Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012

Η (χρήσιμη) δραστηριοποίηση της Ελλάδας σε Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή

Η (χρήσιμη) δραστηριοποίηση της Ελλάδας σε Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή
Η επίσκεψη του Ισραηλινού Προέδρου στην Ελλάδα αποτέλεσε ακόμη μία ισχυρή ένδειξη της σημαντικής βελτίωσης των διμερών σχέσεων τα τελευταία τρία χρόνια. Μετά από μία τυχαία συνάντηση του πρώην πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου, με τον Ισραηλινό ομόλογο του σε ένα εστιατόριο στην Μόσχα τον Φεβρουάριο του 2010, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου κατά την επίσκεψη Νετανιάχου τέθηκαν οι βάσεις συνεργασίας, η οποία συστηματικοποιήθηκε το επόμενο διάστημα. Μεταξύ Σεπτεμβρίου 2010 και Μαρτίου 2012 υπήρξε σειρά επισκέψεων σε επίπεδο υπουργών, υπηρεσιακών παραγόντων και εμπειρογνωμόνων, πολλές φορές αθόρυβα, αλλά σχεδόν πάντα με απτά αποτελέσματα.
Και είναι αλήθεια πως ξεπερνώντας στερεότυπα του παρελθόντος επικράτησε μία ευρύτερη πολιτική συναίνεση γύρω από την ανάγκη ενίσχυσης των δεσμών Ελλάδας-Ισραήλ, πάντα με γνώμονα το εθνικό συμφέρον.
Αυτή η κατάκτηση δημιουργεί μία συνέχεια, αν και κάποιες πολιτικές δυνάμεις, αφιερώνοντας στο πρόγραμμα εξωτερικής τους πολιτικής περισσότερες λέξεις για το Παλαιστινιακό παρά για την Κύπρο, δείχνουν πρόθυμες να σπαταλήσουν εθνικό κεφάλαιο προς όφελος απροσδιόριστων τρίτων.
Και εδώ συνίσταται ένα από τα ελληνικά παράδοξα. Να ορίζουμε τις σχέσεις με το x κράτος υπό το πρίσμα των σχέσεων μας με το ψ κράτος. Επί παραδείγματι, ορισμένοι ανακαλύπτουν περιορισμούς στην ανάπτυξη δεσμών με το Ισραήλ λόγω της «κατεχόμενης» Παλαιστίνης. Και αυτό καταλήγει πρόφαση/άλλοθι ολιγωρίας.
Γιατί, όμως, οι φίλες αραβικές χώρες/οργανισμοί δεν καθορίζουν τις σχέσεις τους με την Τουρκία βάσει της κατοχής του βόρειου κομματιού της Κύπρου; Αυτό θα πρέπει, προφανώς, να μας «υποψιάσει». Άλλο να υπερασπίζεσαι το ισχυρό του δικαίου έναντι του δίκαιου του ισχυρού (πάγια ελληνική θέση), άλλο να εντοπίζεις και να αντιστέκεσαι στην αδικία, βασιζόμενος εν πολλοίς στο Διεθνές Δίκαιο, άλλο να στέκεσαι αλληλέγγυος στον αδύναμο και άλλο να εξαρτάς τα συμφέροντα σου από μονομανίες και στοχοποιήσεις (πχ. τρομοκράτης το Ισραήλ αλλά απελευθερωτικό κίνημα η Χαμάς) που, σε τελική ανάλυση, δεν λαμβάνουν υπόψη τους όλα τα δεδομένα.
Αν, μάλιστα, δεν υπήρχαν τα πρόσφατα ευρήματα υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο, ο καθορισμός ΑΟΖ Κύπρου-Ισραήλ και τέλος η ραγδαία επιδείνωση των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ δεν αποκλείεται, παρά τη δεδομένη πρόθεση της κυβέρνησης Παπανδρέου να δώσει νέα πνοή στις διμερή με το Ισραήλ, αυτά να παρέμεναν όμηρος εθνικών μύθων και ενός άκρατου φιλοαραβισμού, ο οποίος δεν απέδωσε εδώ και τρεις δεκαετίες τα αναμενόμενα.
Ασφαλώς η πολιτική μας στην Μεσόγειο και την ευρύτερη Μέση Ανατολή δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη. Ούτε ωφελούν οι αυταπάτες περί δημιουργίας τριγωνικών αξόνων Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ. Η καθεμία χώρα έχει τα δικά της συμφέροντα που άλλοτε ταυτίζονται, άλλοτε συμπληρώνονται, σε ορισμένες δε περιπτώσεις απλώς δεν συναντώνται.
Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι πρόκειται για τις τρεις πλέον ανεπτυγμένες δημοκρατίες στην περιοχή, με αποτέλεσμα οι συνεννοήσεις μεταξύ τους να καθίστανται ευκολότερες και αποδοτικότερες.
Η Ελλάδα, κατά τη δραστηριοποίησή της σε Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή, οφείλει να αναδείξει το ευρωπαϊκό χαρτί και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την ανάληψη ενός ρόλου έντιμου διαμεσολαβητή για την επίλυση των συγκρούσεων ή έστω την γεφύρωση των αντιπαραθέσεων που ταλανίζουν την πολύπαθη περιφέρεια.
Η σύγκλιση των κρατών της περιοχής με την Ευρώπη είναι μία επίπονη, ενδεχομένως μακρά, αλλά απαραίτητη για όλους διαδικασία. Η φυσική γειτνίαση, οι μεταναστευτικές ροές, η ανολοκλήρωτη Αραβική Άνοιξη και οι συνέπειες αυτής, η Συρία, το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και η πιθανή τροφοδοσία της διψασμένης Ευρώπης με τους υδρογονάνθρακες της Ανατολικής Μεσογείου είναι μόνο μερικά από τα ζητήματα που απασχολούν και θα απασχολήσουν την Ένωση το επόμενο διάστημα.
Η χώρα μας, τόσο λόγω ιστορικών δεσμών και θέσης όσο και εικόνας (με εξαίρεση την Τουρκία δεν ενεργοποιεί αρνητικά αντανακλαστικά) δύναται, υπό προϋποθέσεις, να αναπτύξει ένα διευρυμένο ρόλο σε επικείμενες διαβουλεύσεις και διαπραγματεύσεις (σε ευρωπαϊκό επίπεδο) αλλά και να αναλάβει πρωτοβουλίες αναζήτησης κοινών παρανομαστών και εξομάλυνσης καταστάσεων. Δεν πρέπει, παρότι η κρίση στην Ελλάδα βαθαίνει περιορίζοντας τα περιθώρια ελιγμών, να αφήσουμε σε άλλους ελεύθερο πεδίο δράσης σε μία περιοχή που αλλάζει και με δυνάμεις που αναδιατάσσονται. Τώρα είναι η ευκαιρία με ευρωπαϊκό πρόσημο και μακριά από αποκλεισμούς και διαχωριστικές γραμμές να συμβάλλουμε ουσιαστικά στη δημιουργία ενός κοινού μέλλοντος που θα διασφαλίζει την σταθερότητα και την ευημερία των λαών της περιοχής, αφήνοντας τους τελευταίους να αποφασίσουν για τις τύχες τους. Με αυτό τον τρόπο θα εκθέσουμε συγκεκριμένες ηγεσίες που όψιμα κόπτονται για την προάσπιση των συμφερόντων των αραβικών και μουσουλμανικών κρατών, ενώ επί της ουσίας επιθυμούν τη διατήρηση του status quo και την επικράτηση συγκρουσιακών λογικών μόνο και μόνο για την αποτελεσματικότερη προώθηση των δικών τους συμφερόντων.
Η χώρα μας δύναται να κεφαλαιοποιήσει τις προσπάθειες των περασμένων τριών ετών, ανακτώντας το ρόλο του χρήσιμοι εταίρου (όπως παλαιότερα, υπό άλλες βέβαια συνθήκες, στα Βαλκάνια), καθιστάμενη μέρος της λύσης των προβλημάτων παρά συστατικό του ίδιου του προβλήματος.
Παράλληλα, πρέπει να εξαντλήσουμε τα περιθώρια ενσωμάτωσης της Ανατολικής Μεσογείου στους ενεργειακούς σχεδιασμούς της Ευρώπης, επιδιώκοντας ένα διττό ρόλο: της φυσικής γέφυρας μεταξύ ΕΕ και κρατών της περιοχής και του δυνητικού διαμετακομιστικού κόμβου που θα μεταφέρει αέριο στις ευρωπαϊκες αγορές. Έτσι, όπως έχω επανειλλημμένα τονίσει, θα προσφέρουμε μία ρεαλιστική συμπληρωματική λύση στο στρατηγικό δίλημμα των Βρυξελλών «εξάρτηση από την Ρωσία ως βασικού προμηθευτή αερίου ή από την Τουρκία ως ενεργειακού πνεύμονα, εφόσον όλα τα σχέδια του νότιου διαδρόμου που παρακάμπτουν τη Ρωσία διέρχονται τουρκικής επικράτειας».
Ταυτόχρονα, και με ιδιαίτερη προσοχή και μεθοδικότητα, αξίζει να εξετάσουμε το ενδεχόμενο διαμεσολάβησης στις προβληματικές σχέσεις (πχ. Ισραήλ-Λίβανος) με την ενεργοποίηση όλων των εργαλείων πίεσης (πχ. γαλλικός παράγοντας προς την Βηρυτό).
Για λόγους τυπικούς αλλά και ουσιαστικούς, η εμπλοκή μας πρέπει να έχει ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Η Ελλάδα που βάλλεται (δίκαια κάποιες φορές, άδικα τις περισσότερες) μπορεί να προβεί σε κινήσεις μακράς πνοής, επιβεβαιώνοντας ότι αποτελεί αναπόσπαστο μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας. Καθώς και ότι αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, προτάσσοντας τα ευρωπαϊκά συμφέροντα σε μία ευαίσθητη περιφέρεια, όπου συγκεντρώνεται το παγκόσμιο ενδιαφέρον και πνέει άνεμος αλλαγής, χωρίς αυτή τη στιγμή να γνωρίζουμε ποιες δυναμικές θα επικρατήσουν και προς ποια ακριβώς κατεύθυνση.
Πολλοί θα ισχυριστούν ότι η χώρα μας στην παρούσα κατάσταση δεν έχει τις δυνατότητες για μία τέτοια πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική. Θα διαφωνήσω ως προς το μέγεθος που η υφιστάμενη κρίση επηρεάζει τη διαμόρφωση και άσκηση αυτής. Έως ένα βαθμό η κρίση χρησιμοποιείται για να φτιασιδωθούν ατέλειες και παραλείψεις, οι οποίες, ούτως ή άλλως, χαρακτηρίζουν μεγάλο μέρος της πολιτικής άρχουσας τάξης.
Όμως, όπως αποφάνθηκε κορυφαίος αμερικανός μπασκετμπολίστας όταν μετά από συνεχείς ανεπιτυχείς προσπάθειες κατάφερε τελικά να κερδίσει τον τίτλο του πρωταθλητή στο NBA, «η μοίρα δεν χαρίζεται, κερδίζεται«.
*Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι πολιτικός επιστήμονας και επικεφαλής του Κέντρου Ρωσίας, Ευρασίας και Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: