Διονύσης Χαριτόπουλος, απλά εξαιρετικός: Το κρατος δεν ειναι η πατριδα.
«Στις 16 Νοεμβρίου του 1967 η τουρκική Εθνοσυνέλευση εξουσιοδότησε την κυβέρνηση Ντεμιρέλ για πόλεμο με την Ελλάδα. Στις 19 Νοεμβρίου ο Ελληνικός Στρατός στον Εβρο πήρε εντολή για ύψιστη ετοιμότητα και προώθηση στις τελικές θέσεις. «Ώς εδώ ήταν το λαδάκι μας. Εδώ πιθανόν θα πεθάνεις» σκέφτεται ο Δόκιμος (σ.σ Δόκιμος Εφεδρος Αξιωματικός -ΔΕΑ). Και λέει: «Πετιέμαι στο πιο κοντινό χωριό για τσιγάρα. Χτυπάω και δυο κονιάκ για το κρύο. Ενας πιτσιρικάς σκάβει με τα χέρια το χιόνι. Τον παρακολουθώ. Στη λακκούβα βάζει ένα μικρό παιχνίδι και το θάβει. Το σκεπάζει καλά. Το πατικώνει. Πάω κοντά του. Τον ρωτάω γιατί το κρύβει. – Θα μ’ το πάρουν οι Τούρκοι, μου κάνει αθώα».
Ο Διονύσης Χαριτόπουλος ήταν στρατευμένος εκείνη την εποχή και υπηρετούσε στα σύνορα. Ο δόκιμος ήρωάς του, ένα μυθιστορηματικό alter ego του με το οποίο προφανώς δεν ταυτίζεται πάντα, ανασύρει από τη λήθη εκείνα τα περίεργα γεγονότα του τέλους του 1967, λίγους μήνες μετά το απριλιανό πραξικόπημα, τα οποία δεν έπαιξαν ασήμαντο ρόλο στις εξελίξεις που θα ακολουθούσαν, ιδίως στο Κυπριακό.
Οι πραξικοπηματίες συνταγματάρχες, θέλοντας να αποκτήσουν λαϊκό έρεισμα, προσπάθησαν να προβούν σε άμεσες ενέργειες στην Κύπρο για να πετύχουν την ένωση με την Ελλάδα και τα έκαναν μούσκεμα. Το αποτέλεσμα ήταν ταπεινωτικοί τουρκικοί όροι που το δικτατορικό καθεστώς δέχτηκε αμέσως.
Ο Χαριτόπουλος δίνει πολύ καλά το κλίμα της περιόδου μέσα από το ημερολόγιο που κρατούσε ο Δόκιμος Αξιωματικός – ήρωας του νέου μυθιστορήματός του με τίτλο «Πρόβες πολέμου», το οποίο πρόκειται να κυκλοφορήσει σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις Τόπος. Εκπαιδευμένος στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Ανορθόδοξου Πολέμου στη Ρεντίνα, ο δόκιμος παίρνει μετάθεση ανατολικά και η αφήγηση των περιπετειών του σε Ορεστιάδα, Διδυμότειχο, Αλεξανδρούπολη και στις όχθες του Εβρου έχει ατμόσφαιρα και αρκετό σασπένς. Ολοι θεωρούν ότι θα πολεμήσουν – σε σημείο που και ο δόκιμος, παρά και τη δική του ετοιμότητα, να αναφωνήσει κάποια στιγμή: «Ρε μανία με τον πόλεμο…». Κρυμμένα στρατόπεδα αλλά και έρωτες, κορίτσια που γνωρίζονται με τους στρατιώτες στις περαντζάδες των μικρών πόλεων, χαρτοπαιξία, οράματα για την Αγια-Σοφιά, προκλητικοί Ελληνες και Τούρκοι κομάντος που περνάνε το ποτάμι («χάνονται ψυχές εκεί» λέει), χαρακτήρες στρατευμένων που αφήνουν αποτύπωμα. Και από δίπλα οι Παπαδόπουλος, Λαδάς και Σπαντιδάκης που συναντιούνται στα σύνορα με τον Ντεμιρέλ, ο οποίος καταλαβαίνει αμέσως την ανεπάρκειά τους. Και ένα βασιλικό κίνημα που πέφτει στο κενό σαν κερασάκι στην τούρτα.
-Στο βιβλίο σας υπάρχουν δύο βαρύνοντα στοιχεία: το κλίμα μιας στρατιωτικής θητείας στην παραμεθόριο στην αρχή της χούντας και το μάλλον ξεχασμένο επεισόδιο με την Τουρκία τον Νοέμβριο του 1967 που μας έφερε στα πρόθυρα πολέμου. Τι ακριβώς σας οδήγησε να γράψετε ένα βιβλίο για τη συγκεκριμένη περίοδο;
Ως συνήθως, οι μεγαλύτεροι ανησυχούν για τους νέους. Ενα ερώτημα που αιωρείται για τη νεολαία είναι αν θα έχει το σθένος να υπερασπιστεί την πατρίδα μας σε μια κρίσιμη στιγμή. Οπως διαβάσατε στο βιβλίο, οι νέοι και τότε συμπεριφέρονταν σαν απροσάρμοστοι και γραψαρχίδηδες, αλλά μπροστά στον εξωτερικό κίνδυνο άλλαξαν αυτομάτως και τον αντιμετώπισαν με εντυπωσιακή αυταπάρνηση. Εύχομαι να μη χρειαστεί ποτέ, αλλά πιστεύω ακράδαντα πως το ίδιο θα κάνουν και τα σημερινά παιδιά. Είναι στο κύτταρό μας. Τα έχει γράψει ο σπουδαίος Νίκος Σβορώνος, αυτό που μας χαρακτηρίζει είναι το έντονα αντιστασιακό και ανυπότακτο στοιχείο του λαού μας.
-Στα πρώτα δείγματα της δικτατορίας, μετά τη βίαιη κατάληψη της εξουσίας, περιλαμβάνεται και μια επιθετική πολιτική στο Κυπριακό που, όπως εξηγείτε στο βιβλίο, κατέληξε γρήγορα σε φιάσκο. Ποια ήταν τα συναισθήματα των κληρωτών που έπρεπε να ισορροπήσουν ανάμεσα σε μια υγιή φιλοπατρία και στον τυχοδιωκτισμό των συνταγματαρχών;
Το ερώτημα έχει απαντηθεί στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο. Και τότε δικτατορία είχαμε. Αλλά οι άνθρωποι ήξεραν και τότε, ξέρουν και σήμερα πως το κράτος δεν είναι πατρίδα. Είναι απλώς ένας διαχειριστής της κοινωνίας, καλός ή κακός. Συνήθως άθλιος. Η πατρίδα είναι μέσα μας κάτι πολύ πιο βαθύ, αναλλοίωτο και πανάρχαιο. Και προκειμένου να την υπερασπιστείς, δεν χωράνε διλήμματα, τακιμιάζεις και με τον διάολο.
-Τα στοιχεία της ντομπροσύνης και της γενναιότητας, έτσι όπως τα περιγράφετε στους χαρακτήρες των στρατιωτών και των αξιωματικών, αποτελούν στοιχεία μιας συγκεκριμένης κουλτούρας και, αν ναι, πώς θα την περιγράφατε;
Είναι κώδικες επιβίωσης με βάση την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Οι απέναντι είναι απειλή υπαρκτή και διαρκής. Η ασθένεια της δύναμης είναι η βία. Οταν νομίζεις ότι μπορείς να επιβάλεις κάτι, μπαίνεις στον πειρασμό να δοκιμάσεις. Ο Χίτλερ διέλυε χώρες γιατί μπορούσε να το κάνει. Αν ήξερε πως δεν τον παίρνει, δεν θα το αποτολμούσε. Αντίστοιχα η Τουρκία νομίζει ότι μπορεί να μας επιβληθεί με τον όγκο της. Είναι κοντά 80 εκατομμύρια, αν ήταν 10-15 δεν θα είχαμε αυτά τα προβλήματα στη Θράκη, στο Αιγαίο και στην Κύπρο.
-Στην εποχή μας φαίνεται να υπάρχει μια σύγχυση προτύπων. Κάποιοι φαίνεται να θεωρούν γενναιότητα ή «μαγκιά» την αιφνιδιαστική – και κάποτε φονική – επίθεση πολλών μαζί εναντίον μεμονωμένων ανυπεράσπιστων ανθρώπων απλώς επειδή οι τελευταίοι είναι διαφορετικοί από εκείνους. Τι ακριβώς μπερδεύουν;
Μιλάτε για το τσίρκο της Χρυσής Αυγής; Αυτοί μόνο μάγκες δεν είναι. Ο μάγκας άνδρας δεν τα βάζει με αδύναμους και ανέστιους, δεν χυδαιολογεί, είναι σοβαρός, δωρικός και με μπέσα. Μόνο που φταίμε όλοι για τη ΧΑ και ιδίως η Αριστερά. Από τη Μεταπολίτευση και μετά χαρίσαμε εύκολα την πατρίδα στον υπόκοσμο εν ονόματι μιας δήθεν κοσμοπολίτικης, κοινωνικής αντίληψης. Ψευτίσαμε, ξεφτίσαμε, την πατήσαμε. Καιρός να αναθεωρήσουμε σε ζητήματα που όσο κι αν τα θάβουμε είναι υπαρκτά και τα βρίσκουμε μπροστά μας.
-Ενας χρόνος από την επίθεση στο ΠΑΜΕ και τη δολοφονία Φύσσα. Δύο χρόνια από την επίθεση στους αιγύπτιους ψαράδες. Γιατί μερικές από τις πιο βίαιες χρυσαυγίτικες επιθέσεις έχουν γίνει στον Πειραιά;
Ο Πειραιάς είναι λιμάνι, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ. Ζόρικη κατάσταση. Εχει πολλών ειδών υφάσματα. Δεν θα μπορούσε να μην έχει το δικό του μερίδιο στις λινάτσες της ΧΑ.
-Οι ντικ ή ντίκτα, όπως λέτε στο βιβλίο τους φιλοχουντικούς, είναι καθώς φαίνεται μια διαχρονική πραγματικότητα. Υπάρχει, νομίζετε, ένα νήμα που ενώνει την ελληνική Ακροδεξιά από την εποχή της οργάνωσης 3Ε μέχρι τη σημερινή εκδοχή της; Και πόσο σοβαρή απειλή αποτελούν σήμερα για τη δημοκρατία;
Ασφαλώς υπάρχει ένα φασιστικό παρελθόν. Αντίθετα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία και το Βέλγιο όπου το κράτος κυνήγησε, συνέλαβε και εκτέλεσε κατά χιλιάδες τους συνεργάτες των Γερμανών, στην Ελλάδα τους παραδώσαμε σχεδόν το μεταπολεμικό κράτος και ιδιαίτερα κατά τον Εμφύλιο κυριάρχησαν. Το σημερινό τομάρι της ΧΑ έχει πατέρα ή παππού που δεν φυλακίστηκε ή εκτελέστηκε ατιμωτικά ως προδότης, αλλά τιμήθηκε ως σωτήρας από τον κομμουνισμό και έχει την ηθική επίνευση να συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση. Κοντά σε αυτούς κολλάνε και διάφοροι ανεγκέφαλοι για τους δικούς τους λόγους. Προσωπικά δεν τους θεωρώ απειλή για τη δημοκρατία. Μια πέτρα στο νεφρό είναι η ΧΑ που δημιουργεί κολικούς και πρέπει επειγόντως να βρούμε τρόπο να την ουρήσουμε.
-Ποιος είναι, κατά τη γνώμη σας, ο σπουδαιότερος παράγοντας που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία;
Αναμφισβήτητα το ΠΑΣΟΚ. Οχι πως οι άλλοι ήταν άγιοι, ρεμούλα υπήρχε ανέκαθεν στην Ελλάδα, αλλά με το ΠΑΣΟΚ η μίζα έγινε νόμος του κράτους. Ιδίως από το 1990 και μετά ξεφύγαμε τελείως, το ρίξαμε έξω το μαγαζί και, όπως πάντα, την πληρώνουν οι πιο αδύναμοι.
-Πόσο αισιόδοξος είστε για την Ελλάδα στο εγγύς μέλλον, μέσα στο συγκεκριμένο ευρωπαϊκό πλαίσιο και τον ασταθή υπόλοιπο περίγυρο;
Είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε με την ανασφάλεια της μικρής χώρας που σε ελάχιστα μπορεί να καθορίσει η ίδια την πορεία της. Τα έχει γράψει αυτά ο Κούντερα, μην τα επαναλαμβάνω. Για παράδειγμα, αν ένας Γάλλος ή Γερμανός ασκήσει κριτική στη χώρα του, δεν τρέχει τίποτα, υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα για το αύριο και τη δύναμη της χώρας, αν το κάνει ένας Ελληνας ή Τσέχος για τη δική του είναι αυτομάτως προδότης. Επειδή μέσα μας ξέρουμε πόσο ευάλωτοι είμαστε, κάθε αρνητικό σχόλιο μας πληγώνει, το εκλαμβάνουμε ως απειλή. Κάποτε πρέπει να ηρεμήσουμε και να δεχτούμε την πραγματικότητα. Δεν είμαστε οι καλύτεροι, ούτε οι χειρότεροι. Είμαστε αυτοί που είμαστε και εμένα μού αρέσουμε.
-Τι σας ενοχλεί περισσότερο στη σημερινή Ελλάδα;
Αν αφαιρέσω το πρόσφατο οικονομικό βούλιαγμα, μας βρίσκω ανθρώπους απολύτως κανονικούς. Με τα συν και πλην τους. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη παπαριά από τη φράση «Αυτά μόνο στην Ελλάδα γίνονται». Παντού γίνονται. Απολύτως τα ίδια. Αυτός είναι ο κόσμος μας. Ασε που μας βρίσκω προνομιούχους έναντι των περισσότερων λαών, αφού ζούμε σε έναν από τους τελευταίους παραδείσους της Γης. Σε μια πανέμορφη μεσογειακή χώρα (και όχι βαλκανική, όπως λένε οι αστοιχείωτοι κι οι χολερικοί) που η ζωή είναι ακόμη στα ανθρώπινα μέτρα.
-Τοποθετούσατε πάντα τον εαυτό σας, διατηρώντας την αυτονομία σας, στον χώρο της Αριστεράς. Σε μια χώρα με τόσο πυκνό ιστορικό παρελθόν, εξήντα πέντε χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου αλλά και είκοσι πέντε χρόνια μετά την πτώση του Τείχους, την ώρα επίσης που μια έκφρασή της διεκδικεί εξουσία, τι βλέπετε ως προς το μέλλον της;
Θα σας επαναλάβω μονότονα την προσωπική μου στάση: Με τα κόμματα γενικώς ούτε είχα ούτε θέλω παρτίδες. Επειδή εξακολουθώ να διατηρώ το δικαίωμα στην ουτοπία για έναν κόσμο δικαιοσύνης και ισότητας, ψηφίζω εξαρχής ΚΚΕ. Λάθος; Ποιος το λέει;»
Η συνέντευξη στον Μανώλη Πιμπλή
Το είδαμε στο Hellasforce.com
-Ποιος είναι, κατά τη γνώμη σας, ο σπουδαιότερος παράγοντας που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία;
Αναμφισβήτητα το ΠΑΣΟΚ. Οχι πως οι άλλοι ήταν άγιοι, ρεμούλα υπήρχε ανέκαθεν στην Ελλάδα, αλλά με το ΠΑΣΟΚ η μίζα έγινε νόμος του κράτους. Ιδίως από το 1990 και μετά ξεφύγαμε τελείως, το ρίξαμε έξω το μαγαζί και, όπως πάντα, την πληρώνουν οι πιο αδύναμοι.
-Τοποθετούσατε πάντα τον εαυτό σας, διατηρώντας την αυτονομία σας, στον χώρο της Αριστεράς. Σε μια χώρα με τόσο πυκνό ιστορικό παρελθόν, εξήντα πέντε χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου αλλά και είκοσι πέντε χρόνια μετά την πτώση του Τείχους, την ώρα επίσης που μια έκφρασή της διεκδικεί εξουσία, τι βλέπετε ως προς το μέλλον της;
Η συνέντευξη στον Μανώλη Πιμπλή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου