε στην με αριθμό 1741/2015 απόφασή του ότι « εφ' όσον η κύρωση του πολλαπλού τέλους δεν έχει ποινικό χαρακτήρα, δεν ανακύπτει ζήτημα εφαρμογής της αρχής ne bis in idem που διαλαμβάνεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ καθώς και στο άρθρο 50 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης».
Τέλος, αναφέρει η με αριθμό 1741/2015 απόφασή του ΣτΕ ότι η αμετάκλητη[1] αθώωση του κατηγορουμένου από τα ποινικά δικαστήρια δεν αποκλείει την -κατόπιν συνεκτιμήσεως της αθωώσεώς του αυτής- αιτιολογημένη διαφορετική κρίση στο πλαίσιο της διοικητικής δίκης περί επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω λαθρεμπορίας, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν η αθώωση είναι λόγω αμφιβολιών.
1.-Η Αρχή «ne bis in idem»
Η με αριθμό 1741/2015 απόφασή του ΣτΕ είναι μια αξιοσημείωτη απόφαση που αντιμετωπίζει μια σειρά  από σημαντικά νομικά  ζητήματα, με την θεώρηση όμως του εθνικού δικαίου (και του «Ελληνικού δράματος»[2] τολμώ να πω) και με την έντονη  προβληματική από την διαμορφωμένη νομολογίας του ΕΣΔΑ και του ΔΕΕ ειδικότερα;
1.1-Η αρχή, «ne bis in idem» είναι θεμελιώδης για το ποινικό δίκαιο, κατοχυρώνεται ρητώς στο αρ. 4 παρ. 1 του 7ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ, στο αρ. 14 παρ. 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και, πλέον, στο άρθρο 50 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα δε με αυτή, δεν επιτρέπεται η ποινική δίωξη ή καταδίκη ατόμου για μια παράβαση για την οποία έχει ήδη αθωωθεί ή καταδικαστεί αμετάκλητα από δικαστήρια του ίδιου κράτους
Η ΟλΑΠ με την 1/2011 έκρινε ότι : «το Διεθνές Σύμφωνο του ΟΗΕ που υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 16.12.1966 και κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Ν. 1462/1997, επιβάλλει την υποχρέωση στα Συμβαλλόμενα Κράτη να δημιουργήσουν, σύμφωνα με τις συνταγματικές τους διαδικασίες και τις διατάξεις του Συμφώνου, τις απαραίτητες προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν τη λήψη μέτρων νομοθετικού ή άλλου χαρακτήρα, καταλλήλων για την προστασία των δικαιωμάτων, που αναγνωρίζονται στο Διεθνές Σύμφωνο στις περιπτώσεις όπου τέτοιες διατάξεις ή μέτρα δεν έχουν ήδη προβλεφθεί. Με την παράγραφο 7 του άρθρου 14 του Διεθνούς Συμφώνου καθιερώνεται η αρχή ότι "κανείς δεν δικάζεται ούτε τιμωρείται για ένα αδίκημα για το οποίο έχει ήδη απαλλαγεί ή καταδικασθεί με οριστική απόφαση, που εκδόθηκε σύμφωνα με το δίκαιο στην ποινική δικονομία κάθε χώρας". Η διατύπωση αυτή σημαίνει αλλά και η πρόδηλη έννοια της διατάξεως αυτής δεν μπορεί να είναι παρά ότι κανένας δεν δικάζεται ούτε τιμωρείται και πάλι από τα δικαστήρια κάθε επί μέρους συμβαλλομένης χώρας, ήτοι "του ίδιου Κράτους". Τούτο επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι η διάταξη αυτή περιλαμβάνεται στο Σύμφωνο που παρέχει οδηγίες προς τα συμβαλλόμενα Κράτη-Μέλη για την προσαρμογή της νομοθεσίας τους.» 
1.2.-.Η εφαρμογή της αρχής ne bis in idem στις διοικητικές κυρώσεις  αντιμετωπίσθηκε  με την απόφαση Zolotukhin του ΕΔΔΑ[3] .
Το ΕΔΔΑ, αναγνώρισε ότι η ένταξη μιας κύρωσης στην ύλη του διοικητικού δικαίου κατά την εσωτερική έννομη τάξη, δεν αρκεί για να αποκλείσει την υπαγωγή της στην έννοια της «κατηγορίας ποινικής φύσεως», όπως αυτή περιλαμβάνεται στη διάταξη της παρ. 1 του αρ. 6 της ΕΣΔΑ.
Για την υπαγωγή αυτή το ΕΔΔΑ χρησιμοποιεί τρία κριτήρια, ευρύτερα γνωστά και ως «κριτήρια Engel[4]»(βλ αναλυτικά στην παράγραφο 1.2). τα κριτήρια αυτά δεν αντιμετώπισε η με αριθμό 1741/2015 απόφασή του ΣτΕ .
Τα κριτήρια αυτά δεν είναι απαραίτητο να συντρέχουν σωρευτικά προκειμένου να χαρακτηριστεί μια κύρωση ως ποινικής φύσεως, αν και δεν αποκλείεται μια σωρευτική εκτίμησή τους, όταν η εξέταση των επιμέρους στοιχείων δεν αρκεί για να σχηματιστεί μία ασφαλής γνώμη ως προς την ποινική φύση της κύρωσης. Ενδεικτικά, το ΕΔΔΑ εξετάζει ως κριτήρια τη σοβαρότητα του αδικήματος αυτού καθ’ αυτού, τον αποτρεπτικό και κατασταλτικό χαρακτήρα της κύρωσης και το ύψος του προστίμου [5]
1.3.-Στην Απόφαση της 9-1-2014. Μ. Τασιούλη κατά Ελλάδος έκρινε το ΕΔΔΑ ότι: «Ο κανόνας δικαίου, τον οποίο παραβίασε η ενδιαφερομένη απευθύνεται σε όλους τους πολίτες υπό την ιδιότητα του φορολογουμένου. Επιτάσσει συγκεκριμένη συμπεριφορά, ήτοι την δήλωση υπαλλήλου και συνδυάζει την απαίτηση αυτή με κύρωση με χαρακτήρα τιμωρητικό. Το επίδικο πρόστιμο δεν αφορά, λοιπόν, την χρηματική αποζημίωση ζημίας, αλλά αποσκοπούσε στην τιμωρία με σκοπό την αποφυγή επαναλήψεως της αξιόποινης πράξεως. Έτσι, ο γενικός χαρακτήρας της, παραβιαζομένης από την προσφεύγουσα νομικής διάταξης καθώς και ο στόχος ταυτόχρονα προληπτικός και κατασταλτικός της επιβληθείσης κυρώσεως αρκούν στον να θεμελιώσουν τον ποινικό χαρακτήρα της επίδικης παραβάσεως απέναντι στο άρθρο 6 της Συμβάσεως. Σχετικώς με ό,τι προηγείται, το Δικαστήριο καταλήγει ότι η προσφεύγουσα απετέλεσε αντικείμενο «κατηγορίας ποινικής φύσεως» . Το άρθρο 6 της Συμβάσεως εφαρμόζεται, συνεπώς, στην περίπτωση αυτή.» . Με βάση Τις σκέψεις αυτές ενέταξε το ΕΔΔΑ στις ποινικής φύσεως τις κυρώσεις που προβλέπονται στο ελληνικό δίκαιο για τελωνειακές παραβάσεις
Μετά τη ρητή υπαγωγή από το ΕΔΔΑ στις κατηγορίες ποινικής φύσεως των κυρώσεων που προβλέπονται στο ελληνικό δίκαιο για τελωνειακές παραβάσεις (βλ. ΕΔΔΑ της 24/9/1997, Γαρυφάλλου ΑΕΒΕ κατά Ελλάδος, 93/1996/712/909) αποτελεί πλέον κοινό τόπο στη νομολογία των ελληνικών διοικητικών δικαστηρίων, η αναγνώριση της ένταξης των σοβαρότερων διοικητικών κυρώσεων στο κανονιστικό πεδίο του αρ. 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ.
1.4.-Το ΣτΕ[6] με την μεχρι τώρα  νομολογία του[7] δέχτηκε οτι : «Γίνεται παγίως δεκτό (ΣτΕ 2067/2011 7μ., 990/2004 Ολομ. κ.ά.), κατά την έννοια των άρθρων 89 και επόμενα του ν. 1165/1918 διατάξεων του Τελωνειακού Κώδικα σε συνδυασμό με την παρ. 2 του άρθρου 5 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ), το οποίο ορίζει ότι «Τα δικαστήρια δεσμεύονται, επίσης, ..και από τις αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη», η διοικητική διαδικασία επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω της τελωνειακής παραβάσεως της λαθρεμπορίας είναι αυτοτελής σε σχέση με την αντίστοιχη ποινική διαδικασία και το διοικητικό δικαστήριο, όταν κρίνει επί υποθέσεως επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω λαθρεμπορίας, δεν δεσμεύεται από την τυχόν προηγηθείσα αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, εκτός αν πρόκειται για αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση, αλλά υποχρεούται απλώς να την συνεκτιμήσει κατά την διαμόρφωση της κρίσεώς του. Τούτο δεν απαιτείται να εξαγγέλλεται ρητά, αλλά αρκεί να συνάγεται από το όλο περιεχόμενο της αποφάσεως του δικαστηρίου της ουσίας (ΣτΕ 990/2004 Ολομ., 671, 1067/2013, 2067/2011 7μ., 4506/2011 7μ., 1522/2010 7μ.). Εξάλλου, στο άρθρο 4 παρ. 1 του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) (ν.δ. 53/1974 – Α΄ 256 και ν. 1705/1987 – Α΄ 89), στο οποίο κατοχυρώνεται η αρχή ne bis in idem (βλ. και αντίστοιχη ρύθμιση στο άρθρο 50 του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης), ορίζεται ότι «Κανένας δεν μπορεί να διωχθεί ή καταδικασθεί ποινικά από τα δικαστήρια του ίδιου κράτους, για μια παράβαση για την οποία ήδη αθωώθηκε ή καταδικάστηκε με αμετάκλητη απόφαση σύμφωνα με το νόμο και την ποινική δικονομία του κράτους αυτού». Περαιτέρω, ανεξαρτήτως του εάν, βάσει της συνταγματικής αρχής της ισότητας των διαδίκων, ανακύπτει ζήτημα επεκτατικής εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 5 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. και σε περίπτωση αθωωτικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου από σχετική ποινική κατηγορία λαθρεμπορίας, πάντως τέτοιο ζήτημα δεν γεννάται αν η αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου δεν είναι αμετάκλητη (ΣτΕ 2951/2013). Κατά την έννοια δε του άρθρου 5 του Κ.Δ.Δ., το διοικητικό δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το αμετάκλητο απόφασης ποινικού δικαστηρίου, μόνο όταν του προβάλλεται προσηκόντως εκ μέρους των διαδίκων, αυτεπαγγέλτως δε, κατά τη ρητή διάταξη της παρ. 4 αυτού, μόνον «εφόσον τούτο προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας» (ΣτΕ 1067, 2951/2013, 1522/2010 7μ.)
2.5 Το  ΕΔΔΑ με απόφαση του 30.4.2015, στην υπόθεση « Καπετάνιος και άλλοι κατά Ελλάδας»[8](3453/12, 42941/12 και 9028/13) εξεταζοντας την αρχή Ne bis in idem (άρ. 4 του 7ου Πρωτ. ΕΣΔΑ) και τεκμήριο αθωότητας (άρ. 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ) σε διοικητικές διαφορές καταδίκασε την  Ελλάδα σε τρεις υποθέσεις, κριθείσες από το ΣτΕ (αποφάσεις ΣτΕ 1999/2011, 3616/2011 και 3457/2012, αντίστοιχα)  που αφορούσαν επιβολή μεγάλων διοικητικών προστίμων που αφορούσαν καταλογιστικές πράξεις της τελωνειακής αρχής για τελωνειακές παραβάσεις λαθρεμπορίας (όπλου και ηλεκτρονικών συσκευών, καυσίμων και αυτοκινήτων,) σε υποθέσεις όπου οι αιτούντες διώχθηκαν ποινικά για τις ίδιες κατ’ ουσίαν λαθρεμπορικές παραβάσεις και αθωώθηκαν με αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων, που κατέστησαν αμετάκλητες. Για τα πρόστιμα απερρίφθησαν από τα διοικητικά δικαστήρια και το ΣτΕ τα  ένδικα μέσα κατά των ανωτέρω προστίμων. το ΕΔΔΑ έκρινε ότι : 1) Πρόκειται για «ποινικές» υποθέσεις, σύμφωνα με τα κριτήρια Engel. 2)Ότι εφόσον ο καθού επικαλείται ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου την σχετική αθωωτική ποινική απόφαση, το διοικητικό δικαστήριο οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως την επιρροή που μπορεί να έχει η απόφαση αυτή στην κρίση του επί της υπόθεσης· άλλως, θα ανεχόταν σκοπίμως μια κατάσταση που ενδέχεται να είναι αντίθετη  προς την αρχή ne bis in idem  –3) Ότι στη μια υπόθεση δεν θα έπρεπε καν να έχει επιβληθεί διοικητικό πρόστιμο, δεδομένου ότι κατά το χρόνο έκδοσης της επίδικης καταλογιστικής πράξης είχε ήδη καταστεί αμετάκλητη η οικεία αθωωτική ποινική απόφαση .
 3.6.-ΚΡΙΤΗΡΙΑ ENGEL
Το ΕΔΔΑ προκειμένου να μην διαφεύγει κάθε κράτος των υποχρεώσεών του μεταμφιέζοντας καταδίκες και διώξεις που ως εκ της φύσεώς τους είναι πράγματι ποινικές σε άλλης μορφής κυρώσεις, χρησιμοποίησε τρία κριτήρια, τα γνωστά ως κριτήρια Engel[9]:
 α) το εάν η σχετική νομοθετική διάταξη ανήκει στην ύλη του εθνικού ποινικού δικαίου,
β) την φύση της παραβάσεως και
γ) την φύση και τον βαθμό σοβαρότητας της κύρωσης που κινδυνεύει να υποστεί ο ενδιαφερόμενος (βλ. Αποφασεις ΕΔΔΑ, Ezech et Connors κατά Ηνωμένου Βασιλείου [GC], υπ’ αριθμόν 39665/98 και 40086/09, παρ. 82, ΕΔΔΑ 2003-Χ).
3.8.- Η αρχή Ne bis in idem είναι κοινή και στο δίκαιο ΕΕ.. Με το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο οποίος, από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, έχει δεσμευτικό χαρακτήρα αναγνωρίζεται η αρχή βάσει της οποίας «κανείς δε διώκεται, ούτε τιμωρείται ποινικά δις για το ίδιο αδίκημα» («ne bis in idem») έτσι έκρινε ΔΕΕ  στην υπόθεση C617/10, με αντικείμενο αίτησηπροδικαστικής αποφάσεως βάσει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, στην υποθεση Åklagaren κατά Hans Åkerberg Fransso.
3.9- Το ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟ:
 Η αρχή ne bis in idem, και η οποία έχει πεδίο εφαρμογής στην με αριθμό 1741/2015 απόφασή του ΣτΕ που αφορά «κατηγορία ποινικής φύσης» κατά την έννοια του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ, συνάγεται ότι διοικητικό δικαστήριο ουσίας που κρίνει επί διαφοράς από πράξη επιβολής πολλαπλών τελών για λαθρεμπορία υποχρεούται να τερματίσει την ενώπιόν του διαδικασία με έκδοση απόφασης που ακυρώνει την πράξη επιβολής των τελών ή, αν αυτή έχει ήδη ακυρωθεί, που επικυρώνει τη σχετική κρίση, εφ’ όσον επί της αντίστοιχης ποινικής κατηγορίας για λαθρεμπορία κατά του αυτού προσώπου βάσει των ιδίων κατ’ ουσίαν πραγματικών περιστατικών, έχει εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική ή καταδικαστική απόφαση. (Βλ. μειοψηφίας στη σκέψη 8 της ΣτΕ 1522/2010 και ΣτΕ 3616/2011).
Παραβίαση δεδικασμένου, υπάρχει, αν εναντίον κάποιου ασκηθεί νέα ποινική δίωξη για την ίδια πράξη, ως τοιαύτης νοουμένης του ιδίου ιστορικού γεγονότος στο σύνολό του, το οποίο περιλαμβάνει, όχι μόνον την ενέργεια ή την παράλειψη του δράστη, αλλά επί ουσιαστικών εγκλημάτων και το ανήκον στην αντικειμενική τους υπόσταση αποτέλεσμα, για την οποία αμετακλήτως καταδικάστηκε ή αθωώθηκε ο κατηγορούμενος ή έπαυσε η ποινική δίωξη προηγουμένως. Οταν υπάρχει δεδικασμένο, κηρύσσεται απαράδεκτη η νέα δίωξη, ο δε επικαλούμενος αυτό οφείλει να το αποδείξει εγγράφως, ήτοι με την προσκομιδή ενώπιον του Αρείου Πάγου πλήρους αντιγράφου της αποφάσεως από την οποία απορρέει και, επιπροσθέτως, βεβαιώσεως, από την οποία να προκύπτει ότι η απόφαση είναι αμετάκλητη, κατ` άρθρο 546 παρ. 2 ΚΠΔ(ΑΠ 138/2013)
Η ύπαρξη και το αμετάκλητο των εν λόγω ποινικών αποφάσεων εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το διοικητικό δικαστήριο ως προϋπόθεση της ως άνω δημοσίας τάξεως υποχρεώσεώς του, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του Κ.Δ.Δ. περί αυτεπάγγελτης λήψης υπ’ όψη του δεδικασμένου. Υπό την προϋπόθεση, σύμφωνα και με την τελευταία αυτή διάταξη, ότι η σχετική ποινική απόφαση περιέχεται στα στοιχεία της δικογραφίας. Και αν μεν η απόφαση αυτή συμβαίνει να έχει προσαχθεί από τους διαδίκους προαποδεικτικά και με νόμιμο τρόπο, κατά το άρθρο 150 Κ.Δ.Δ., τότε λαμβάνεται υπ’ όψη άνευ άλλου αν δε προσκομισθεί μετά τη συζήτηση της υποθέσεως, το δικαστήριο, εναρμονίζοντας στην περίπτωση αυτή την υποχρέωσή του προς αυτεπάγγελτη εξέταση του ζητήματος με τη θεμελιώδη αρχή της αντιμωλίας, εκδίδει προδικαστική απόφαση προκειμένου να τη λάβει υπ’ όψη αφού περιληφθεί νομίμως στο φάκελο της υποθέσεως και δοθεί έτσι η δυνατότητα στους διαδίκους να ακουσθούν επ’ αυτού (ΣτΕ 3616/2011).
Σε κάθε δε περίπτωση, εφ’ όσον προβληθεί σχετικός ισχυρισμός, έστω και το πρώτον μετά τη συζήτηση της υποθέσεως (ΣτΕ, Ολομ., 4487/2001), το δικαστήριο οφείλει να διαλάβει στην απόφασή του σχετική αιτιολογία.
3.10.ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ:
Η κρίση της με αριθμό 1741/2015 απόφασής του ΣτΕ ότι «διότι η απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, όπως την παραθέτει και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ήχθη στο συμπέρασμά της λόγω αμφιβολιών.» έρχεται σε αντίθεση  με το τεκμήριο αθωότητας  .
Με την κύρωση της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το άρ.6 παρ.2 ΕΣΔΑ[10], το οποίο ορίζει ότι «Παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του», απέκτησε αυξημένη τυπική ισχύ βάσει του άρθρου 28§2 του Συντάγματος και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής έννομης τάξης, χωρίς μάλιστα να είναι δυνατή η κατάργησή του με νόμο. Σε κοινοτικό επίπεδο, με το άρ.6 παρ.2 της Συνθήκης για την ΕΕ το οποίο ορίζει ότι «Η Ένωση σέβεται τα θεμελιώδη Δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται με την ΕΣΔΑ και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, που υπογράφηκε στην Ρώμη στις 4-11-1950, και όπως προκύπτουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, ως γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου», καθίσταται σαφές ότι το τεκμήριο αθωότητας αποτελεί μέρος όχι μόνο του εσωτερικού μας δικαίου αλλά και του κοινοτικού, με κοινό μάλιστα τρόπο κατοχύρωσης τους το άρθρο 6§2 της ΕΣΔΑ. Επιπλέον, και σε νομολογιακό επίπεδο, το ΔΕΕ αναγνωρίζει το τεκμήριο μέσω της ΕΣΔΑ και των γενικότερων συνταγματικών αρχών των κρατών-μελών, θεωρώντας το αναπόσπαστο μέρος των γενικών αρχών του δικαίου, των οποίων την τήρηση διασφαλίζει το Δικαστήριο.
Άλλωστε το  Ε.Δ.Δ.Α. στην  υπόθεση Β. Σταυρόπουλος κατά  Ελλάδας (απόφαση: της 27.9.2007 προσφυγη: 35522/04) έκρινε[11] ότι: «. Το Ε.Δ.Δ.Α. εκτιμά ότι κατά την αρχή "in dubio pro reo", που συνιστά μια ιδιαίτερη έκφανση της αρχής του τεκμηρίου αθωότητας, καμία ποιοτική διαφοροποίηση δεν πρέπει να υπάρχει μεταξύ της αθώωσης ελλείψει αποδείξεων και της αθώωσης μετά από τη διαπίστωση πέραν πάσης αμφιβολίας της αθώωσης του κατηγορούμενου. Πράγματι, οι αθωωτικές αποφάσεις δεν διαφοροποιούνται βάσει των αιτιολογιών που κάθε φορά εκφέρει ο ποινικός δικαστής. Αντιθέτως, στα πλαίσια του άρθρου 6 § 2 Ε.Σ.Δ.Α., το διατακτικό μιας αθωωτικής απόφασης πρέπει να γίνεται σεβαστό από κάθε άλλη αρχή που κρίνει, κατά τρόπο άμεσο ή έμμεσο, επί της ποινικής ευθύνης του κατηγορουμένου.»
4.8.-Συμπερασματικα:1) Επί παραβάσεων του Τελωνειακού Κώδικα προβλέπεται από το νομοθέτη η επιβολή κυρώσεων, αφ’ ενός μεν, από τα ποινικά δικαστήρια, αφ’ ετέρου δε, από την Διοίκηση, η δε διαδικασία ενώπιον της Διοικήσεως και περαιτέρω ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, οδηγεί στην επιβολή πολλαπλού τέλους, έχει και αυτή, κατ’ εφαρμογή των κριτηρίων Engel, ποινικό χαρακτήρα, εμπίπτει, σύμφωνα με την απόφαση Zolotukhin, που αναθεώρησε όλη την προγενέστερη σχετική νομολογία του ΕΔΔΑ, στο πεδίο εφαρμογής της αρχής nοn bis in idem.  Με την νομολογία του ΕΔΔΑ τίθεται  το ζήτημα της δεσμεύσεως και των διοικητικών δικαστηρίων από τις τελεσίδικες αθωωτικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων, στις περιπτώσεις που τα ίδια πραγματικά περιστατικά και η ίδια προσωπική συμπεριφορά στοιχειοθετούν εκτός από ποινικό αδίκημα και διοικητική παράβαση, διότι διαφορετικά παραβιάζεται το τεκμήριο αθωότητας που καθιερώνει το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 (Α 256) και η αρχή «ne bis in idem». Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), ερμηνεύοντας την διάταξη αυτή, έχει δεχθεί ότι απόφαση διοικητικού δικαστηρίου που έπεται τελικής (ήτοι «αμετάκλητης» ΣτΕ 1311, 2951/2013) αθωωτικής αποφάσεως ποινικού δικαστηρίου για το ίδιο πρόσωπο δεν πρέπει να την παραβλέπει και να θέτει εν αμφιβόλω την αθώωση, έστω και αν αυτή εχώρησε λόγω αμφιβολιών (ΕΔΔΑ 27.9.2007, 35522/04, Σταυρόπουλος κατά Ελλάδας, σκέψη 39 και ΕΔΔΑ 13.7.2010, 25720/05, Tendam κατά Ισπανίας, σκέψη 37) και, συνεπώς, το διοικητικό δικαστήριο υποχρεούται να απόσχει από τη διατύπωση κρίσεως ή αιτιολογίας που να θέτει εν αμφιβόλω το αθωωτικό αποτέλεσμα της οικείας ποινικής διαδικασίας (ΕΔΔΑ 27.9.2011, 23272/07, Hrdalo κατά Κροατίας, σκέψη 54)
2)Η Ελληνική έννομη τάξη πρέπει πρώτα απ’ όλα να προβεί σε αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις ,ώστε να εναρμονισθεί πλήρως με την νομολογία του Στρασβούργου ,αλλά στο μεταξύ πρέπει άμεσα να φροντίσει ώστε οι διωκτικές Αρχές να οδηγούν τους υπαιτίους στα ποινικά δικαστήρια, προσκομίζοντας  τις αποδείξεις ενοχής, αλλιώς τα διοικητικά δικαστήρια θα οδηγούνται  μοιραία μετά από αθωωτικές αποφάσεις στα ανωτέρω αδιέξοδα που επισημάναμε.
Αντώνης Π. Αργυρός
argyros.office@gmail.com



[1] Το ΣτΕ στην 4571/2014  Απόφαση του έκρινε ότι: «βάσει της συνταγματικής αρχής της ισότητας των διαδίκων, ανακύπτει ζήτημα επεκτατικής εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 5 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. και σε περίπτωση αθωωτικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου από σχετική ποινική κατηγορία λαθρεμπορίας, πάντως τέτοιο ζήτημα δεν γεννάται αν η αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου δεν είναι αμετάκλητη (ΣτΕ 2951/2013). Κατά την έννοια δε του άρθρου 5 του Κ.Δ.Δ., το διοικητικό δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το αμετάκλητο απόφασης ποινικού δικαστηρίου, μόνο όταν του προβάλλεται προσηκόντως εκ μέρους των διαδίκων, αυτεπαγγέλτως δε, κατά τη ρητή διάταξη της παρ. 4 αυτού, μόνον «εφόσον τούτο προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας» (ΣτΕ 1067, 2951/2013, 1522/2010 7μ.).»
[2] Αναφέρομαι στην δημοσιονομική κρίση κυρίως ,αλλά και στην» αδυναμία» των διωκτικών αρχών να αποδείξουν με αδιάσειστα στοιχεία  στα ποινικά κυρίως δικαστήρια την διάπραξη μεγάλων υποθέσεων λαθρεμπορίας ,με αποτέλεσμα την απαλλαγή των κατηγορουμένων ,»λόγω αμφιβολιών»
[3] ΕΔΔΑ (τμήμα μειζ. σύνθεσης) Υπόθεση Zolotukhin κατά Ρωσίας (Προσφυγή Νο 14939/03), Απόφαση της 10ης Φεβρουαρίου 2009.
[4] ΕΔΔΑ Υπόθεση Engel κ.λ.π. κατά Ολλανδίας, Απόφαση της 8ης Ιουνίου 1976.
[5] βλ. ΕΔΔΑ της 6/12/2007, ΓΙΑΝΝΕΤΑΚΗ Ε. & Σ. ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΕΠΕ κλπ κατά Ελλάδος, 29829/2005.
[6]Νομολογία του ΣτΕ επί της αρχής «ne bis in idem» 2039/2015 ,1741/2015Ολ,1566/2015,1565/2015,1403/2015,221/2015,4571/2014,4203/2014,3373/2014 3257/2014,3003/2014(Ολ),2782/2014,2699/2014,2698/2014,2502/2014,1879/2014,486/2014,7/2014,6/2014,4611/2013,4610/2013,4606/2013,4605/2013,4593/2013,4592/2013,3871/2013,3870/2013,3865/13,3376/2013,2960/2013,2674/2013 ,2626/2013,2455/2013,2454/2013, 2365/2013,2007/2013 ,1918/2013,1915/2013,1326/2013,1325/2013,1067/2013,1066/2013,1065/2013,1064/2013,117/2013,3616/2011, 2475/2011,2067/2011
[7] ΒΛ σκέψεις της  4571/20014  ΣτΕ
[8] Βλ Σημείωμα Ι. Δημητρακόπουλου, Παρέδρου ΣτΕ, στην απόφαση ΣτΕ Ολομ. 1741/2015 σε http://www.humanrightscaselaw.gr
[9] Από την απόφαση αρχής του Ε∆∆Α (µείζ. σύνθεσης), Υπόθεση Engel κ.λ.π. κατά Ολλανδίας, (Προσφυγές Νο5100/71, 5101/71, 5102/71, 5354/72, 5370/72), Απόφαση της 8ης Ιουνίου 1976.
[10] Βλ: αποφάσεις ΕΔΔΑ της 25 Mαρτίου 1983 ... Switzerland, της 10-2-1995 , France, της 28-1-2005,Turquie, της 19-9-2006, Serbie, της 12-2-2007,. Belgique, της 27-9-2007,κατά Ελλάδας σκέψεις 28, 29 και 30, της 14-1-2010 , Croatia, της 15-7-2010 ,Croatia, κ.ά
[11] Βλ: σκέψη 39.