Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

OLA PANO: Η οίηση του νεόπλουτου!!!

OLA PANO: Η οίηση του νεόπλουτου!!!: Μία πλούσια κυρία ρώτησε:  “ Πόσo κάνουν τα αυγά; ” Ο γέρος πωλητής απάντησε:  “ 30 λεπτά το ένα αυγό, κυρία ” Του είπε: “ Θα πάρ...

Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2018

Η οίηση του νεόπλουτου!!!

Μία πλούσια κυρία ρώτησε:
 “ Πόσo κάνουν τα αυγά; ”
Ο γέρος πωλητής απάντησε:
 “ 30 λεπτά το ένα αυγό, κυρία ”
Του είπε: “ Θα πάρω 10 αυγά για 2,50 Ευρώ ή αλλιώς θα φύγω ”.
Ο γέρος πωλητής απάντησε: “ Εντάξει, πάρτε τα στην τιμή που θέλετε. Και ίσως μου φέρει γούρι η επίσκεψη σας, γιατί σήμερα δεν έχω πουλήσει ούτε ένα μέχρι τώρα. ”
Η κυρία πήρε τα αυγά και έφυγε έχοντας την αίσθηση πως κέρδισε. Έβαλε τα αυγά στο διθέσιο αυτοκίνητο της και πήγε στο απέναντι εστιατόριο με τη φίλη της. Εκεί, παρήγγειλαν ό, τι τους άρεσε.
Και παρόλο που πήραν πολλά πιάτα, έφαγαν λίγο και άφησαν τα υπόλοιπα στο τραπέζι. Στη συνέχεια, ζήτησε τον λογαριασμό. Ήταν €37,30 και έδωσε €40,00 λέγοντας στον σερβιτόρο να κρατήσει τα ρέστα.
Αυτό το περιστατικό ήταν αρκετά φυσιολογικό για τον σερβιτόρο, αλλά έδειχνε επώδυνο για τον φτωχό πωλητή αυγών που τις κοιτούσε από μακριά.
Το θέμα είναι:
Γιατί δείχνουμε πάντα την δύναμη μας όταν βλέπουμε έναν φτωχότερο άνθρωπο;
Και γιατί γινόμαστε απλόχεροι σε όσους δεν έχουν και τόσο ανάγκη την γενναιοδωρία μας;
Κάποτε διάβασα κάπου:
Ο πατέρας μου αγόραζε απλά πράγματα από φτωχούς πλανόδιους σε ακριβή τιμή παρόλο που δεν τα χρειαζόταν. Μερικές φορές μάλιστα, συνήθιζε να τους πληρώνει πολύ παραπάνω.
Με παραξένεψε αυτή η συνήθεια του και έτσι τον ρώτησα: “ Γιατί το κάνεις αυτό; “ Τότε ο πατέρας μου απάντησε:
" Παιδί μου, αυτό που κάνω είναι μια πράξη φιλανθρωπίας τυλιγμένη με αξιοπρέπεια ".

ΠΗΓΗ: fb

Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2018

Γιατί είναι όνειδος το σχέδιο έκδοσης του ΠΔ για τα Α.Ν.Ι.
                      Άρθρο του Παν. Σταμάτη *

Σχετικά με την αναμενόμενη έκδοση ΠΔ για την απόκτηση Α.Ν.Ι., των αποστράτων αξιωματικών ΠΝ και ΛΣ-ΕΛΑΚΤ.,  από έγκυρες πηγές, σήμερα πληροφορήθηκα τα εξής:
Το ΠΝ πρότεινε όλοι οι αξιωματικοί μέχρι και το βαθμό του Ναυάρχου (Α/ΓΕΝ-Α/Σ) να παίρνουν δίπλωμα πλοιάρχου Γ΄ τάξης Εμπορικού ναυτικού, δηλαδή αυτό που παίρνουν οι απόφοιτοι των σχολών του Ε.Ν.
Τι έλεγε όμως  η αιτιολογική έκθεση του νόμου 4150/2013 σχετικά για την έκδοση του ΠΔ:
«Σε ό,τι αφορά στην προτεινόµενη ρύθµιση του άρθρου 31 επισηµαίνονται τα ακόλουθα:
Με τη διάταξη του άρθρου 18 του β.δ. της 18ης Φεβρουαρίου 1954 (Α΄27), προβλέπεται ότι Υποπλοίαρχοι του Πολεµικού Ναυτικού (Π.Ν.) που αποµακρύνθηκαν από τις τάξεις του για οποιονδήποτε λόγο, εκτός από επαγγελµατική ανικανότητα, αποκτούν αυτοδίκαια το δίπλωµα Πλοιάρχου Β΄ τάξης Εµπορικού Ναυτικού (Ε.Ν.).
Ανάλογες διατάξεις υπάρχουν και για λοιπούς βαθµούς Αξιωµατικών και βαθµοφόρων του Π.Ν. για τις λοιπές κατηγορίες διπλωµάτων, αδειών και πτυχίων Ε.Ν..
Η ανωτέρω διάταξη παραµένει σε ισχύ, δεδοµένου ότι δεν έχει καταργηθεί ρητώς νοµοθετικά.
Από το 2002, έτος πλήρους εφαρµογής της Διεθνούς Σύµβασης STCW 1978 και της σχετικής κοινοτικής και εθνικής νοµοθεσίας, δεν απονέµονται Αποδεικτικά Ναυτικής Ικανότητας (Α.Ν.Ι.) σε αποστράτους του Π.Ν., Λ.Σ. και σε άλλες ειδικές κατηγορίες, επειδή η σχετική ρύθµιση έρχεται ολοκληρωτικά σε αντίθεση µε τις απαιτήσεις της Σύµβασης αυτής, η οποία καθορίζει τα διεθνή πρότυπα εκπαίδευσης και πιστοποίησης των ναυτικών. Η εν λόγω Σύµβαση έχει κυρωθεί µε το ν. 1314/1983 (Α΄2) και για την εφαρµογή της έχει εκδοθεί το π.δ. 243/1998 (Α΄181), όπως ισχύει.
Με την υπ’ αριθµ. 1282/2008 απόφαση του Συµβουλίου της Επικρατείας, που εκδόθηκε κατόπιν άσκησης σχετικής αίτησης ακύρωσης, κρίθηκε ότι το δικαίωµα των προερχοµένων από το Πολεµικό Ναυτικό αξιωµατικών να εντάσσονται στον αντίστοιχο βαθµό Πλοιάρχου του Ε- µπορικού Ναυτικού, τελεί υπό τις προϋποθέσεις τήρησης της διαδικασίας ελέγχου και εκπαίδευσης που προβλέπονται από το καθεστώς της Σύµβασης, όπως αυτές εξειδικεύονται µε το π.δ. 243/1998, για τη χορήγηση των αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας που να καλύπτουν τις απαιτήσεις της Σύµβασης.
Εποµένως, υποχρεούται η διοίκηση, εφόσον υπάρχει σχετικό περί αυτού αίτηµα, να υποβάλει και τον εν λόγω ενδιαφερόµενο απόστρατο του Πολεµικού Ναυτικού στην ανωτέρω  διαγραφόµενη από το π.δ. 243/1998 διαδικασία εκπαίδευσης και ελέγχου για τη χορήγηση του σχετικού αποδεικτικού ναυτικής ικανότητας.
Ενόψει των ανωτέρω και κατ’ εφαρµογή των αρχών της χρηστής και εύρυθµης λειτουργίας της Διοίκησης και της ανάγκης ορθής ερµηνείας και εφαρµογής του νόµου, µε την προτεινόµενη ρύθµιση του άρθρου 31 παρέχεται η δυνατότητα καθορισµού, µε προεδρικό διάταγµα, των ελαχίστων υποχρεωτικών απαιτήσεων εκπαίδευσης για την απόκτηση πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας από τους αξιωµατικούς που προέρχονται από το Πολεµικό Ναυτικό ή το Λιµενικό Σώµα, σύµφωνα µε τις προϋποθέσεις που ορίζει η Διεθνής Σύµβαση STCW 1978, όπως αυτές έχουν εξειδικευθεί από τον κυρωτικό αυτής ν. 1314/1983 (Α΄2) και τις σχετικές κανονιστικές ρυθµίσεις. Το προεδρικό διάταγµα εκδίδεται µετά από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Άµυνας (ο οποίος είναι αρµόδιος για ζητήµατα που αφορούν στο προσωπικό του Πολεµικού Ναυτικού) και Ναυτιλίας και Αιγαίου (λόγω αρµοδιότητάς του επί  ζητηµάτων αδειών ναυτικής ικανότητας στο Εµπορικό Ναυτικό), ώστε να επιτευχθεί η τυποποίηση και η πιστοποίηση της παρεχόµενης εκπαίδευσης, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στη Διεθνή Σύµβαση STCW 1978.»
Αντί λοιπόν να περιοριστεί στα συγκεκριμένα επιτασσόμενα θέματα, το ΠΝ άλλαξε τα δικαιώματα απόκτησης πτυχίων (ΑΝΙ), των αποστράτων αξιωματικών,  επι τα χείρω.
Δηλαδή αξιωματικοί στον ανώτερο βαθμό και με πάνω από 35 χρόνια υπηρεσίας να παίρνουν το πτυχίο Πλοιάρχου Γ΄ ή Μηχανικού Γ΄  του Ε.Ν.
Αν αληθεύουν όλα αυτά απορώ με τον Α/ΓΕΝ, ο οποίος είναι γνωστός για την ναυτοσύνη του, καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του, πως δέχτηκε να είναι στην ίδια θέση και να του αναγνωρίζουν τα ίδια προσόντα, με τον απόφοιτο της σχολής του Ε.Ν. και μάλιστα όταν πρόσφατα το ναυτικό μας βρέθηκε άξια στην όγδοη θέση παγκοσμίως!
Δηλαδή κ. Αρχηγέ και ο Ναύαρχος Κουντουριώτης, πτυχίο Γ’ πλοιάρχου θα ελάμβανε σύμφωνα με το υπό έκδοση ΠΔ;
Αλλά εκείνος και πολλοί άλλοι ήταν τυχεροί για τι το μέχρι τώρα ΒΔ, τους έδινε το πτυχίο Πλοιάρχου Α΄, και έτσι πολλοί αξιωματικοί μπόρεσαν και εργάστηκαν την περίοδο της επταετίας ως καπετάνιοι στο Ε.Ν. (Παππάς, Θεμελίδης, κ.α.).
Εάν αληθεύουν οι φήμες αυτές θα πρέπει να ντρέπονται όλοι αυτοί οι αξιωματικοί, που συντέλεσαν στην έκδοση του ΠΔ.
Η ΕΑΑΝ θα έπρεπε να είχε ποιο ενεργό ρόλο και να παρέμβει άμεσα ώστε να προστατεύσει τα δικαιώματα των μελών της.
Ποτέ δεν είναι αργά για αποκατάσταση της επικείμενης προσβολής και αδικίας που πρόκειται να επέλθει  σε όσους με αγάπη και πίστη υπηρέτησαν ευδόκιμα το ΠΝ.
*Ο Παν. Σταμάτης είναι συγγραφέας και αξιωματικός ΠΝ.


Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2018

Γιατί δεν πρέπει να καταργηθεί  το  2/39 Σύνταγμα Ευζώνων του Μεσολογγίου.
                 Άρθρο του Παναγιώτη Δ. Σταμάτη*

Το 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων έχει ιδιαίτερη σημασία για την ευρύτερη περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας, της Ευρυτανίας καθώς και ολόκληρης της Ελλάδος, αφού συνδέεται με γεγονότα καίριας σημασίας για το έθνος μας, που επηρέασαν όλα τα στρώματα της τοπικής κοινωνίας και γέννησαν διαχρονικά μηνύματα, τα οποία ακόμη και σήμερα αναγνωρίζονται και αντλούμε αξίες και παραδείγματα.
To 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων, με τρία Τάγματα Ευζώνων, ιδρύθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 1913, με έδρα το Μεσολόγγι. Η ένδοξη πορεία του 2/39 Συντάγματος Ευζώνων, από την συγκρότησή του και τη συμμετοχή του σε όλες τις πολεμικές συρράξεις κατά τον περασμένο αιώνα, όπως στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το 1918, στην Μικρασιατική Εκστρατεία του 1920- 1922 και στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο 1940 – 41, άφησε ανεξίτηλα τα ίχνη της στην νεώτερη ιστορία μας, αλλά και στις καρδιές όλων μας.
Το 2/39 ΣΕ, με έδρα το Μεσολόγγι, ένα από τα πέντε Συντάγματα Ευζώνων, επί συνόλου 42 Συνταγμάτων Πεζικού, απετέλεσε τη συνέχεια του από το 1867 ιδρυθέντος 2ου Τάγματος Ευζώνων, ενός από τα τέσσερα όμοιά του, τα οποία είχαν ως κύρια αποστολή τη φρούρηση των συνόρων και την πάταξη της ληστείας.
 Η στολή του Εύζωνα παραπέμπει στον Έλληνα κλεφταρματωλό, με κύριο ένδυμα τη φουστανέλα, το φέσι και τα τσαρούχια, τον φέροντα την ελαφρά εξάρτυση, πεζό, το συνεχιστή του απελευθερωτικού αγώνος.
            Το 2/39 ΣΕ επιστρατευθέν μετεφέρθη από 19ης Μαΐου ατμοπλοϊκώς στο Βόλο, σιδηροδρομικώς στη Λάρισα και εκείθεν πεζή μέχρι του χωρίου Πετρανά Κοζάνης, όπου έφθασε την 6η Ιουνίου του 1918. Έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου μέχρι πέρατος.            
            Από της 20ής Αυγούστου, υπό την 30ή Γαλλική Μεραρχία, αναλαμβάνει τον τομέα Πρεσπών έναντι των Βουλγάρων, όπου : «……μέχρι την 11ηΣεπτεμβρίου επεδίωξε με εκπομπή περιπόλων μάχης και με καταιγιστικά πυρά από τις κατεχόμενες θέσεις, αφ’ενός τη συλλογή πληροφοριών, τη διάταξη και τις δυνατότητες του εχθρού και αφ’ετέρου την καθήλωση των εχθρικών δυνάμεων του τομέα του». Η δράση αυτή των ορεσιβίων Τσολιάδων ενίσχυσε την εμπιστοσύνη και προκάλεσε τον θαυμασμό των Γάλλων συμμάχων, προς τον Ελληνικό Στρατό.
            Το 2/39 ΣΕ συνέχισε μαχόμενο τη νικηφόρα πορεία του από το ελληνικότατο Μοναστήρι, τα Σκόπια και το Πιρότ, όπου συνηνώθη με την ΙΙΙη Μ.Π., στην οποία ανήκε. Εδώ εστήθη και το Ηρώον των πεσόντων. Ήδη από τις 15 Σεπτεμβρίου οι Βούλγαροι είχαν υπογράψει ανακωχή. Στις 17 Οκτωβρίου οι Τούρκοι, στις 21 Οκτωβρίου οι Αυστροούγγροι και στις 29 του ιδίου μηνός συνθηκολόγησαν οι Γερμανοί.
            Το 2/39 ΣΕ διετάχθη να επαναπατρισθεί και δια μέσου Σόφιας-Σκοπίων-Γευγελής-Αξιούπολης αφίχθη στις 13 Ιανουαρίου του 1919 στο Μελισσοχώρι Θεσσαλονίκης, κινούμενο άλλοτε σιδηροδρομικώς και άλλοτε πεζή.
             Οι Εύζωνοι του 2/39 ΣΕ, οι οποίοι εθυσιάσθησαν δια την Ελευθερία στα εδάφη του σημερινού ψευδοκράτους των Σκοπίων, ανήλθαν σε 222 νεκρούς.
Αδιάψευστοι μάρτυρες των λαμπρών κατορθωμάτων του στο Μακεδονικό μέτωπο, είναι το μνημείο πεσόντων στο Πίροτ της Σερβίας, η διακεκριμένη παρασημοφορία της πολεμικής Σημαίας του Συντάγματος με τον Ταξιάρχη Αριστείου Ανδρείας από Ελληνικής πλευράς και με τον πολεμικό Σταυρό Γαλλίας για την έξοχη δράση του και η διέλευσή του από την Σόφια, την πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Το 2/39 ΣΕ έφθασε ατμοπλοϊκώς την 5η Αυγούστου 1920 στη Σμύρνη.
            Το Σύνταγμα έλαβε μέρος στις Επιχειρήσεις προς Εσκή Σεχήρ (Δεκ 1920 έως Μάρτιο 1921).  «Οι Τούρκοι αν και υπέστησαν σημαντική τακτική ήττα, απέφυγαν ωστόσο την κύκλωση και την εκμηδένιση του όγκου των δυνάμεών τους, λόγω ολιγωρίας ανωτέρων του Συντάγματος Κλιμακίων. Ας σημειωθεί ότι τόσο ο Τουρκικός Τύπος, όσο και ο Γαλλικός και Ιταλικός παρουσίασαν τις επιχειρήσεις ως αποτυχία των Ελλήνων».
            Δια την εν συνεχεία μάχη του Αβγκίν (14-19 Μαρ 1921) ο Στρατηγός συμπεραίνει: «……Έληξε ατυχώς η μάχη για τα Ελληνικά Όπλα, η εξαήμερη επική και πολύνεκρη μάχη, στην οποία οι άνδρες του 2/39 ΣΕ επέδειξαν υποδειγματική καρτεροψυχία και απαράμιλλη γενναιότητα. Υπογραμμίζεται με έμφαση το πρωτοφανές γεγονός ότι εντός 48ώρου τέθηκαν εκτός μάχης τέσσερις Διοικητές (δύο νεκροί και δύο τραυματίες) του Συντάγματος».
Αυτό ήταν το δόγμα της εποχής, οι Διοικητές στην πρώτη γραμμή, κληρονομιά των πολέμων του 1912-13, όπου με τη λόγχη του φαντάρου και τη σπάθη του Αξιωματικού εδιπλασιάσθη η Ελλάδα.
            Το 2/39 ΣΕ συνεχίζει τη δράση του στις επιχειρήσεις προς Εσκή Σεχήρ – Αφιόν Καραχισάρ (Ιούν-Ιούλ 1921), προς Άγκυρα (Αυγ-Σεπτ 1921). Συμμετέχει στις υποχωρητικές επιχειρήσεις και από την Πάνορμο μετεφέρθη ατμοπλοϊκώς την 4η Σεπτεμβρίου 1922 στη Ραιδεστό της Θράκης.
            «Εδώ ουσιαστικά και μετά 25μηνη παραμονή στα αιματοβαμμένα χώματα της Μικράς Ασίας και συμμετοχή στις συγκλονιστικές συγκρούσεις, που έλαβαν χώρα, έληξε η ένδοξη διαδρομή του 2/39 ΣΕ». Παρέμεινε στην περιοχή της Θράκης και την 1η Σεπτεμβρίου 1923 έφθασε στο Μεσολόγγι ατμοπλοϊκώς.
            Οι απώλειες του Συντάγματος, κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας, ανήλθαν σε 29 Αξιωματικούς και 297 Οπλίτες.
Στην Μικρασιατική εκστρατεία, χαράχτηκαν με χρυσά γράμματα οι επικοί του αγώνες, με τις εκατόμβες των νεκρών του. Το μέτρο της ανεκτίμητης συμβολής του, ανάγλυφα παρουσιάζεται στην πολύνεκρη μάχη του Αβγκίν της Προύσας τον Μάρτιο του 1921, όπου σε ένα 48ωρο έπεσαν ηρωικώς μαχόμενοι στην πρώτη γραμμή δύο Διοικητές του Συντάγματος και δύο τραυματίσθηκαν, ενώ παρασημοφορήθηκε η σημαία του Συντάγματος και πάλι με τον Ταξιάρχη Αριστείου Ανδρείας.
Επίσης και στην περίφημη μάχη του Καρά-Κουγιού, ανατολικά του ποταμού Σαγγάριου, τον Αύγουστο του 1921, ηρωικά μαχόμενος έπεσε, επικεφαλής των ανδρών του, ο γενναίος Διοικητής του Συντάγματος, Συνταγματάρχης Βλάσιος Καραχρήστος, Αιτωλοακαρνανίας, του οποίου το όνομα –τιμής ένεκεν- φέρει από το 2000, το 2/39ΣΕ.
Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο είναι νωπά τα ανδραγαθήματα που σημειώθηκαν στα πανύψηλα χιονοσκέπαστα Βορειοηπειρωτικά βουνά, όπου το Σύνταγμα, επί 6μηνο μάχονταν στην πρώτη γραμμή.
              «Το 2/39 ΣΕ, αφού επεστρατεύθη από τις αρχές Οκτωβρίου του 1940, μετεκινήθη την 25η Οκτωβρίου 1940 και την 1η Νοεμβρίου αφίχθη αρχικώς στο Πέτα της Άρτας και τελικώς στην Άνω Λαψίστα Ιωαννίνων, ως εφεδρεία της VIII ΜΠ, η οποία ήδη εδέχετο την επιθετική ορμή των μηχανοκινήτων Ιταλικών Δυνάμεων στην τοποθεσία: Καλαμά – Καλπάκι – Γκραμπάλα, εφαρμόζουσα το ΙΒα Γενικό Σχέδιο Άμυνας : «που είχε καταρτισθεί την 1ηΣεπτεμβρίου 1939, ως παραλλαγή του ΙΒ και προέβλεπε άμυνα επί της γραμμής συνόρων. Ήδη το γεγονός ότι τα οχυρωματικά έργα έναντι της Αλβανίας και οι πλέον σαφείς πληροφορίες για τη στάση της Γ/Β, επέτρεπαν τη μεταφορά της κυρίας αμυντικής τοποθεσίας στα σύνορα».
            Το Σύνταγμα έλαβε μέρος στην έναρξη της επιθετικής επιστροφής στη μάχη της Βίγλας (14-17 Νοε 1940), μπροστά από τη Γκραμπάλα και πριν του χωρίου Βασιλικόν, με σοβαρές απώλειες, εκ των οποίων ήταν 45 νεκροί. Δι΄αυτούς τους νεκρούς εστήθη μνημείο, όπου αναγράφονται τα ονόματα μόνον 18, γεγονός που απετέλεσε αφορμή έρευνας-μελέτης υπό του συγγραφέως και είχε ως αποτέλεσμα, μεταξύ και άλλων, και την βελτιωμένη επανέκδοση του παρουσιαζομένου βιβλίου.
            Το 2/39 ΣΕ συνέχισε τη λαμπρά επιχειρησιακή του δράση στις επιθετικές επιχειρήσεις από 25ης Νοεμβρίου εντός του Βορειοηπειρωτικού εδάφους, το οποίον απηλευθερώνετο δια δευτέρα φορά στη νεώτερη ελληνική περίοδο.
            Το 2/39 ΣΕ λαμβάνει μέρος στην υποχώρηση από το μέτωπο της Βορείου Ηπείρου˙ και την 23η Απριλίου 1941, μετά τη συνθηκολόγηση ευρίσκεται στην περιοχή των Ιωαννίνων : «ένθα και κατέθεσε τον οπλισμόν του,  παρισταμένου προς τούτο ενός Γερμανού Δεκανέως, ως εκπροσώπου των Γερμανικών Αρχών».
             Δια την δράση του Συντάγματος ο τελευταίος διοικητής του, ο ηρωϊκός Καλφέλης Στυλιανός καταλήγει : «……οι Τσολιάδες του 1940, μιμούμενοι τους προγόνους των, όλων των εποχών, ετήρησαν κατά γράμμα τον ιερόν όρκον, που έδωσαν εντός του κήπου των Ηρώων του Μεσολογγίου, όταν εκλήθησαν υπό την ηρωϊκήν και γεμάτην παράσημα σημαίαν του 39ου ΣΕ».
            Οι συνολικές απώλειες του Συντάγματος στον Ελληνο-ιταλικό Πόλεμο ανήλθαν (νεκροί, τραυματίες, παγόπληκτοι, εξαφανισθέντες, αιχμάλωτοι) σε αξιωματικούς : 89 και οπλίτες : 2112».
 (τα αποσπάσματα προέρχονται  από το βιβλίο  του Αντιστράτηγου ε.α. Νικόλαου Κολόμβα με τίτλο: «2/39 ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΕΥΖΩΝΩΝ- Σελίδες από την πολεμική ιστορία του». Εξεδόθη από την Αιτωλική Πολιτιστική Εταιρεία, το 2009, στην Αθήνα).
Μετά από την απελευθέρωση της χώρας, και κατά την περίοδο 1946-1950, η αναδιοργάνωση του Στρατού προέβλεψε τη συγκρότηση Ταξιαρχιών, αντί Συνταγμάτων κι έτσι δεν σημειώνεται η ύπαρξή του.
Από το 1951, όμως, με την επανασύσταση των Συνταγμάτων, το 27 Σύνταγμα Προκαλύψεως Κονίτσης, υπαγόμενο στην VΙΙΙη Μεραρχία Πεζικού, μετονομάσθηκε σε 2/39 ΣΕ στις 30 Απριλίου 1951 και διατήρησε αυτή την ονομασία μέχρι την 1η Ιουλίου 1954, οπότε και διαλύθηκε.
Εν τω μεταξύ, στις 8 Δεκ 1950 είχε συγκροτηθεί στο Μεσολόγγι το ομώνυμο ΚΕΝ, το οποίο στις 31 Αυγ 1965 μετονομάσθηκε σε 12ο Σύνταγμα Πεζικού.
Αργότερα στις 28 Ιουνίου 1979, το 12ο Σ. Π. αναδιοργανώθηκε και μετονομάσθηκε σε 2/39 Σύνταγμα Πεζικού με έδρα και πάλι το Μεσολόγγι, υπαγόμενο αρχικά στην Ιη Στρατιά μέχρι την 25η Μαΐου 1999 και ακολούθως στην Στρατιωτική Διοίκηση Αθηνών.
Τελικά, στις 15 Σεπτεμβρίου 2000, μετονομάσθηκε σε 2/39 Σ.Ε. «Σχης Καραχρήστος» έως και σήμερα που ασχολείται με την εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων οπλιτών, οι οποίοι διδάσκονται και την ένδοξη ιστορία του.
Αυτή η ένδοξη ιστορία του, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανένα, πολλώ μάλλον από εκείνους που θέλουν την κατάργηση του 2/39 Συντάγματος Ευζώνων Μεσολογγίου.
Το 2/39 ΣΕ, δεν είναι υπηρεσία, είναι ιστορία.
*Ο Παναγιώτης Δ. Σταμάτης είναι συγγραφέας και αξιωματικός ΠΝ.


Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2018

ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΓΙΑ ΤΑ ΑΝΙ

                                         ΕΝΩΠΙΟΝ
          Του  κ. ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ ΑΘΗΝΩΝ
              
                                  ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ         ΑΒΜ:2017/2815

    Του Παναγιώτη Σταμάτη του Δημητρίου, Πλωτάρχη του Πολεμικού Ναυτικού   ε.α.  κατοίκου Αθηνών, οδός Κομνηνών, αρ.48.   (panos_stamatis@yahoo.gr)
                                                  ΚΑΤΑ
1. Του Υπουργού Εθνικής Άμυνας (ΥΕΘΑ), Παναγιώτη Καμμένου, Λεωφ.  Μεσογείων, αρ.229,  Χολαργός.
2. Του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Παναγιώτη Κουρουμπλή, Ακτή Βασιλειάδη/Ε1-Ε2, Πειραιάς.  
3. Παντός υπευθύνου – συμμετόχου και εμπλεκομένου, διά κοινής δράσης και κοινού δόλου, αρμοδίου υπηρεσιακού παράγοντος και εξωθεσμικού τοιούτου συναυτουργού ή ηθικού  αυτουργού.
4.  Και κάθε άλλου προσώπου ως προς το οποίο προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις ενοχής. 
                                                                                                                                                                                                                                
       Αξιότιμε κ. Εισαγγελεύ,

Πρόσφατα περιήλθαν σε γνώση μου κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία προκύπτει κατά την άποψή μου,  τέλεση άδικων και ποινικά επιλήψιμων πράξεων, εκ μέρους οργάνων δικαιοδοσίας Σας, αυτεπαγγέλτως διωκόμενες και μάλιστα κατ’ εγγύτατο νομικό χαρακτηρισμό, ενδεικτικά: (259 ΠΚ) καθώς και οποιουδήποτε άλλου αδικήματος που θα προκύψει από την εισαγγελική έρευνα.


Ι. ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ     (Κρίσιμα νομικά και πραγματικά περιστατικά)

 Το 2012, Απόστρατοι αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) κατήγγειλαν στον Συνήγορο ότι η αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου απέρριψε αίτημά τους για συμμετοχή στις διαδικασίες εκπαίδευσης και ελέγχου στο Κέντρο Επιμόρφωσης Στελεχών Εμπορικού Ναυτικού (ΚΕΣΕΝ). Η αιτιολογία της απόρριψης ήταν ότι δεν είναι κάτοχοι αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας, καθώς υπερισχύει του Βασιλικού Διατάγματος (ΒΔ) του 1954, η Διεθνής Σύμβαση STCW 1978 (Ν.1314/1983), όσον αφορά τα ελάχιστα επίπεδα εκπαίδευσης ναυτικών.
Οι διατάξεις του ανωτέρω ΒΔ ορίζουν ότι οι απόστρατοι μόνιμοι αξιωματικοί του ΠΝ αποκτούν αυτοδικαίως αποδεικτικά ναυτικής ικανότητας (δίπλωμα ή πτυχίο Εμπορικού Ναυτικού), υπό την προϋπόθεση ότι δεν κατέστησαν απόστρατοι λόγω επαγγελματικής ανικανότητας. Παράλληλα, η Διεθνής Σύμβαση ορίζει τις ελάχιστες υποχρεωτικές απαιτήσεις και τα πιστοποιητικά ναυτικής ικανότητας τα οποία οφείλουν να κατέχουν οι υπηρετούντες στα εμπορικά πλοία. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται ότι διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και της περιουσίας στην θάλασσα, καθώς και για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος.

Ο Συνήγορος του Πολίτη διατύπωσε την άποψη ότι οι διατάξεις του ΒΔ δεν έχουν καταργηθεί από αντίστοιχες διατάξεις της Διεθνούς Συμβάσεως. Συνεπώς, συνεχίζουν να ισχύουν παρέχοντας το δικαίωμα σε απόστρατους αξιωματικούς του ΠΝ να αποκτούν αυτοδίκαια αποδεικτικά ναυτικής ικανότητας. Επίσης, τόνισε ότι οι απόστρατοι αξιωματικοί του ΠΝ θα πρέπει να διαθέτουν τις απαιτούμενες γνώσεις που ορίζει η παραπάνω Σύμβαση. Κατ’ επέκταση, η Διοίκηση οφείλει να παράσχει στους ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να υποστούν την προβλεπόμενη πρόσθετη εκπαίδευση και τις σχετικές εξετάσεις πιστοποίησης στο ΚΕΣΕΝ, ώστε να καταστούν δικαιούχοι πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας της Διεθνούς Συμβάσεως STCW 1978.

Το αρμόδιο Υπουργείο ενημέρωσε την Αρχή ότι πρόκειται να εκδοθεί απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου για το θέμα αυτό.

Μετά την παρέμβαση του Συνηγόρου εκδόθηκε ο Ν. 4150/2013 με τον οποίο καταργούνται οι διατάξεις του ΒΔ του 1954, καθώς και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη περί απόκτησης αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας για τους προερχόμενους από το Πολεμικό Ναυτικό, το Λιμενικό Σώμα - Ελληνική Ακτοφυλακή και άλλες ειδικές κατηγορίες. Ωστόσο, ορίζεται ότι με Προεδρικό Διάταγμα (ΠΔ) το οποίο πρόκειται να εκδοθεί, θα καθορισθούν οι ελάχιστες υποχρεωτικές απαιτήσεις εκπαίδευσης σύμφωνα τη Διεθνή Σύμβαση και τις σχετικές κανονιστικές ρυθμίσεις. Επίσης, με το ίδιο ΠΔ θα καθορισθεί ο τρόπος απόδειξης και πιστοποίησης των νομίμων προσόντων των αξιωματικών, οι σχετικές διαδικασίες ελέγχου αυτών, θέματα σχετικά με την κάλυψη δαπανών φοίτησης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Ο Συνήγορος του Πολίτη τονίζει την ανάγκη έκδοσης του προβλεπόμενου ΠΔ, σε σύντομο χρόνο, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα σε απόστρατους αξιωματικούς των προαναφερομένων «Σωμάτων» να καταστούν, κατόπιν εκπαίδευσης, κάτοχοι πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας της Διεθνούς Συμβάσεως STCW 1978.

Ακολουθεί η συγκεκριμένη διάταξη:
Άρθρο 30 του N. 4150/2013 Ρυθμίσεις σχετικές με τη χορήγηση αδειών ναυτικής ικανότητας στο Εμπορικό Ναυτικό (Αθήνα, 29 Απριλίου 2013, ισχύει από δημοσίευση).
« 1. Με διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Ναυτιλίας και Αιγαίου, καθορίζονται οι ελάχιστες υποχρεωτικές απαιτήσεις εκπαίδευσης για την απόκτηση πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας από τους αξιωματικούς που προέρχονται από το Πολεμικό Ναυτικό ή το Λιμενικό Σώμα Ελληνική Ακτοφυλακή, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζει η Διεθνής Σύμβαση STCW 1978, όπως αυτές έχουν εξειδικευθεί από τον κυρωτικό αυτής ν. 1314/1983 (Α΄ 2) και τις σχετικές κανονιστικές ρυθμίσεις. Με το ίδιο διάταγμα καθορίζεται ο τρόπος απόδειξης και  πιστοποίησης των νομίμων προσόντων των αξιωματικών, οι σχετικές διαδικασίες ελέγχου αυτών, θέματα σχετικά με την κάλυψη δαπανών φοίτησης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. 2. Τα άρθρα 17−25 του β.δ. της 3/18.2.1954 (Α΄ 27), όπως και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη περί απόκτησης αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας για προερχόμενους από Πολεμικό Ναυτικό, Λιμενικό Σώμα  Ελληνική Ακτοφυλακή και άλλες ειδικές κατηγορίες, κατά το μέρος που ρυθμίζουν την απόκτηση πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας με τρόπο διαφορετικό σε σχέση με την ανωτέρω Διεθνή Σύμβαση και τις σχετικές κανονιστικές ρυθμίσεις, καταργούνται.»

Μη νόμιμα, δεν εξεδόθη μέχρι σήμερα το διάταγμα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 30 ν. 4150/2013, όσον αφορά τις ελάχιστες υποχρεωτικές απαιτήσεις εκπαίδευσης για την απόκτηση πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας από τους αξιωματικούς που προέρχονται από το Πολεμικό Ναυτικό ή το Λιμενικό Σώμα Ελληνική Ακτοφυλακή, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζει η Διεθνής Σύμβαση STCW 1978.

Αποτέλεσμα όλων των προαναφερθέντων είναι ότι, οι δικαιούχοι αξιωματικοί του ΠΝ ε.α. καθώς και εγώ,  με τα διάφορα προσκόμματα, αλλαγές της νομοθεσίας και αδράνειας της Διοίκησης από το 2004 και εντεύθεν, να στερούνται του  συνταγματικού δικαιώματος της εργασίας (Συντ. 22).

Συγκεκριμένα:
 α)   Η ως άνω ηθελημένη διοικητική αδράνεια εκδόσεως του διατάγματος κατ’ εφαρμογή του άρθρου 30 ν. 4150/2013, επί 4 και πλέον έτη, καθιστά την νομοθετική επιταγή για προστασία των αξιωματικών ε.α του δικαιώματος άσκησης του επαγγέλματος τους γράμμα κενό, και επομένως προσβάλλει την αρχή του κράτους δικαίου, τόσο υπό την τυπική, όσο και υπό την ουσιαστική του διάσταση (Συντ. 25).

β)    Η παράλειψη αυτή σε συνδυασμό με τις μεγάλες περικοπές στις συντάξεις μας (άνω του 50%) μέχρι σήμερα στερεί τα αναγκαία μέσα διαβίωσης σε όσους τα έχουν ανάγκη και ως εκ τούτου προσβάλλει βάναυσα την αρχή του κοινωνικού κράτους και την προστασία της ανθρώπινης αξίας (Συντ. 2, 25), από τις οποίες συνάγεται η κρατική υποχρέωση διασφάλισης ενός ελάχιστου αξιοπρεπούς ορίου διαβίωσης.

Δεν είναι δυνατό την συγκεκριμένη περίοδο της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης της εποχής μας να μην μπορούν να εφοδιαστούν οι αξιωματικοί του ΠΝ ε.α. με τα απαραίτητα έγγραφα ώστε να δύνανται να εργαστούν σε εμπορικά πλοία και να συμπληρώσουν έτσι την πενιχρή τους σύνταξη, επειδή ορισμένες συντεχνίες (συνδικαλιστικές οργανώσεις) του κλάδου (Εμπορικού Ναυτικού) δεν επιθυμούν τη συμμετοχή μας στο επάγγελμα του αξιωματικού του εμπορικού ναυτικού.

Να σημειωθεί ότι όπως έχει αναφερθεί από την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών (Ε.Ε.Ε.) υπάρχει έλλειψη από το αναγκαίο προσωπικό στα πλοία τους και προσλαμβάνουν ναυτικούς από άλλες χώρες.

Κατόπιν όλων αυτών κατέθεσα τις 17.5.2016 μηνυτήρια αναφορά στη Εισαγγελία Του Ναυτοδικείου Πειραιά κατά των υπαλλήλων που ήταν επιφορτισμένη με τη σύνταξη της υπηρεσιακής εισήγησης για την εκδήλωση νομοθετικής πρωτοβουλίας εκδόσεως ΠΔ κατ΄ εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 30 παρ. 1 ν. 4150/2013.

Με το υπ, αριθμ. 454.14/55/16/Σχ. 350 έγγραφο της Εισαγγελίας Ναυτοδικείου Πειραιά, διαβιβάστηκε η ΑΒΜ: 398/2016 μηνυτήρια αναφορά μου, στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, λόγω αναρμοδιότητας.

Σε συνέχεια έλαβε ΑΒΜ: ΙΒ 2016/10817 και με  τη Διάταξη ΕΓ47-17/136/40Δ/17 Της Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Αθηνών από 10 Σεπτεμβρίου 2017 απορρίφθηκε με το σκεπτικό «δεν προκύπτει εν προκειμένω αξιόποινη αδράνεια των αρμοδίων υπαλλήλων της διοίκησης για την προώθηση του σχετικού ΠΔ, δεδομένου ότι αυτοί δεν ενεργούν αυτοβούλως αλλά μόνο κατ΄εντολή των αρμοδίων Υπουργών…».

Ο Δόλος των δραστών

Από την αδράνεια των ανωτέρω Υπουργών που είναι επιφορτισμένοι με τη σύνταξη και έκδοση του σχετικού Π.Δ. προκύπτει ο σκοπός τους να αποστερήσουν παράνομα από τους αξιωματικούς ΠΝ και ΛΣ ε.α. την δυνατότητα συμπληρωματικής βιοποριστικής εργασίας και αξιοπρεπούς διαβίωσης.

Ο δόλος τους αυτός της παράνομης βλάβης μεγάλης μερίδας στελεχών του ΠΝ και ΛΣ τεκμηριώνεται με αβρότητα από το γεγονός ότι έχουν αντίστοιχη επίμονη όχληση από τον καθ’ ύλη αρμόδιο φορέα τον Συνήγορο του πολίτη, πλην όμως ακόμα και με την πάροδο 4 και πλέον ετών δεν έχει ακόμα εκδοθεί.

Κατά διαφορετική προσέγγιση ο σκοπός τους κατευθύνεται και στην προσφορά παράνομου οφέλους στους συνδικαλιστές και εκπρόσωπους του κλάδου της Εμπορικής Ναυτιλίας, χάρη των οποίων με την αδράνεια τους διασφαλίζουν ένα σημαντικό ποσοστό ανταγωνισμού στην εξεύρεση εργασίας.

ΙΙ. ΝΟΜΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ   (θεμελίωση της παρούσας μηνυτήριας αναφοράς)


Α.   Κατά τη διάταξη του άρθρου 259 ΠΚ ¨υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη¨. Το έννομο αγαθό που προστατεύεται από την ανωτέρω διάταξη είναι η λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών αποκλειστικά προς το συμφέρον της πολιτείας και της κοινωνίας, που έχουν ταχθεί να εξυπηρετούν οι υπάλληλοι με χρηστότητα και καθαρότητα. Πρόκειται Πρόκειται για ιδιαίτερο έγκλημα με
αυτουργό υπάλληλο υπό την έννοια του άρθρου 13α ΠΚ και 263 Α' ΠΚ κατά το οποίο" υπάλληλος είναι εκείνος στον οποίο νόμιμα έχει ανατεθεί, έστω και προσωρινά,η άσκηση υπηρεσίας δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής ή άλλου νομικούπροσώπου δημοσίου δικαίου". Στην έννοια του υπαλλήλου περιλαμβάνονται και οι υπουργοί και οι υφυπουργοί της Κυβέρνησης. Το προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι η λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών αποκλειστικά προς το συμφέρον της πολιτείας και της κοινωνίας, που έχουν ταχθεί να εξυπηρετούν οι υπάλληλοι με χρηστότητα και καθαρότητα (ΑΠ 727/2000, ‘Nomos’). Η ιδιότητα του υπαλλήλου ενσωματώνει ειδικά καθήκοντα και υποχρεώσεις, δεδομένου ότι διά μέσου του υπαλλήλου εκφράζεται η βούληση της κρατικής εξουσίας, ήτοι η πολιτειακή βούληση, από την ορθή δε άσκηση της εξουσίας εξαρτάται η απρόσκοπτη και εποικοδομητική λειτουργία των κρατικών οργάνων, των οποίων οι αποφάσεις επιλύουν ανακύπτοντα προβλήματα και διευθετούν διαφορές. Το υπαλληλικό καθήκον διαφοροποιείται ανάλογα με την εκάστοτε περίπτωση και η ειδικότερη μορφή του εξαρτάται από το είδος και τη φύση αυτού. Ως πηγή του καθήκοντος θεωρείται διάταξη νόμου, διατάγματος ή ιδιαίτερες οδηγίες εντός των πλαισίων των νόμων. Ενίοτε το καθήκον ενυπάρχει στη φύση της υπηρεσίας και εμμέσως προσδιορίζεται κατά περιεχόμενο, το οποίο δεσμεύει τον υπάλληλο με συναφή υποχρέωση ενεργείας, εντός των προδιαγεγραμμένων ορίων. Απαιτείται η από τον υπάλληλο άσκηση ανατεθειμένων καθηκόντων λειτουργικώς συνυφασμένων προς την φύση της υπηρεσίας, η δε ενέργεια του υπαλλήλου να είναι συνέπεια της κατά το νόμο ασκήσεως της δραστηριότητας, ως περιεχόμενο του καθήκοντος που του ανατέθηκε και που έγινε αποδεκτό από αυτόν. (AΠ 1062/2002, Ποιν. Δνη, 2002, σελ.729). Αξιόποινη είναι η ελεγχόμενη πράξη, ενέργεια ή παράλειψη του υπαλλήλου αν συνιστά έκφραση πολιτειακής βουλήσεως και άσκηση κρατικής εξουσίας μέσα στον κύκλο των δημοσίων υποθέσεων και όχι απλώς η παράβαση υποχρεώσεων, που ανάγονται και εξυπηρετούν άλλα συμφέροντα των δημοσίων υπηρεσιών, όπως η εύρυθμη λειτουργία αυτών, η τήρηση της υπαλληλικής δεοντολογίας κ.λπ. (ΑΠ 1334/92, Υπερ. 1992, σελ.1425).
Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της παραβάσεως καθήκοντος,  απαιτούνται α) παράβαση από τον υπάλληλο του υπηρεσιακού του καθήκοντος, όπως αυτό καθορίζεται από το νόμο ή διοικητική πράξη ή από ιδιαίτερες κατά νόμο οδηγίες της Προϊσταμένης αρχής ή ενυπάρχει στη φύση της υπηρεσίας του, β) δόλος του δράστη που περιέχεται στη βούληση του να παραβεί το καθήκον του και γ) σκοπός του δράστη, επιπλέον, να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομη υλική ή ηθική ωφέλεια ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο, χωρίς όμως να απαιτείται για την πραγμάτωση του εγκλήματος και η επίτευξη του σκοπού αυτού (βλ. Α. Κονταξή, ό.π., σ. 2278-2279, με παραπομπές σε νομολογία και περαιτέρω ΑΠ 727/2000, ΑΠ 1035/2003, ΑΠ 1591/2007,   ΑΠ 1153/2010,   ΑΠ 549/2011, ΑΠ 298/2011, ΑΠ 28/2012 και ΑΠ 137/2012, δημοσιευμένες στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Έτσι, αξιόποινη είναι η ελεγχόμενη πράξη (ενέργεια ή παράλειψη) του υπαλλήλου μόνον αν συνιστά (θετικά ή αποθετικά) έκφραση πολιτειακής βουλήσεως και άσκηση κρατικής εξουσίας μέσα στον κύκλο των δημοσίων υποθέσεων και όχι απλώς η παράβαση υποχρεώσεων, που ανάγονται και εξυπηρετούν άλλα συμφέροντα των δημοσίων υπηρεσιών ή οργανισμών, όπως η εύρυθμη λειτουργία αυτών, η τήρηση της υπαλληλικής δεοντολογίας κλπ (βλ. Α. Κονταξή, ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ,   Τόμος   Β',   2000,   σ.   2288-2289,   ΑΠ   727/2000,   ΠοινΧρον2001,   σ.   63   και ΑΠ1153/2010, ό.π.).
Στις περιπτώσεις εκείνες όπου μια υπηρεσιακή ενέργεια αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια και κρίση των υπαλλήλων, παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος υπάρχει, όταν ο υπάλληλος παραβιάζει κατά την τέλεση ή την παράλειψη αυτής της ενέργειας τα κριτήρια και τον γενικότερο ή ειδικότερο σκοπό που προκύπτουν από το νόμο που διέπει τη συγκεκριμένη υπηρεσιακή δράση. Στο μέτρο που διακριτική ευχέρεια δεν σημαίνει απόλυτη ελευθερία δράσης εκ μέρους του υπαλλήλου, αλλά κρίση στο πλαίσιο μιας νομοθετικές, εξουσιοδότησης που καθορίζει κάποια κριτήρια και ένα σκοπό, βάσει των οποίων θα πρέπει να γίνει η αξιολόγηση των πραγματικών δεδομένων και να ληφθεί υπόψη η απόφαση στη συγκεκριμένη περίπτωση, παράβαση καθήκοντος συνιστά είτε η υπέρβαση εκ μέρους του υπαλλήλου της δοθείσας από το νόμο εξουσιοδότησης, είτε η καταχρηστική άσκηση της ευχέρειας αυτής (βλ Μπιτζιλέκη Τα υπηρεσιακά εγκλήματα σελ. 48-49). Η παράβαση μπορεί να συντελεσθεί και με την κακή χρήση αυτής, την υπέρβαση δηλαδή των ακραίων ορίων της, τα οποία επιβάλλουν οι αρχές της υπεροχής του δημοσίου συμφέροντος, της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης, της αμεροληψίας της διοίκησης, της ισότητας και εξυπηρέτησης του σκοπού του νόμου ή με την κατάχρηση εξουσίας, η οποία υπάρχει στην περίπτωση που αν και δεν παραβιάζεται κάποια διάταξη νόμου, η πράξη ασκείται για την εξυπηρέτηση σκοπού καταδήλως ξένου προς το σκοπό, στην οποία απέβλεψε ο νόμος, όταν δηλαδή είναι απόρροια ελατηρίων και κινήτρων που καταδήλως αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση σκοπού άλλου από εκείνον του νόμου (ΑΠ 208/12 ΠοινΔ 2012, 1042. Γνωμ. ΕισΑΠ 3/10 ΠΧ ΞΑ 472).
Ο δόλος του δράστη συνίσταται είτε στη θέληση είτε στη γνώση και αποδοχή της παράβασης των υπηρεσιακών του καθηκόντων (άμεσος ή ενδεχόμενος δόλος). Για να συντρέχει δε σκοπός παράνομης ωφέλειας ή βλάβης πρέπει όχι μόνο η βούληση του δράστη να κατατείνει προς αυτόν, αλλά και η συμπεριφορά του, όπως αναπτύσσεται, να μπορεί αντικειμενικά να οδηγήσει στην επίτευξη του, αφού ο όρος με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον, λογικά σημαίνει ότι η πράξη, όπως επιχειρείται από το δράστη, δύναται να οδηγήσει στην απόκτηση παράνομου οφέλους ή  στην πρόκληση βλάβης τρίτου (αντικειμενικό στοιχείο) και επιπλέον ότι η βούληση του δράστη κατευθύνεται στην απόκτηση του οφέλους ή στην πρόκληση της βλάβης (υποκειμενικό στοιχείο). Έτσι, μεταξύ της πράξεως και του σκοπού του οφέλους ή βλάβης πρέπει να υπάρχει μια τέτοια αιτιώδης σχέση, ώστε η πράξη της παράβασης καθήκοντος, αν δεν είναι ο αποκλειστικός τρόπος,  πάντως πρέπει να  είναι  ο πρόσφορος  τρόπος περιποίησης του  σκοπούμενου οφέλους ή της βλάβης, πράγμα που συμβαίνει όταν το σκοπούμενο όφελος ή η βλάβη δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με την παράβαση του συγκεκριμένου καθήκοντος, ο δράστης δε πρέπει να τελεί σε γνώση της εν λόγω προσφορότητας (βλ. Α. Κονταξή, ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ, ό.π., ΑΠ 28/2012, ΑΠ 1153/2010,  ΑΠ 1035/2003, ό.π.).  Συνιστά παράβαση καθήκοντος (εφόσον, εννοείται, συντρέχουν και οι λοιποί όροι του α. 259 ΠΚ), όταν ο υπάλληλος (ή δικαστής ή εισαγγελέας): α) δεν λαμβάνει υπόψη του έγγραφα που του προσκομίζονται (Δικ Αγωγών Κακοδ. 3/64 ΝοΒ 13.10, Φ. Αγγελής, ΝοΒ 13.97), γ) δίδει στα αποδεικτικά μέσα αποδεικτική αξία διαφορετική από αυτή που ορίζει ο νόμος, δ) λαμβάνει υπόψη του ανύπαρκτα στοιχεία, ε) δεν αιτιολογεί την κρίση του (16/95 ΔιατΕισεφΠατρ. ΤΝΠ 156880).
Β.  Σύμφωνα Η διάταξη του άρθρου 13 Π.Κ προσδιορίζει τη νομική έννοια του υπαλλήλου, στην οποία υπάγονται  και οι ορκισθέντες Υπουργοί. Οι διατάξεις των άρθρων 26 και 27 Π.Κ προσδιορίζουν την έννοια της υπαιτιότητας και του δόλου, που συνιστούν προϋπόθεση του ποινικού κολασμού των παράνομων πράξεων.
Γ΄.  Κατά τις διατάξεις του άρθρου 17 του ΠΚ, "χρόνος τέλεσης της πράξης θεωρείται ο χρόνος κατά τον οποίο ο υπαίτιος ενέργησε ή όφειλε να ενεργήσει. Ο χρόνος κατά τον οποίο επήλθε το αποτέλεσμα είναι αδιάφορος, εκτός αν ορίζεται άλλως".

Δ΄. Τέλος, κατά το άρθρο 46 παρ. 1β` του ΠΚ, "με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται όποιος με πρόθεση παρείχε άμεση συνδρομή στο δράστη κατά τη διάρκεια της πράξης και στην εκτέλεση της κύριας πράξης". Από τη διάταξη αυτή σαφώς συνάγεται ότι, για την ύπαρξη άμεσης συνέργειας στην τελούμενη από άλλον αξιόποινη πράξη, απαιτείται παροχή άμεσης συνδρομής από τον δράστη στον αυτουργό κατά την τέλεση και κατά την διάρκεια εκτέλεσης της κύριας πράξης και μάλιστα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε χωρίς αυτή τη συνδρομή δεν θα ήταν δυνατή με βεβαιότητα ή διάπραξη του εγκλήματος υπό τις περιστάσεις που τελέστηκε. 

Επειδή, έχω το απαραίτητο έννομο συμφέρον (αρθ. 40 ΚΠΔ), είναι δε νόμιμη, βάσιμη, αληθής και τα περιγραφόμενα αδικήματα διώκονται αυτεπαγγέλτως (36 ΚΠΔ).
Επειδή, συμφώνως με την έννοια του μεν άρθρου 36 ΚΠοινΔικ καθιερώνεται η αρχή της αυτεπαγγέλτου ποινικής διώξεως η οποία μη υποκειμένη εις τύπον γίνεται άμα ο αρμόδιος εισαγγελεύς πληροφορηθεί την τέλεση του εγκλήματος, είτε κατόπιν μηνύσεως ή αναφοράς δημοσίας αρχής ή ιδιώτου (άρθρ. 37-40 και 42), είτε κατόπιν οιασδήποτε "άλλης ειδήσεως" όπως εξ ιδίων πληροφοριών ή ιδίας αντιλήψεως εξ επιστολής (και ανωνύμου έτι) ή και της κοινής φήμης όταν, εννοείται, εις την τελευταίαν αυτή περίπτωση έχει ο εισαγγελεύς σοβαρούς λόγους να πιστεύει ότι ετελέσθη έγκλημα (Μπουρόπουλος όπου ανωτ. σελ. 57) παθών εκ του οποίου, ειρήσθω, είναι παν πρόσωπον είτε νομικόν είτε φυσικόν, είτε ικανό προς καταλογισμόν είτε ακαταλόγιστον, το οποίον είναι φορεύς του εννόμου αγαθού, καθ' ού στρέφεται η πράξη (Χωραφάς όπου ανωτ.).                                               
Επειδή, τα πρόσωπα που διέπραξαν τα ανωτέρω αναφερόμενα αδικήματα είναι δυνατόν να προσδιορισθούν από την διενεργηθησοµένη ανάκριση.
Επειδή, οι ανωτέρω πράξεις τιμωρούνται από τις διατάξεις του Π.Κ. και μάλιστα με εγγύτατο νομικό χαρακτηρισμό.
Επειδή, με την παρούσα μηνυτήρια αναφορά δεν έχω σκοπό να δυσφημήσω ή να εξυβρίσω τους μηνυόμενους, αλλά υποβάλλω αυτή επειδή αντιλαμβάνομαι ότι έχουν  διαπραχθεί οι αυτεπαγγέλτως αξιόποινες πράξεις και ως αξιωματικός έχω δικαιολογημένο συνταγματικό δικαίωμα και ενδιαφέρον, ηθικά και νομικά, καθώς  αφενός μεν με όλα αυτά μειώθηκε επικίνδυνα το επί δικαίου αίσθημα και αφετέρου βλάφτηκα προσωπικά από τις παραλείψεις των αρμοδίων Υπουργών καθώς στερούμαι του νομίμου δικαιώματος της εργασίας και εν συνεχεία της αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Επειδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση από όσα προαναφέρθηκαν οι αναφερόμενοι τέλεσαν το αδικήμα των άρθρων 259 του ΠΚ, τόσο κατά την αντικειμενική, όσο και κατά την υποκειμενική τους υπόσταση, σύμφωνα με τα όσα περιγράφονται παραπάνω.
Επειδή, η δικαιοσύνη αποτελεί σ’ αυτούς τους πραγματικά δύσκολους καιρούς την υπέρτατη προσδοκία και ελπίδα του πολίτη.
Επειδή ύστατο καταφύγιο τούτη την έσχατη ώρα αποτελεί ο θεσμός της Δικαιοσύνης. Ένας θεσμός πολλαπλώς βαλλόμενος. Ένας θεσμός ενοχλητικός σε εκείνους που έχουν συνηθίσει στην αυθαιρεσία και στο ανέλεγκτο αυτής.
Επειδή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 24 παρ. 2 Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ. «(Η Εισαγγελία) Δρα ενιαία και αδιάκριτα και έχει ως αποστολή την τήρηση της νομιμότητας, την προστασία του πολίτη και τη διαφύλαξη των κανόνων της δημόσιας τάξης.».
 Επειδή, ο Ελληνικός λαός προσβλέπει σ’ Εσάς για την ευθυδικία, την τήρηση της νομιμότητας και την προστασία του περιβάλλοντος και στην εν λόγω περίπτωση.
  Επειδή, οι νόμοι του κράτους μας υπάρχουν για να εφαρμόζονται και όχι να παραμένουν ανενεργοί, σαν «ακάλυπτες νομικές επιταγές».
  Επειδή, οι υπαίτιοι εγκληματικών πράξεων πρέπει να ανευρίσκονται και να τιμωρούνται αναλόγως.
 Επειδή, έχουν διαπραχθεί ιδιαιτέρως σοβαρά ποινικά αδικήματα, από δημόσιους λειτουργούς (Υπουργούς).
Κατόπιν όλων των  ανωτέρω εκφράζω την άποψη ότι συντρέχουν οι αναγκαίες εκείνες ενδείξεις διάπραξης αξιόποινων πράξεων και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό βεβαιότητας ώστε να επιβάλλεται η ποινική τους αξιολόγηση και συνεπακόλουθα η τεκμηρίωση τους, η δε η υποχρέωση αυτή ανακύπτει από το νόμο ακόμη και όταν υπάρχουν απλές μόνο ενδείξεις για τέλεση της μηνυόμενης αξιόποινης πράξης ή υφίσταται ισχνή πιθανότητα να ευδοκιμήσει η εναντίον του μηνυομένου κατηγορία (ΑΠ Ολομ. 1/2005).

                                               ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
          και με την ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματος μου
                                                   ΕΞΑΙΤΟΥΜΑΙ
Να προβείτε σε κάθε νόμιμη ενέργεια προκειμένου να διερευνήσετε, αν συντρέχει περίπτωση τέλεσης ποινικών αδικημάτων από τους ανωτέρω αρμόδιους Υπουργούς (ΥΠΕΘΑ και ΥΝΑΝΠ), αποστέλλοντας αμελλητί την παρούσα μηνυτήρια αναφορά στη Βουλή των Ελλήνων σύμφωνα με το Νόμο περί ευθύνης Υπουργών και το άρθρο 86 του Συντάγματος, ώστε μετά από την   αναγκαία ψηφοφορία να παραπεμφθούν στο αρμόδιο Ειδικό Δικαστήριο οι υπεύθυνοι των αναφερόμενων πράξεων αποκαθιστώντας, τοιουτοτρόπως, τη νομιμότητα.
Επιπλέον δηλώνω παράσταση πολιτικής αγωγής για όλες τις ανωτέρω παράνομες και αξιόποινες πράξεις τους, για τη υποστήριξη της κατηγορίας και για χρηματική ικανοποίηση, (44) ευρώ, με επιφύλαξη αναζήτησης αξιώσεως μεγαλύτερης (50.000) ευρώ, ενώπιον των αρμόδιων αστικών δικαστηρίων, λόγω ηθικής και υλικής βλάβης επελθούσας σε εμένα από τις εν λόγω πράξεις-παραλήψεις.
Προς απόδειξη όλων των παραπάνω, ζητώ να προβείτε σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, προσάγω και επικαλούμαι τα κάτωθι σχετικά:

1.    Την απόφαση του Συνηγόρου του Πολίτη.

2. Ιστορικό Ενεργειών Απόκτησης Πιστοποιητικού Ναυτικής Ικανότητας στο Εμπορικό Ναυτικό.

3. Μηνυτήρια Αναφορά μου, από 17.5.2016
3. Απορριπτική Διάταξη της Εισαγγελέως Πρωτοδικών.


                    Αιτούμαι επικυρωμένο αντίγραφο της παρούσης αναφοράς.
                                                                                       
                                               Αθήνα, 1 Νοεμβρίου 2017

                                       Ο  Μηνυτής και Πολιτικώς Ενάγων

                                     Πλωτάρχης  ε.α. Παναγιώτης Σταμάτης ΠΝ

Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2018


Ο κομμουνιστής νονός (Τίτο) της ¨Δημοκρατίας της Μακεδονίας¨
                                              Άρθρο του Π. Σταμάτη*

Η Γιουγκοσλαβία ήταν ένα κράτος της Ευρώπης στο δυτικό μέρος των Βαλκανίων κατά το μεγαλύτερο διάστημα του 20ου αιώνα. Σχηματίστηκε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο το 1918 με το όνομα Βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων μετά τη συγχώνευση του προσωρινού Κράτους των Σλοβένων, Κροατών και Σέρβων (που αυτοανακυρήχθηκε μετά την διάλυση της πρώην Αυστροουγγαρίας) με το ανεξάρτητο Βασίλειο της Σερβίας. Η σερβική βασιλική οικογένεια της Καραγεώργεβιτς έγινε η δυναστεία του Βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων.

Το Βασίλειο κέρδισε τη διεθνή του αναγνώριση στις 13 Ιουλίου του 1922 στη Διάσκεψη των Πρεσβευτών στο Παρίσι. Η χώρα ονομάστηκε έτσι από τους Νότιους Σλαβικούς λαούς που σχημάτισαν την πρώτη τους ένωση, μετά από αιώνες στους οποίους τα εδάφη τους ήταν μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Αυστροουγγαρίας.

Μετονομάστηκε σε Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας στις 3 Οκτωβρίου 1929 και στις 6 Απριλίου 1941 οι δυνάμεις του Άξονα εισέβαλαν στην Γιουγκοσλαβία και τη διαμέλισαν. Το 1943 ανακηρύχθηκε η Δημοκρατική Ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβία από τους Γιουγκοσλάβους Παρτιζάνους. Το 1944, ο βασιλιάς τους αναγνώρισε ως νόμιμη κυβέρνηση, αλλά το Νοέμβριο του 1945 η μοναρχία καταργήθηκε. Η Γιουγκοσλαβία μετονομάστηκε σε Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας το 1946, όταν και σχηματίστηκε η κομμουνιστική κυβέρνηση.

Στις 2 Μαρτίου του 1945, στην ελεύθερη Γιουγκοσλαβία εγκαταστάθηκε τριμελής αντιβασιλεία. Ως ηγέτης του Εθνικού Μετώπου ο Τίτο ανέλαβε πρωθυπουργός (7 Μαρτίου του 1945). Τον Αύγουστο, διακήρυξε πως η βασιλεία είναι ασυμβίβαστη με την εθνική κυριαρχία. Στις εκλογές (11 Νοεμβρίου του 1945), το Εθνικό Μέτωπο πήρε 6.725.000 ψήφους έναντι 707.000 της αντιπολίτευσης. Η κάλπη έδινε στον Τίτο παντοκρατορία. Η εθνοσυνέλευση (29 Νοεμβρίου του 1945) κήρυξε τον βασιλιά έκπτωτο και ανάγγειλε τη δημιουργία της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας.
Ομόσπονδα κράτη ανακηρύσσονταν τα Σερβία, Κροατία, Σλοβενία, Βοσνία - Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο και Μακεδονία, ένα κομμάτι γης που αφαιρέθηκε από τη Νότια Σερβία.

Με λυμένα τα «τεχνικά ζητήματα», οι Γιουγκοσλάβοι ρίχτηκαν στην οικοδόμηση του σοσιαλιστικού κράτους. Παράλληλα, ξανάβγαλε στην επιφάνεια ένα παλιό σχέδιο για ομοσπονδία με τη Βουλγαρία, την Αλβανία και (αντί για τη Ρουμανία που αρχικά προβλεπόταν) την Ελλάδα, «μόλις νικούσαν οι αντάρτες». Ο ηγέτης της Βουλγαρίας, Δημητρώφ, το συζητούσε. Ο Στάλιν κάλεσε και τους δυο στη Μόσχα (Ιανουάριος του 1948). Ο Δημητρώφ πήγε. Ο Τίτο έστειλε τον Μίλαν Τζίλας. Το τι ειπώθηκε ανάμεσα στους τρεις, μας είναι γνωστό από το βιβλίο του Τζίλας «Συνομιλίες με τον Στάλιν».
Σύμφωνα με τα όσα ο Τζίλας γράφει, ο Στάλιν τους έβαλε τις φωνές απορρίπτοντας τα σχέδιά τους για ομοσπονδία και τους κατηγόρησε ότι θέλουν να υποκαταστήσουν τη Σοβιετική Ένωση.
Ο Τίτο δε φαινόταν να έχει ιδιαίτερες δυσκολίες με τις εθνότητες και με την εθνική καθαρότητα. Τέσσερα χρόνια πριν από την επίσημη αναγνώριση της ύπαρξης «μακεδονικού έθνους» με κρατική οντότητα, είχε αναγνωρίσει και την ύπαρξη «μουσουλμανικής εθνότητας» στη Βοσνία. Μόνο που τότε κανένας δεν είχε πρόβλημα. Ήταν στα 1941, όταν η Βοσνία δόθηκε στην «ανεξάρτητη» Κροατία ως αντιπαροχή για την αφαίρεση της Δαλματίας, που πήραν οι Ιταλοί. Οι επικεφαλής των μουσουλμάνων έσπευσαν να συνεργαστούν με τους Ουστάσι της Κροατίας, αλλά πολύ σύντομα ο Τίτο και οι παρτιζάνοι του εγκαταστάθηκαν στη Βοσνία και δημιούργησαν ελεύθερες ζώνες. Ο Τίτο ζήτησε τη βοήθεια των μουσουλμάνων κατοίκων της περιοχής και τους υποσχέθηκε αναγνώριση ως χωριστή εθνότητα. Έτσι, στη χώρα βρέθηκαν Σέρβοι, Κροάτες και ξεχωριστά οι μουσουλμάνοι. Στα ενδιάμεσα, ο Τίτο δε δίστασε να ανοίξει τα σύνορα του Κοσσυφοπεδίου προς την Αλβανία και να δεχτεί την εγκατάσταση χιλιάδων Αλβανών, που έφτασαν να αποτελούν την πλειοψηφία των κατοίκων.
Ως τότε, το Κοσσυφοπέδιο παρέμενε αδιαφιλονίκητα σερβικό έδαφος.

Με όλα τούτα, όμως, στο παλιό βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων είχαν προκύψει ακόμα τρεις εθνότητες: Οι «Αλβανόφωνοι», οι «μουσουλμάνοι» και οι «Μακεδόνες», χωρίς να λογαριάζονται οι Σέρβοι του Μαυροβουνίου. Ο ανταγωνιστής σύντροφος Στάλιν τα είχε καταφέρει με τις εθνότητες της Σοβιετικής Ένωσης, πριν να γίνει αρχηγός του κράτους. Ο Τίτο πίστευε πως κι αυτός μπορούσε. Το τι πραγματικά πέτυχαν και οι δυο φάνηκε ανάγλυφο μετά το 1989, αλλά κανένας τους δε ζούσε να το δει. Όμως, για τη Γιουγκοσλαβία του Τίτο, ένας νέος μπελάς, αθέατος για την ώρα, ξεπρόβαλλε στον ορίζοντα: Η πανίσχυρη πια Δυτική Γερμανία ξαναθυμόταν την έξοδό της στη Μεσόγειο μέσα από ένα τελικό πλήγμα στους αλαζόνες της μισητής Σερβίας: Από το 1971, η προσπάθειά της ήταν να ενισχύσει τις εθνικές αντιθέσεις στους κόλπους της ομοσπονδίας.

Οι Γερμανοί δεν περιορίζονταν πια στη χρηματοδότηση των εμιγκρέ Ουστάσι αλλά πλησίαζαν και τους «εθνικοκομμουνιστές» της Κροατίας και τους Αλβανόφωνους στο Κοσσυφοπέδιο. Βοήθησε κι ο ίδιος ο Τίτο με το νέο σύνταγμα που απέκτησε η ομοσπονδία (21 Φεβρουαρίου του 1974): Το Κοσσυφοπέδιο ανακηρύχθηκε ισότιμη αυτόνομη περιοχή, όπως και η Βοϊβοντίνα, κι ουσιαστικά έγινε νέο κράτος μέσα στο κράτος της Σερβίας.

Ο Τίτο πέθανε στις 4 Μαΐου του 1980. Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ξεκίνησε περίπου δέκα χρόνια αργότερα. Μετά τη διάλυση, οι δημοκρατίες της Σερβίας και του Μαυροβουνίου σχημάτισαν ένα μικρότερο κράτος την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (ΟΔΓ), η οποία φιλοδοξούσε να έχει την ιδιότητα του μοναδικού νόμιμου διαδόχου της ΣΟΔΓ, αλλά οι ισχυρισμοί αυτοί βρήκαν αντίθετες τις άλλες δημοκρατίες. Τελικά, η Σερβία και το Μαυροβούνιο αποδέχθηκαν την γνώμη της επιτροπής Μπατιντέρ για την από κοινού διαδοχή. Η ΟΔΓ μετονομάσθηκε σε Ένωση Κρατών Σερβίας και Μαυροβουνίου το 2003. Η Σερβία και το Μαυροβούνιο χωρίστηκαν το 2006 και έγιναν ανεξάρτητα κράτη, ενώ το Κοσσυφοπέδιο διακήρυξε την ανεξαρτησία του το 2008.

Η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, για συντομία ΠΓΔΜ σύμφωνα με τη συνταγματική της ονομασία Δημοκρατία της Μακεδονίας, είναι χώρα της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στα κεντρικά Βαλκάνια. Καταλαμβάνει συνολική έκταση 25.333 τετραγωνικών χιλιομέτρων (ξηρά: 24.856 τ.χλμ., ύδατα: 477 τ.χλμ.). Χώρα περίκλειστη, συνορεύει με το Κόσοβο στα βορειοδυτικά, τη Σερβία στα βόρεια, τη Βουλγαρία στα ανατολικά, την Ελλάδα στα νότια και την Αλβανία στα δυτικά. Αποτελεί περίπου το βορειοδυτικό τρίτο της μεγαλύτερης γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας, που περιλαμβάνει επίσης τα γειτονικά τμήματα της βόρειας Ελλάδας και μικρότερα τμήματα της νοτιοδυτικής Βουλγαρίας και της νοτιοανατολικής Αλβανίας. Η γεωγραφία της χώρας καθορίζεται πρωτίστως από βουνά, κοιλάδες και ποτάμια. Στην πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη Σκόπια ζει περίπου το ένα τέταρτο των 2,06 εκατομμυρίων κατοίκων.
Η πλειοψηφία των κατοίκων είναι Σλαβομακεδόνες, ένας νότιος Σλαβικός λαός.
 Οι Αλβανοί αποτελούν μια σημαντική μειονότητα, περίπου 25% του πληθυσμού της χώρας, ακολουθούμενοι από τους Τούρκους, Σέρβους, Ρομά και άλλες μικρότερες μειονότητες.
Η ιστορία της χώρας ανάγεται στην αρχαιότητα, αρχίζοντας με το βασίλειο της Παιονίας, κράτος Θρακικό. Στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. η περιοχή ενσωματώθηκε στην Περσική Αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών και στη συνέχεια καταλήφθηκε από το Ελληνικό βασίλειο της Μακεδονίας τον 4ο αιώνα π.Χ.

Οι Ρωμαίοι κατέλαβαν την περιοχή τον 2ο αιώνα π.Χ. και την ενέταξαν στην πολύ μεγαλύτερη επαρχία της Μακεδονίας, που παρέμεινε τμήμα της Βυζαντινής (Ανατολικής Ρωμαϊκής) Αυτοκρατορίας και δέχθηκε συχνές επιδρομές και εποικισμούς Σλαβικών λαών, που άρχισαν τον 6ο αιώνα μ.Χ.

Μετά από αιώνες αντιπαράθεσης μεταξύ Βυζαντινής και Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας πέρασε σταδιακά στην Οθωμανική κυριαρχία από τον 14ο αιώνα. Η ιδέα της ύπαρξης χωριστού σλαβομακεδονικού έθνους γεννήθηκε αρχικά σε έναν μικρό κύκλο διανοουμένων Σλάβων της Μακεδονίας στο μεταίχμιο 19ου και 20ου αιώνα.

Με τους Βαλκανικούς πολέμους, η γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας διανεμήθηκε μεταξύ Βουλγαρίας, Σερβίας και Ελλάδας, αλλά ο σλαβομακεδονικός εθνικισμός υποστηρίχθηκε από τα κομμουνιστικά κόμματα της περιοχής κατά το Μεσοπόλεμο και η διάδοσή του ευνοήθηκε από τα προβλήματα που δημιούργησε η γιουγκοσλαβική διοίκηση.
 Οι ρίζες του ζητήματος του ονόματος ανάγονται στην επ΄αύριο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ο Τίτο διαχώρισε από τη Σερβία την περιοχή που καλείτο μέχρι τότε Vardar Banovina (δηλαδή τη σημερινή Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας), χορηγώντας της καθεστώς ομόσπονδης συνιστώσας της τότε νέας ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας και μετονομάζοντάς την αρχικά σε «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας» και, στη συνέχεια, σε «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας». Παράλληλα, άρχισε να καλλιεργεί την ιδέα ενός χωριστού και διακριτού «μακεδονικού έθνους».

Κατά το Β΄ Παγκόσμιο, στην κατεχόμενη Μακεδονία του Βαρδάρη αναπτύχθηκε ένα αντιφασιστικό αντάρτικο, που μετά τον πόλεμο οδήγησε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας ως ομόσπονδης δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας. Το 1991, με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, η πρώην γιουγκοσλαβική δημοκρατία έγινε ανεξάρτητο κράτος με τη συνταγματική ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας».

 Η περιοχή, που σήμερα παρουσιάζεται ως κρατίδιο με την ονομασία Π.Γ.Δ.Μ ή κοινώς Δημοκρατία των Σκοπίων, καθ΄ όλη τη ρωμαϊκή και τη βυζαντινή εποχή όχι μόνον δεν ελογίζετο ως Μακεδονία αλλ΄ ούτε ως τμήμα αυτής της, αλλ΄ ως εντελώς ιδιαίτερη χώρα που έφερε την ονομασία, «ΔΑΡΔΑΝΙΑ».

Με αυτή την ονομασία ήταν γνωστή ήδη από τα χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου, προχριστιανικά Ρωμαϊκά χρόνια μέχρι το μεσαίωνα.

Εάν λοιπόν οι γείτονες ορέγονται και επιθυμούν να αποκτήσουν κάποιο ιστορικό όνομα, που να εκφράζει το παρελθόν τους, την ιστορία και τον χαρακτήρα τους, δεν έχουν παρά να αποδεχθούν αυτό που είχαν επί χίλια και πλέον χρόνια, πριν χάσουν την αυτοσυνειδησία και την ιστορική τους μνήμη και ταυτότητα.
Ούτε απάτορες, ούτε αμήτορες, ούτε αγενεαλόγητοι, ούτε «αβάπτιστοι», υπήρξαν και είναι (και πατέρες και μητέρες είχαν τους Δαρδάνιους ή Δάρδανες, και όνομα είχαν).

Αλλά το να θέλουν να απαλείψουν ή να λησμονήσουν το παρελθόν, την ονομασία και την ιστορία τους και να μη θέλουν να βγάλουν στην επιφάνεια την πραγματική πατρογονική τους ονομασία,  αλλ΄ αντίθετα να ωρέγονται να ιδιοποιηθούν αλλότρια ονόματα, ιστορία, παρελθόν, ταυτότητα και συνείδηση, αποδεικνύει ότι όχι μόνον διακατέχονται από αισθήματα μειονεκτικότητας, αλλά και επεκτατικές βλέψεις και μελλοντικές διεκδικήσεις σε βάρος της Μακεδονίας και κατ΄ επέκταση σε βάρος της Ελλάδας, ώστε να έχουν πρόσβαση στο Αιγαίο.

Το ζήτημα του ονόματος της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας δεν είναι απλώς μια διαφορά περί ιστορικών γεγονότων ή συμβόλων. Πρόκειται για τη συμπεριφορά ενός κράτους μέλους των Ηνωμένων Εθνών, της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, η οποία αντιστρατεύεται τις θεμελιώδεις αρχές της διεθνούς έννομης τάξης, και πιο συγκεκριμένα τον σεβασμό της καλής γειτονίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας.

Υπό το πρίσμα αυτό, το ζήτημα του ονόματος είναι ένα πρόβλημα με περιφερειακή και διεθνή διάσταση, το οποίο συνίσταται στην προώθηση αλυτρωτικών και εδαφικών βλέψεων εκ μέρους της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, με κύριο όχημα την πλαστογράφηση της ιστορίας και την οικειοποίηση της εθνικής, ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας.

Όπως σας ανέπτυξα, πρέπει όλοι μας να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο να συναινέσουμε σε ονομασία της ΠΓΔΜ που να περιέχει το όνομα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ.

Είμαι σίγουρος ότι γελάει από τον τάφο του ο Τίτο, με τους ελληνικούς χειρισμούς και αναπαύεται ήσυχος για το δημιούργημά του.

*Ο Π. Σταμάτης είναι συγγραφέας και αξιωματικός ΠΝ.