Δικαστές εναντίον………..δικαστών! Το δικαίωμα των δικαστικών λειτουργών σε αξιοπρεπή μισθό, η αποδοχή τους από την κοινωνία και η χαμένη τιμή της Ελληνικής δικαιοσύνης
Του Δημητρίου Σπυρόπουλου, δικηγόρου Αθηνών
Για πρώτη, ίσως, φορά στα δικαστικά χρονικά η Τρίτη εξουσία έχει ανοίξει έναν ολομέτωπο αγώνα με τις άλλες δύο, λόγω της επικείμενης μείωσης των αποδοχών των λειτουργών της. Είναι γεγονός ότι η αποχή των Δικαστών από τα καθήκοντά τους, η οποία συνεχίζεται μετά την έκτακτη Γενική Συνέλευση της 20ης Οκτωβρίου 2012 μέχρι τις 10 Νοεμβρίου 2012 [βλ. Ψήφισμα της έκτακτης γενικής συνέλευσης της ΄Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων της 20-10-2012 σε www.e-themis.gr], έχει επιφέρει ένα τεράστιο πλήγμα, με την αναβολή των υποθέσεων στο σύνολο, σχεδόν των διαδικασιών και έχει παραλύσει το έργο ενός νευραλγικού τομέα του κράτους, ο οποίος του επιφέρει τεράστια έσοδα. Κανένας δεν μπορεί ν’ αμφισβητήσει ότι οι δικαστές έχουν επιφορτιστεί με ένα ευαίσθητο και σημαντικό έργο : την απονομή της δικαιοσύνης. Είναι, επίσης, αδιαμφισβήτητο ότι έχουν συνεισφέρει στην δύσκολη κατάσταση, που περνά η χώρα, με το 38% των αποδοχών τους. Είναι λογικό οι δικαστές να θέλουν την κοινωνία με το μέρος τους σ’ αυτόν τον δύσκολο αγώνα τους. Το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας αντιλαμβάνεται την μεγάλη θυσία, την οποία και οι ίδιοι έχουν υποστεί στον βωμό της οικονομικής κρίσης.
Με αφορμή τον αγώνα των Δικαστών ενάντια στην εξαθλίωσή τους και παρ’ όλο που δεν είναι, ίσως, η κατάλληλη στιγμή για περισυλλογή και αυτοκριτική, μοιραία πλανώνται κάποια ερωτήματα όπως : τι έκαναν και τι κάνουν οι ίδιοι οι Δικαστές για να μην φτάσουμε εδώ που φτάσαμε; Μπορούσαν να έχουν κάνει κάτι για την αποτροπή της ισοπέδωσης των πάντων αυτά τα τρία τελευταία χρόνια και όχι μόνο; Ποιο είναι το χρέος τους απέναντι στην κοινωνία; Γιατί η κοινωνία πρέπει να τους στηρίξει στον αγώνα τους; Τελούν τα καθήκοντά τους όπως πρέπει να τα τελούν, ή έχουν χάσει τον προσανατολισμό τους;
Ξεκινώντας από τον τρόπο επιλογής των δικαστών και την διαδικασία των εξετάσεων, θα ήθελα να επισημάνω ότι η εισαγωγή στην Σχολή Δικαστών υποψηφίων, οι οποίοι δεν έχουν «ψηθεί» στην δικηγορική πρακτική και δεν έχουν πραγματική δικηγορική εμπειρία, ή έστω πρακτική εμπειρία «εκτός έδρας», κατ’ ελάχιστον πέντε ετών, ή και περισσότερο, είναι τουλάχιστον απολύτως εσφαλμένη, αλλά και αντιπαραγωγική και έχει ως συνέπεια να αποφοιτούν, από την εν λόγω σχολή, άνθρωποι, οι οποίοι, δυστυχώς, δεν έχουν ωριμάσει ούτε επιστημονικά, ούτε κοινωνικά και δεν είναι έτοιμοι να ανεβούν στην έδρα και να δικάσουν, διότι πόρρω απέχουν από την πράξη και, όσα προσόντα και αν διαθέτουν, δεν μπορούν να τα αξιοποιήσουν, γιατί υπάρχουν πολλά πράγματα, τα οποία δεν έχουν προλάβει να γνωρίσουν. Υπάρχουν δηλαδή κενά, τα οποία δεν μπορούν να καλυφθούν με την φοίτηση στην Σχολή. Αυτά τα κενά, σε συνδυασμό και με τον φόρτο εργασίας, έχουν ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων και την υποβάθμιση στην ποιότητα των δικαστικών αποφάσεων [βλ. «Αριστόβουλου Ευέλπιστου» : «Η Δικαιοσύνη στην Ελλάδα και το Σωο-Κράτος» σε www.e-themis.gr, ημερ/νία δημοσίευσης 19-10-2012]. Από την άλλη πλευρά, τους «κυνηγούν» οι προθεσμίες έκδοσης αποφάσεων, με αποτέλεσμα και αυτή η πίεση να αποβαίνει μοιραία για την ποιότητα της δικαιοσύνης [ο.π.].
Σε μια ημερίδα με θέμα την δικαιοσύνη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών πριν από περίπου δύο χρόνια, ένας από τους ομιλητές, ο γνωστός Καθηγητής και Δικαστής του Δικαστηρίου της Ε.Ε., Βασίλειος Σκουρής, εξέφρασε την άποψη ότι οι Δικαστές θα έπρεπε να επιλέγονται από ανθρώπους, οι οποίοι έχουν αποκτήσει πολύχρονη εμπειρία στην άσκηση της νομικής επιστήμης από άλλες θέσεις και άλλους κλάδους προηγουμένως, αναφέροντας, ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, την ουσιαστική άσκηση της δικηγορίας. Η άποψη αυτή επικρίθηκε με χλευαστικά και κοροιδευτικά χαμηλόφωνα σχόλια, που άκουσα από δικαστές, που έτυχε να κάθονται κοντά μου.
Είναι, όμως, γεγονός ότι η απειρία των δικαστών, που αποφοιτούν από την σχολή, δεν εγγυάται την ποιότητα των αποφάσεων. Από την άλλη πλευρά, η τεράστια εξουσία, που τους απονέμεται, λόγω της ιδιότητάς τους, προκαλεί σε πολλούς αλαζονεία και αυταρχισμό, στοιχεία τα οποία φαίνονται καθημερινά στα ακροατήρια κυρίως των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων, με την απρεπή συμπεριφορά κάποιων δικαστών απέναντι στους πολίτες, αλλά και στους δικηγόρους, οι οποίοι αποτελούν τους «αναγκαίους συμμετόχους της δικαιοσύνης», όπως είχε τονίσει κάποτε ο αείμνηστος Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευάγγελος Κρουσταλλάκης [βλ. χαιρετισμό, που απηύθυνε στην Ολομέλεια των Προέδρων δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, που συνήλθε στο Ηράκλειο Κρήτης, στις 2-11-2002, στον οποίο ανέπτυξε, μεταξύ άλλων, τα εξής : «Μεγάλος ο ρόλος των δικηγόρων στον χώρο της Δικαιοσύνης. Υψηλή η αποστολή των δικηγορικών συλλόγων στην σύγχρονη κοινωνία. Αντίστοιχες και οι μεγάλες ευθύνες σας. Είσαστε οι φυσικοί υπερασπιστές της δικαστικής ανεξαρτησίας και οι κυματοθραύστες απέναντι στα κύματα αμφισβήτησης του κύρους της Δικαιοσύνης……………Είμαστε μαζί αναγκαίοι συμμέτοχοι στην ικανοποίηση του αιτήματος ορθής απονομής της δικαιοσύνης….»].
Αξίζουν, λοιπόν οι δικαστές της στήριξης της κοινωνίας για τον αγώνα τους; Τι έχουν κάνει οι ίδιοι για την διατήρηση του κύρους τους, αλλα και της αξιοπιστίας τους; Πόσες φορές έχουν έρθει σε «ρήξη» [όπως αναφέρουν στην σχετική από 3-9-2012 ανακοίνωσή τους] με το Κράτος μέσα από τις αποφάσεις τους; Συνιστά μοναδική περίπτωση υποβάθμισής τους η επικείμενη μείωση των αποδοχών τους, ή η ελληνική πολιτεία έχει προ πολλού υποβαθμίσει τον ρόλο τους;
Με αφορμή τον αγώνα των Δικαστών ενάντια στην εξαθλίωσή τους και παρ’ όλο που δεν είναι, ίσως, η κατάλληλη στιγμή για περισυλλογή και αυτοκριτική, μοιραία πλανώνται κάποια ερωτήματα όπως : τι έκαναν και τι κάνουν οι ίδιοι οι Δικαστές για να μην φτάσουμε εδώ που φτάσαμε; Μπορούσαν να έχουν κάνει κάτι για την αποτροπή της ισοπέδωσης των πάντων αυτά τα τρία τελευταία χρόνια και όχι μόνο; Ποιο είναι το χρέος τους απέναντι στην κοινωνία; Γιατί η κοινωνία πρέπει να τους στηρίξει στον αγώνα τους; Τελούν τα καθήκοντά τους όπως πρέπει να τα τελούν, ή έχουν χάσει τον προσανατολισμό τους;
Ξεκινώντας από τον τρόπο επιλογής των δικαστών και την διαδικασία των εξετάσεων, θα ήθελα να επισημάνω ότι η εισαγωγή στην Σχολή Δικαστών υποψηφίων, οι οποίοι δεν έχουν «ψηθεί» στην δικηγορική πρακτική και δεν έχουν πραγματική δικηγορική εμπειρία, ή έστω πρακτική εμπειρία «εκτός έδρας», κατ’ ελάχιστον πέντε ετών, ή και περισσότερο, είναι τουλάχιστον απολύτως εσφαλμένη, αλλά και αντιπαραγωγική και έχει ως συνέπεια να αποφοιτούν, από την εν λόγω σχολή, άνθρωποι, οι οποίοι, δυστυχώς, δεν έχουν ωριμάσει ούτε επιστημονικά, ούτε κοινωνικά και δεν είναι έτοιμοι να ανεβούν στην έδρα και να δικάσουν, διότι πόρρω απέχουν από την πράξη και, όσα προσόντα και αν διαθέτουν, δεν μπορούν να τα αξιοποιήσουν, γιατί υπάρχουν πολλά πράγματα, τα οποία δεν έχουν προλάβει να γνωρίσουν. Υπάρχουν δηλαδή κενά, τα οποία δεν μπορούν να καλυφθούν με την φοίτηση στην Σχολή. Αυτά τα κενά, σε συνδυασμό και με τον φόρτο εργασίας, έχουν ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων και την υποβάθμιση στην ποιότητα των δικαστικών αποφάσεων [βλ. «Αριστόβουλου Ευέλπιστου» : «Η Δικαιοσύνη στην Ελλάδα και το Σωο-Κράτος» σε www.e-themis.gr, ημερ/νία δημοσίευσης 19-10-2012]. Από την άλλη πλευρά, τους «κυνηγούν» οι προθεσμίες έκδοσης αποφάσεων, με αποτέλεσμα και αυτή η πίεση να αποβαίνει μοιραία για την ποιότητα της δικαιοσύνης [ο.π.].
Σε μια ημερίδα με θέμα την δικαιοσύνη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών πριν από περίπου δύο χρόνια, ένας από τους ομιλητές, ο γνωστός Καθηγητής και Δικαστής του Δικαστηρίου της Ε.Ε., Βασίλειος Σκουρής, εξέφρασε την άποψη ότι οι Δικαστές θα έπρεπε να επιλέγονται από ανθρώπους, οι οποίοι έχουν αποκτήσει πολύχρονη εμπειρία στην άσκηση της νομικής επιστήμης από άλλες θέσεις και άλλους κλάδους προηγουμένως, αναφέροντας, ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, την ουσιαστική άσκηση της δικηγορίας. Η άποψη αυτή επικρίθηκε με χλευαστικά και κοροιδευτικά χαμηλόφωνα σχόλια, που άκουσα από δικαστές, που έτυχε να κάθονται κοντά μου.
Είναι, όμως, γεγονός ότι η απειρία των δικαστών, που αποφοιτούν από την σχολή, δεν εγγυάται την ποιότητα των αποφάσεων. Από την άλλη πλευρά, η τεράστια εξουσία, που τους απονέμεται, λόγω της ιδιότητάς τους, προκαλεί σε πολλούς αλαζονεία και αυταρχισμό, στοιχεία τα οποία φαίνονται καθημερινά στα ακροατήρια κυρίως των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων, με την απρεπή συμπεριφορά κάποιων δικαστών απέναντι στους πολίτες, αλλά και στους δικηγόρους, οι οποίοι αποτελούν τους «αναγκαίους συμμετόχους της δικαιοσύνης», όπως είχε τονίσει κάποτε ο αείμνηστος Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευάγγελος Κρουσταλλάκης [βλ. χαιρετισμό, που απηύθυνε στην Ολομέλεια των Προέδρων δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, που συνήλθε στο Ηράκλειο Κρήτης, στις 2-11-2002, στον οποίο ανέπτυξε, μεταξύ άλλων, τα εξής : «Μεγάλος ο ρόλος των δικηγόρων στον χώρο της Δικαιοσύνης. Υψηλή η αποστολή των δικηγορικών συλλόγων στην σύγχρονη κοινωνία. Αντίστοιχες και οι μεγάλες ευθύνες σας. Είσαστε οι φυσικοί υπερασπιστές της δικαστικής ανεξαρτησίας και οι κυματοθραύστες απέναντι στα κύματα αμφισβήτησης του κύρους της Δικαιοσύνης……………Είμαστε μαζί αναγκαίοι συμμέτοχοι στην ικανοποίηση του αιτήματος ορθής απονομής της δικαιοσύνης….»].
Αξίζουν, λοιπόν οι δικαστές της στήριξης της κοινωνίας για τον αγώνα τους; Τι έχουν κάνει οι ίδιοι για την διατήρηση του κύρους τους, αλλα και της αξιοπιστίας τους; Πόσες φορές έχουν έρθει σε «ρήξη» [όπως αναφέρουν στην σχετική από 3-9-2012 ανακοίνωσή τους] με το Κράτος μέσα από τις αποφάσεις τους; Συνιστά μοναδική περίπτωση υποβάθμισής τους η επικείμενη μείωση των αποδοχών τους, ή η ελληνική πολιτεία έχει προ πολλού υποβαθμίσει τον ρόλο τους;
Στην υπόθεση της «SIEMENS» ο Χριστοφοράκος, αλλά και ένα άλλο στέλεχος της εταιρείας, ο Καραβέλας, κατάφεραν να διαφύγουν στο εξωτερικό, πριν εκδοθεί ένταλμα σύλληψης εναντίον τους. Έχει ειπωθεί κατ’ επανάληψιν, αλλά και έχει αποδειχθεί, ότι ο Χριστοφοράκος γνώριζε πολλά για πολιτικά πρόσωπα, που δέχθηκαν «δώρα» από την εν λόγω εταιρεία, στα πλαίσια ενός καθιερωμένου διεθνούς «εθίμου» από την εταιρεία αυτή, αλλά και από άλλες εταιρείες, να δίδουν «δωράκια», δηλαδή μίζες σε κρατικούς αξιωματούχους, για να παίρνουν μεγάλες δουλειές. Στην υπόθεση αυτή τα «πουλάκια», που θα άνοιγαν το στόμα τους και θα «κελαηδούσαν», «πέταξαν» μακριά και έτσι παρέμεινε επτασφράγιστο [η κοινό] μυστικό πόσοι και ποιοι πολιτικοί «τα πήραν» και δεν διαταράχθηκε το «ήπιο πολιτικό κλίμα» και η «κοινωνική ειρήνη» [βλ. Karl Heinz Roth «Η Ελλάδα και η κρίση. Τι έγινε και τι μπορεί να γίνει», εκδόσεις Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 26-27].
Στην υπόθεση της «Μονής Βατοπεδίου» οι δύο Εισαγγελείς Εφετών, που χειρίστηκαν από την αρχή την υπόθεση αυτή, οι Σωτηροπούλου Ελένη και Κολιούσης Ηλίας, αναγκάστηκαν να παραιτηθούν. Ο Κολιούσης, μάλιστα, στο σχετικό βιβλίο του…..κατηγορεί ευθέως τον τότε Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για ωμή παρέμβαση στο έργο αυτού και της συναδέλφου του, με σκοπό να τους αποτρέψει να εκδώσουν εισαγγελικό πόρισμα, στο οποίο θα απέδιδαν ποινικές ευθύνες σε πολιτικούς. Όλοι θυμόμαστε τον σάλο, που είχε προκληθεί από τις δηλώσεις του προαναφερθέντος Εισαγγελέα για την υπόθεση, οι οποίες μόνο ως δηλώσεις Ανωτάτου Εισαγγελικού Λειτουργού δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν [βλ. Ηλία Κολιούση «Βατοπέδι Πολιτική – δικαιοσύνη – Στο Βα[λ]τοπέδι δεν είχε…..λακέρδα», εκδόσεις Gutenberg και Η.Ν. Κολιούσης, Αθήνα 2012, σελ. 36-37, 43, 62-63, ιδίως σελ 91 – 93, και 95-97, Μιχάλη Ντόστα Πρωτοδίκη Γρεβενών «Ο ΄Ελληνας δικαστής και ο Σωκράτης» σε www.e-themis.gr στις 24-9-2012].
Στην υπόθεση Τσοχατζόπουλου, για να έρθουμε στα πιο φρέσκα, ο Τσοχατζόπουλος έχει ζητήσει επανειλημμένως από τον Ανακριτή να κληθούν να καταθέσουν όλα τα μέλη του τότε ΚΥΣΕΑ, αλλά μέχρι σήμερα δεν φαίνεται να έχει ικανοποιηθεί το αίτημά του. Μήπως για να μην ενοχληθούν διάφορα πολιτικά πρόσωπα, που απολαμβάνουν της ηρεμίας και γαλήνης τους;
Στην υπόθεση Συγγελίδη κατά Ελλάδας [απόφαση ΕΔΔΑ της 11-02-2010: Υπόθεση Συγγελίδης κατά Ελλάδος Προσφυγή υπ’αριθ. 24895/07], το ΕΔΔΑ δέχθηκε παραβίαση της συνθήκης, διότι ο έλληνας πολίτης [Συγγελίδης] είχε καταθέσει μήνυση κατά Ελληνίδας Βουλευτή, η οποία παραβίαζε το δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο τους, αλλά η Βουλή δεν έδινε την άδεια να προχωρήσει η ποινική δίωξη και η Ελληνίδα βουλευτής απολάμβανε του προνομίου της βουλευτικής ασυλίας, σε βάρος, ουσιαστικά, του παιδιού της. Ο ad hoc έλληνας Δικαστής κος Φλογαϊτης μειοψήφισε, παρ’ όλα αυτά, κρίνοντας ότι η προσφυγή έπρεπε ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτη.
Στην υπόθεση Συγγελίδη κατά Ελλάδας [απόφαση ΕΔΔΑ της 11-02-2010: Υπόθεση Συγγελίδης κατά Ελλάδος Προσφυγή υπ’αριθ. 24895/07], το ΕΔΔΑ δέχθηκε παραβίαση της συνθήκης, διότι ο έλληνας πολίτης [Συγγελίδης] είχε καταθέσει μήνυση κατά Ελληνίδας Βουλευτή, η οποία παραβίαζε το δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο τους, αλλά η Βουλή δεν έδινε την άδεια να προχωρήσει η ποινική δίωξη και η Ελληνίδα βουλευτής απολάμβανε του προνομίου της βουλευτικής ασυλίας, σε βάρος, ουσιαστικά, του παιδιού της. Ο ad hoc έλληνας Δικαστής κος Φλογαϊτης μειοψήφισε, παρ’ όλα αυτά, κρίνοντας ότι η προσφυγή έπρεπε ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτη.
Στην υπόθεση για το θέμα της αντισυνταγματικότητας της αναδρομικής αύξησης του παραβόλου, το οποίο αυξήθηκε είκοσι δύο [22] φορές σε διάστημα δύο [2] ετών, [από 4,40 ευρώ που ήταν μέχρι τις 8-6-2008 ορίστηκε από την ημερομηνία αυτή και μέχρι τις 31-12-2010 σε 25 ευρώ και απο 1-1-2011 σε 100 ευρώ], για την προσφυγή στην διοικητική δικαιοσύνη, το ΣτΕ με την υπ’ αριθμ. 601/2012 απόφαση της Ολομελείας του, η οποία προκαλεί πολλά ερωτηματικά για την ορθοτητά της, αλλά και την συνταγματικότητά της και την συμβατότητά της με την ΕΣΔΑ και το ΔΣΑΠΔ, έκρινε απολύτως νόμιμη την εν λόγω υπέρογκη αύξηση και συμβατή με το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ [βλ. ΟλΣτΕ. 601/2012, ΝοΒ 60/2012, σελ. 376, ιδίως σελ. 378-380. Βλ στο ίδιο τεύχος Σχόλιο της Ευτυχίας Ε. Κλουδά δικηγόρου Υπ. Διδάκτορος Πολ. Δικονομίας, με τίτλο «πρότυπη δίκη – Συνταγματικότητα παραβόλου, σελ. 380, ιδίως σελ. 383].
Αντιθέτως, το Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών με Δικαστή τον Β. Φαϊτά στην υπ’ αριθμ. 59/2012 προηγούμενη απόφασή του, έκρινε αντισυνταγματική την αύξηση του παραβόλου [βλ. ΜονΔιοικΠρωτΑθ 59/2012 σε ΝοΒ 60/2012, σελ. 168]. Μάλιστα, η εν λόγω απόφαση αναφέρει χαρακτηριστικά ότι το παράβολο πλέον «ισοδυναμεί περίπου με τρία ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη» [ η έντονη γραμματοσειρά του αρθρογράφου].
Αντιθέτως, το Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών με Δικαστή τον Β. Φαϊτά στην υπ’ αριθμ. 59/2012 προηγούμενη απόφασή του, έκρινε αντισυνταγματική την αύξηση του παραβόλου [βλ. ΜονΔιοικΠρωτΑθ 59/2012 σε ΝοΒ 60/2012, σελ. 168]. Μάλιστα, η εν λόγω απόφαση αναφέρει χαρακτηριστικά ότι το παράβολο πλέον «ισοδυναμεί περίπου με τρία ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη» [ η έντονη γραμματοσειρά του αρθρογράφου].
Στην υπ’ αριθμ. 599/2012 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών με Δικαστή την Ειρηνοδίκη Κα Σταυρούλα Κουτρουβίδα, κρίθηκε ότι τα μέτρα, που αφορούν σε περικοπές σε μισθούς και σε επιδόματα, καθώς και σε περιορισμούς στα εργασιακά και κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα στην ΑΜΕΛ Α.Ε., παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, την αρχή της συνεισφοράς στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις των Ελλήνων πολιτών, καθώς και διατάξεις διεθνών συμβάσεων, που εξασφαλίζουν δίκαιο μισθό. Έτσι έγινε δεκτή η αγωγή των εναγόντων εργαζομένων περί μη εφαρμογής της σχετικής διάταξης του άρθρου 1 παρ. 5 του ν. 3833/2010, βάσει της οποίας η εναγομένη μείωσε τις αποδοχές τους ως αντισυνταγματικής [βλ την απόφαση στο www.dsanet.gr και σε Επιθεώρηση Εργατικού Δικαίου, τεύχος 10/2012].
Την απόφαση της Ειρηνοδίκη ήρθε να επιδοκιμάσει και η πρόσφατη μη δεσμευτική απόφαση της Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία έκρινε, κατόπιν προσφυγής εργατικών σωματείων του ελληνικού δημοσίου, ότι «οι μεταρρυθμίσεις στην ελληνική νομοθεσία, που στόχο έχουν να μειώσουν το κόστος για τους εργοδότες στην πληγείσα από την ύφεση χώρα, είναι παράνομες, διότι παραβιάζουν τα δικαιώματα των εργαζομένων» [βλ. www.capital.gr στις 19-10-2012 με τίτλο «Συμβούλιο της Ευρώπης : Παράνομες 2 εργασιακές αλλαγές στην Ελλάδα», αναδημοσίευση από www.e-themis.gr].
Την απόφαση της Ειρηνοδίκη ήρθε να επιδοκιμάσει και η πρόσφατη μη δεσμευτική απόφαση της Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία έκρινε, κατόπιν προσφυγής εργατικών σωματείων του ελληνικού δημοσίου, ότι «οι μεταρρυθμίσεις στην ελληνική νομοθεσία, που στόχο έχουν να μειώσουν το κόστος για τους εργοδότες στην πληγείσα από την ύφεση χώρα, είναι παράνομες, διότι παραβιάζουν τα δικαιώματα των εργαζομένων» [βλ. www.capital.gr στις 19-10-2012 με τίτλο «Συμβούλιο της Ευρώπης : Παράνομες 2 εργασιακές αλλαγές στην Ελλάδα», αναδημοσίευση από www.e-themis.gr].
Στην υπ’ αριθμ. 2006/2012 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού πρωτοδικείου Αθηνών με σύνθεση τους : Ιφιγένεια Μετζελοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών Διοικητικών Δικαστηρίων, Ανδρέα Σταυρόπουλο (Εισηγητή) και Βασιλική-Αλκηστις Καλλίτση, Πρωτοδίκες Διοικητικών Δικαστηρίων, το Δικαστήριο απεφάνθη, σε υπόθεση καταβολής αναδρομικών αποδοχών μετέπειτα διορισθέντος στο Λιμενικό Σώμα, μετά από ακύρωση του πίνακα κατάταξης της Διοίκησης, στον οποίο αρχικά δεν είχε συμπεριληφθεί και για το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία του αναδρομικού διορισμού του, που έπρεπε κατά νόμο να γίνει και μέχρι τον διορισμό του, που έγινε, σε εκτέλεση της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου, ότι είναι πενταετής η παραγραφή της αξίωσης κατά του Δημοσίου, γιατί οι διατάξεις που επιβάλλουν τη διετή παραγραφή είναι αντισυνταγματικές και προσβάλλουν το δικαίωμα της περιουσίας, το οποίο κατοχυρώνεται από το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.). Επίσης, επιδίκασε τόκους με βάση το γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας επί του ποσού της αποζημιώσεως.
Στην υπ’ αριθμ. 668/2012 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας [ΝοΒ 60, 2012, σελ. 384], το Ανώτατο Ακυρωτικό απεφάνθη ότι το Μνημόνιο 1 είναι συνταγματικό, με την επίκληση της δήθεν έκτακτης ανάγκης, όταν όλοι ομολογούν ότι το μνημόνιο ήταν μια αποτυχία και ισοπέδωσε το Σύνταγμα, μαζί με μισθούς, συντάξεις και λοιπές κονωνικές παροχές [ βλ. Πάνου Παναγιώτου : «το ταγκό των αγορών και το Μεγάλο Κόλπο», εκδοτικός οίκος Α.Α. Λιβάνη, Αθήνα 2012, σελ. 107-109, Karl Heinz Roth «Η Ελλάδα και η κρίση. Τι έγινε και τι μπορεί να γίνει», εκδόσεις Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 31-33, 64 κ.ε., 73, ο.π. Αριστόβουλου Ευέλπιστου] . Και ουδείς διερωτήθηκε για την τεράστια ευθύνη των κυβερνήσεων, που διέλυσαν το κράτος και μας οδήγησαν στην χρεωκοπία. Μάλιστα, ο Πρόεδρος του ΣτΕ εξετέλεσε και χρέη Πρωθυπουργού στην Υπηρεσιακή Κυβέρνηση, πριν την διενέργια επαναληπτικών εκλογών. Ευτυχώς, υπήρξε και μια αξιόλογη μεν, αλλά μικρή μειοψηφία του ΣτΕ, η οποία έκρινε το Μνημόνιο αντισυνταγματικό. Η μειοψηφία αυτή αποτελείται από τους Δικαστές : Σ. Ρίζο, Σακελλαρίου Ν και Αρναούτογλου Φ. Αντιπροέδρους, Ευδ.Γαλανό, Γ. Παπαμεντζελόπουλο, Γ. Παπαγεωργίου, Γ. Ποταμιά, Β. Καλαντζή, Μ. Καραμανώφ, Ιωαν. Γράβαρη και Ιωάν. Ζόμπολα, συμβούλους.
Με τις ευλογίες της δικαστικής εξουσίας, δηλαδή, κρίθηκε ένα καταστροφικό μνημόνιο ως συνταγματικό, χωρίς να τεθεί ποτέ το θέμα πολιτικών, πολύ δε περισσότερο, ποινικών ευθυνών της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας και χωρίς ν’ αναζητηθούν τα αίτια, που μας οδήγησαν στον ίδιο τον γκρεμό [ο.π. Karl Heinz Roth σελ. 70, οπου υποστηρίζει ότι «η πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας ζει στο χείλος του γκρεμού», άποψη με την οποία θα διαφωνήσουμε, διότι ήδη βρισκόμαστε στον γκρεμό! Ο.π. «Αριστόβουλου Ευέλπιστου»], όταν το 1922 μετά την εθνική καταστροφή και τραγωδία κάποιοι λογοδότησαν και εκτελέστηκαν! Εδώ ποιοι έχουν λογοδοτήσει μέχρι σήμερα;
Ο Εισαγγελέας του ΑΠ εξέδωσε την πρόσφατη ανακοίνωση – εγκύκλιό του, με την οποία καλεί του Δικαστές να επιστρέψουν στα καθήκοντά τους [βλ. www.e-themis.gr]. Μήπως, όμως, θα’πρεπε ο Αξιότιμος Κύριος Εισαγγελέας ν’ ασχοληθεί με τα του οίκου του και να μην παρεμβαίνει, κατ’ αυτόν τον τρόπο, σε μια αγωνιστική κινητοποίηση των συναδέλφων του, προσπαθώντας να την ποδηγετήσει; Μήπως θα έπρεπε να ασχοληθεί με τις επανειλημμένες καταδίκες της Ελλάδας, για παραβίαση της Ε.Σ.Δ.Α., ήτοι για υπερβολική τυπολατρία στην εφαρμογή των διατάξεων του ΚΠολΔ και ΚΠΔ, η οποία μας έχει κοστίσει κάποιες δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ αποζημίωσης, κατά του ελληνικού δημοσίου; [βλ Μιχάλη Μαργαρίτη : «Η αοριστία των λόγων αναιρέσεως του ΚΠολΔ [εν όψει της πρόσφατης νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του ανθρώπου»], ΝοΒ 55, σελ. 28, του ιδίου «Νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε ελληνικού ενδιαφέροντος υποθέσεις 1ου τριμήνου 2011», ΝοΒ 59, σελ. 1047, Μανώλη Γιαννουσάκη, δικηγόρου «Ο ΄Αρειος Πάγος η αοριστία των λόγων αναίρεσης και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», ΝοΒ 56, σελ. 2727].
Οι ίδιοι οι Δικαστές, που άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου με αρκετές δικαστικές αποφάσεις, ιδίως δε με την απόφαση για το 1ο Μνημό[συ][ν]ι]ο, δίδοντας δεκανίκι και παρέχοντας κάλυψη στην εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, στην λήψη όλων εκείνων των μέτρων, που σάρωσαν σαν τυφώνας πλήθος δικαιωμάτων, αλλά και στραγγάλισαν και το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας, στερώντας σε πολίτες να ασκήσουν ακόμα και ένδικα βοηθήματα κατά του δημοσίου, για το πλήθος των αντισυνταγματικών μέτρων, που έχουν ληφθεί, στρέφονται, με την αποχή τους, …………… εναντίον των εαυτών τους!
Δικαστές εναντίον Δικαστών λοιπόν! Διότι και οι δικές τους επιλογές – δικανικές κρίσεις, τούς φέρνουν σήμερα αντιμέτωπους με τις άλλες δύο εξουσίες. Οι εσφαλμένες δικαιοδοτικές κρίσεις προσέφεραν άλλοθι στη νομοθετική και εκτελεστική εξουσία, έτσι ώστε να «περάσει» με την ομπρέλλα και υπό την σκέπη της δικαιοσύνης, εξοντωτικά μέτρα, τα οποία δεν οδηγούν πουθενά!
Δεν πρέπει να ξεχνούν οι Δικαστές ότι και οι κρίνοντες κρίνονται! Όπως, εξάλλου, επισημαίνει ο, για κάποιους «ενοχλητικός», αλλά πάντοτε επίκαιρος και ακριβοδίκαιος, Ευάγγελος Κρουσταλλάκης, (ΤοΣ 1986.1 επ.), «κάθε πολίτης … άρα και η κοινή γνώμη, έχει το δικαίωμα κριτικής των πράξεων των κρατικών οργάνων (άρθρα 14 Σ, 10 Ευρωπαϊκής Σύμβασης). Και συνεχίζει: «Κάθε συντεταγμένη εξουσία, άρα και η δικαστική εξουσία δεν μπορεί να εκφεύγει από τον έλεγχο και την κριτική του Λαού» και «κάθε εξουσία, άρα και η Δικαστική εξουσία οφείλει να ενεργεί μέσα στα πλαίσια που της έχει διαγράψει η εκφρασμένη λαϊκή βούληση, κυρίως με το Σύνταγμα και τους νόμους και να υπάρχει υπέρ του λαού» (βλ. Ευαγγέλου Κρουσταλλάκη, Εφέτη «Η Δικαστική εξουσία, η ανεξαρτησία της και η κοινή γνώμη», ΤοΣ, έτος ΙΒ΄. 1986, σελ. 1, ιδίως σελ 6, 8, η έντονη γραμματοσειρά δική μας).
Οι δικηγόροι, οι οποίοι γνωρίζουμε την πραγματική κατάσταση, θεωρώ ότι αναγνωρίζουμε το δύσκολο έργο των δικαστικών λειτουργών και δεν θέλουμε την περαιτέρω υποβάθμιση της δικαιοσύνης, αν και τόσο οι δικαστές, όσο και εμείς έχουμε τεράστια ευθύνη για την απαξίωσή της. Συμπαραστεκόμαστε στον αγώνα τους, χωρίς βέβαια να φτάνουμε στην υπερβολή κάποιων συναδέλφων μας - τηλεοπτικών αστέρων, οι οποίοι παροτρύνουν από το γυαλί τον Πρόεδρο του Δ.Σ.Α να κηρύξει αποχή των δικηγόρων, για να διευκολύνει τους Δικαστές στην αποχή από τα καθήκοντά τους, διότι είναι καλύτερα ο αγώνας των δικαστών να γίνεται από τους ίδιους, γιατί έχει μια ιδιαίτερη βαρύτητα, λόγω της θέσης τους στο πολιτειακό σύστημα.
Υπάρχουν, βέβαια, διαφορετικές απόψεις για τις κινητοποιήσεις των δικαστικών λειτουργών. Υπάρχουν δικαστές, που υποστηρίζουν το δικαίωμα στην αποχή από τα καθήκοντά τους, η οποία πηγάζει από το άρθρο 28 του Δεσμευτικού Χάρτη των Θεμελιωδών Ελευθεριών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης [βλ. Γιάννη Ευαγγελάτου Πρωτοδίκη Χανίων, «Δικαστές στη χώρα του Σωκράτη ή στη χώρα του Πολυζωϊδη και του Τερτσέτη»; Σε www.e-themis.gr], αλλά και Δικαστές, που υποστηρίζουν την αντίθετη άποψη [βλ. Μιχάλη Ντόστα, Πρωτοδίκη Γρεβενών : «Ο Έλληνας δικαστής και ο Σωκράτης» [ομοίως www.e-themis.gr]. Στα σχετικά άρθρα τους θέτουν και πολλά άλλα ενδιαφέροντα θέματα από την εσωτερική λειτουργία των δικαστηρίων, αλλά και τη νοοτροπία κάποιων συναδέλφων τους.
Το δικαίωμα των δικαστών σε αποχή από τα καθήκοντά τους δεν προκύπτει μόνο από το άρθρο 28 του Χάρτη Θεμελιωδών Ελευθεριών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, αλλά και από το άρθρο 22 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα. Το άρθρο αυτό ορίζει :
1. Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σύστασης συνδικαλιστικών οργανώσεων και συμμετοχής του σε αυτές για την προστασία των συμφερόντων του.
2. Η άσκηση του δικαιώματος αυτού δεν υπόκειται σε περιορισμούς άλλους εκτός από εκείνους που προβλέπονται από το νόμο και είναι απαραίτητοι σε μία δημοκρατική κοινωνία για το συμφέρον της εθνικής ασφάλειας, της δημόσιας ασφάλειας της δημόσιας τάξης ή για την προστασία της δημόσιας υγείας, των χρηστών ηθών ή των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων. Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει την επιβολή νομίμων περιορισμών στην άσκηση αυτού του δικαιώματος στα μέλη των ενόπλων δυνάμεων και της αστυνομίας [ δεν αναφέρει τίποτα για την δικαστική εξουσία - η έντονη γραμματοσειρά του συντάκτη του άρθρου].
Με τις ευλογίες της δικαστικής εξουσίας, δηλαδή, κρίθηκε ένα καταστροφικό μνημόνιο ως συνταγματικό, χωρίς να τεθεί ποτέ το θέμα πολιτικών, πολύ δε περισσότερο, ποινικών ευθυνών της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας και χωρίς ν’ αναζητηθούν τα αίτια, που μας οδήγησαν στον ίδιο τον γκρεμό [ο.π. Karl Heinz Roth σελ. 70, οπου υποστηρίζει ότι «η πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας ζει στο χείλος του γκρεμού», άποψη με την οποία θα διαφωνήσουμε, διότι ήδη βρισκόμαστε στον γκρεμό! Ο.π. «Αριστόβουλου Ευέλπιστου»], όταν το 1922 μετά την εθνική καταστροφή και τραγωδία κάποιοι λογοδότησαν και εκτελέστηκαν! Εδώ ποιοι έχουν λογοδοτήσει μέχρι σήμερα;
Ο Εισαγγελέας του ΑΠ εξέδωσε την πρόσφατη ανακοίνωση – εγκύκλιό του, με την οποία καλεί του Δικαστές να επιστρέψουν στα καθήκοντά τους [βλ. www.e-themis.gr]. Μήπως, όμως, θα’πρεπε ο Αξιότιμος Κύριος Εισαγγελέας ν’ ασχοληθεί με τα του οίκου του και να μην παρεμβαίνει, κατ’ αυτόν τον τρόπο, σε μια αγωνιστική κινητοποίηση των συναδέλφων του, προσπαθώντας να την ποδηγετήσει; Μήπως θα έπρεπε να ασχοληθεί με τις επανειλημμένες καταδίκες της Ελλάδας, για παραβίαση της Ε.Σ.Δ.Α., ήτοι για υπερβολική τυπολατρία στην εφαρμογή των διατάξεων του ΚΠολΔ και ΚΠΔ, η οποία μας έχει κοστίσει κάποιες δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ αποζημίωσης, κατά του ελληνικού δημοσίου; [βλ Μιχάλη Μαργαρίτη : «Η αοριστία των λόγων αναιρέσεως του ΚΠολΔ [εν όψει της πρόσφατης νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του ανθρώπου»], ΝοΒ 55, σελ. 28, του ιδίου «Νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε ελληνικού ενδιαφέροντος υποθέσεις 1ου τριμήνου 2011», ΝοΒ 59, σελ. 1047, Μανώλη Γιαννουσάκη, δικηγόρου «Ο ΄Αρειος Πάγος η αοριστία των λόγων αναίρεσης και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», ΝοΒ 56, σελ. 2727].
Οι ίδιοι οι Δικαστές, που άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου με αρκετές δικαστικές αποφάσεις, ιδίως δε με την απόφαση για το 1ο Μνημό[συ][ν]ι]ο, δίδοντας δεκανίκι και παρέχοντας κάλυψη στην εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, στην λήψη όλων εκείνων των μέτρων, που σάρωσαν σαν τυφώνας πλήθος δικαιωμάτων, αλλά και στραγγάλισαν και το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας, στερώντας σε πολίτες να ασκήσουν ακόμα και ένδικα βοηθήματα κατά του δημοσίου, για το πλήθος των αντισυνταγματικών μέτρων, που έχουν ληφθεί, στρέφονται, με την αποχή τους, …………… εναντίον των εαυτών τους!
Δικαστές εναντίον Δικαστών λοιπόν! Διότι και οι δικές τους επιλογές – δικανικές κρίσεις, τούς φέρνουν σήμερα αντιμέτωπους με τις άλλες δύο εξουσίες. Οι εσφαλμένες δικαιοδοτικές κρίσεις προσέφεραν άλλοθι στη νομοθετική και εκτελεστική εξουσία, έτσι ώστε να «περάσει» με την ομπρέλλα και υπό την σκέπη της δικαιοσύνης, εξοντωτικά μέτρα, τα οποία δεν οδηγούν πουθενά!
Δεν πρέπει να ξεχνούν οι Δικαστές ότι και οι κρίνοντες κρίνονται! Όπως, εξάλλου, επισημαίνει ο, για κάποιους «ενοχλητικός», αλλά πάντοτε επίκαιρος και ακριβοδίκαιος, Ευάγγελος Κρουσταλλάκης, (ΤοΣ 1986.1 επ.), «κάθε πολίτης … άρα και η κοινή γνώμη, έχει το δικαίωμα κριτικής των πράξεων των κρατικών οργάνων (άρθρα 14 Σ, 10 Ευρωπαϊκής Σύμβασης). Και συνεχίζει: «Κάθε συντεταγμένη εξουσία, άρα και η δικαστική εξουσία δεν μπορεί να εκφεύγει από τον έλεγχο και την κριτική του Λαού» και «κάθε εξουσία, άρα και η Δικαστική εξουσία οφείλει να ενεργεί μέσα στα πλαίσια που της έχει διαγράψει η εκφρασμένη λαϊκή βούληση, κυρίως με το Σύνταγμα και τους νόμους και να υπάρχει υπέρ του λαού» (βλ. Ευαγγέλου Κρουσταλλάκη, Εφέτη «Η Δικαστική εξουσία, η ανεξαρτησία της και η κοινή γνώμη», ΤοΣ, έτος ΙΒ΄. 1986, σελ. 1, ιδίως σελ 6, 8, η έντονη γραμματοσειρά δική μας).
Οι δικηγόροι, οι οποίοι γνωρίζουμε την πραγματική κατάσταση, θεωρώ ότι αναγνωρίζουμε το δύσκολο έργο των δικαστικών λειτουργών και δεν θέλουμε την περαιτέρω υποβάθμιση της δικαιοσύνης, αν και τόσο οι δικαστές, όσο και εμείς έχουμε τεράστια ευθύνη για την απαξίωσή της. Συμπαραστεκόμαστε στον αγώνα τους, χωρίς βέβαια να φτάνουμε στην υπερβολή κάποιων συναδέλφων μας - τηλεοπτικών αστέρων, οι οποίοι παροτρύνουν από το γυαλί τον Πρόεδρο του Δ.Σ.Α να κηρύξει αποχή των δικηγόρων, για να διευκολύνει τους Δικαστές στην αποχή από τα καθήκοντά τους, διότι είναι καλύτερα ο αγώνας των δικαστών να γίνεται από τους ίδιους, γιατί έχει μια ιδιαίτερη βαρύτητα, λόγω της θέσης τους στο πολιτειακό σύστημα.
Υπάρχουν, βέβαια, διαφορετικές απόψεις για τις κινητοποιήσεις των δικαστικών λειτουργών. Υπάρχουν δικαστές, που υποστηρίζουν το δικαίωμα στην αποχή από τα καθήκοντά τους, η οποία πηγάζει από το άρθρο 28 του Δεσμευτικού Χάρτη των Θεμελιωδών Ελευθεριών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης [βλ. Γιάννη Ευαγγελάτου Πρωτοδίκη Χανίων, «Δικαστές στη χώρα του Σωκράτη ή στη χώρα του Πολυζωϊδη και του Τερτσέτη»; Σε www.e-themis.gr], αλλά και Δικαστές, που υποστηρίζουν την αντίθετη άποψη [βλ. Μιχάλη Ντόστα, Πρωτοδίκη Γρεβενών : «Ο Έλληνας δικαστής και ο Σωκράτης» [ομοίως www.e-themis.gr]. Στα σχετικά άρθρα τους θέτουν και πολλά άλλα ενδιαφέροντα θέματα από την εσωτερική λειτουργία των δικαστηρίων, αλλά και τη νοοτροπία κάποιων συναδέλφων τους.
Το δικαίωμα των δικαστών σε αποχή από τα καθήκοντά τους δεν προκύπτει μόνο από το άρθρο 28 του Χάρτη Θεμελιωδών Ελευθεριών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, αλλά και από το άρθρο 22 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα. Το άρθρο αυτό ορίζει :
1. Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σύστασης συνδικαλιστικών οργανώσεων και συμμετοχής του σε αυτές για την προστασία των συμφερόντων του.
2. Η άσκηση του δικαιώματος αυτού δεν υπόκειται σε περιορισμούς άλλους εκτός από εκείνους που προβλέπονται από το νόμο και είναι απαραίτητοι σε μία δημοκρατική κοινωνία για το συμφέρον της εθνικής ασφάλειας, της δημόσιας ασφάλειας της δημόσιας τάξης ή για την προστασία της δημόσιας υγείας, των χρηστών ηθών ή των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων. Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει την επιβολή νομίμων περιορισμών στην άσκηση αυτού του δικαιώματος στα μέλη των ενόπλων δυνάμεων και της αστυνομίας [ δεν αναφέρει τίποτα για την δικαστική εξουσία - η έντονη γραμματοσειρά του συντάκτη του άρθρου].
Οι δικαστές πρέπει να είναι λειτουργικά ανεξάρτητοι, αλλά και οικονομικά ανεξάρτητοι, για να αισθάνονται ότι αναγνωρίζεται το έργο τους, ότι αμείβεται αξιοπρεπώς, ούτως ώστε να έχουν την διάθεση να απονέμουν δικαιοσύνη. Πώς όμως θα πείσουν τους πολίτες για το δίκαιο των αιτημάτων τους, όταν οι ίδιοι έχουν δικαιώσει την πολιτεία στις καταστροφικές επιλογές της; Πόσοι Δικαστές, αλήθεια, τόλμησαν να ορθώσουν το ανάστημά τους στην κατάλυση του Συντάγματος και τόσων θεσμών, που κατακτήθηκαν σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και με αίμα και καταποντίστηκαν εν μία νυκτί; Και πόσοι δικαστές τόλμησαν να παρακάμψουν τους αντισυνταγματικούς και αντιθέτους σε διεθνείς συμβάσεις νόμους περί ευθύνης υπουργών [περί απαλλαγής υπουργών, ας πούμε καλύτερα] και ν’ αποδώσουν δικαιοσύνη σε πολιτικά πρόσωπα; [ο.π. «Αριστόβουλου Ευέλπιστου»].
Υπάρχει, πάντως και μια άλλη μορφή αγώνα, κατά την άποψή μου, που θα πρέπει να «δοκιμάσουν» οι Δικαστές : Η δικαίωση των πολιτών, μέσα από τις δικαστικές αποφάσεις τους, οι οποίες θα σημάνουν ένα ηχηρό ράπισμα κατά της ελληνικής πολιτείας και των δανειστών μας, στις ρυθμίσεις εκείνες, που έχουν μετατρέψει το ίδιο το Σύνταγμα πλέον, σε νεκρό γράμμα, όπως επίσης και κάποιες από τις διεθνείς συμβάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
Επιπλέον, θα πρέπει να μεριμνήσουν για την τιμωρία του κατεστημένου πολιτικού συστήματος, που μας οδήγησε στην πτώση, που δεν έχει ακόμα τέλος! Ούτε και έλεος απ’ ό,τι φαίνεται!
Μόνον έτσι θα έχουν την αποδοχή και υποστήριξη των πολιτών, θ’ ανακτήσουν το χαμένο κύρος τους και θα κερδίσουν την παλαιά αίγλη τους και την πολυπόθητη τιμή τους! Για όσους ενδιαφέρονται ακόμα γι’ αυτά τα ιδανικά.
Υπάρχει, πάντως και μια άλλη μορφή αγώνα, κατά την άποψή μου, που θα πρέπει να «δοκιμάσουν» οι Δικαστές : Η δικαίωση των πολιτών, μέσα από τις δικαστικές αποφάσεις τους, οι οποίες θα σημάνουν ένα ηχηρό ράπισμα κατά της ελληνικής πολιτείας και των δανειστών μας, στις ρυθμίσεις εκείνες, που έχουν μετατρέψει το ίδιο το Σύνταγμα πλέον, σε νεκρό γράμμα, όπως επίσης και κάποιες από τις διεθνείς συμβάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
Επιπλέον, θα πρέπει να μεριμνήσουν για την τιμωρία του κατεστημένου πολιτικού συστήματος, που μας οδήγησε στην πτώση, που δεν έχει ακόμα τέλος! Ούτε και έλεος απ’ ό,τι φαίνεται!
Μόνον έτσι θα έχουν την αποδοχή και υποστήριξη των πολιτών, θ’ ανακτήσουν το χαμένο κύρος τους και θα κερδίσουν την παλαιά αίγλη τους και την πολυπόθητη τιμή τους! Για όσους ενδιαφέρονται ακόμα γι’ αυτά τα ιδανικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου