ο διαπρεπής οικονομολόγος, επί χρόνια καθηγητής σε αμερικανικά πανεπιστήμια και με μακρά θητεία στη διοίκηση τραπεζών, συνεργάτης και φίλος όλων σχεδόν των πρωθυπουργών της Μεταπολίτευσης, Αδαμάντιος Πεπελάσης, στο περιοδικό «ΜΟΝΟ».
Ο ίδιος αρνήθηκε τη θέση του βουλευτή επικρατείας που του πρότεινε τόσο ο Κ. Καραμανλής όσο και ο στενός φίλος του, Α. Παπανδρέου. Η μαρτυρία του 90χρονου σήμερα διανοούμενου οικονομολόγου έχει διπλή σημασία. Αφενός, ξεκαθαρίζει το νέο οικονομικό και πολιτικό τοπίο που διαμορφώνεται. Αφετέρου, καταθέτει ενώπιον της ιστορίας, τις κρίσεις του για τις πολιτικές προσωπικότητες που σφράγισαν τη μεταπολιτευτική κακοδαιμονία μας.
Ο Αδ. Πεπελάσης λέει ευθαρσώς πως δεν πιστεύει ότι «ο τραπεζίτης Παπαδήμος θα μας βγάλει από την περιπέτεια».
«Στην Ευρώπη και την Αμερική οι τραπεζίτες δεν έχουν γίνει θεσμοί, ενώ στην ιστορία μας, συνήθως, ο τραπεζίτης έπαιζε ρόλο θεσμικό», σημειώνει.
«Στη δική μας περίπτωση δεν είναι καθόλου οικονομικό το ζήτημα. Πώς να τους εξηγήσεις ότι το υψηλότερο ΑΕΠ δεν μας ενδιαφέρει αν δεν συνεπάγεται πραγματική ανάπτυξη, αν δεν σκεφτόμαστε δηλαδή την ποιότητα και το περιεχόμενο του».
Στο ερώτημα αν μπορούσαμε να αποφύγουμε το Μνημόνιο απαντά:
«Ναι, ναι, ναι…Το πιστεύω αν και δεν έχω τρόπο να το αποδείξω. Μπορώ όμως να καταθέσω τη διαίσθησή μου από την εξέταση του θέματος. Ό,τι λέω είναι προσωπικές εντυπώσεις. Ο Γ. Παπανδρέου, ο οποίος έδωσε χίλια δυο δείγματα της ανεπάρκειάς του να κυβερνά μια χώρα, για κάποιους λόγους που υποπτευόμαστε μερικοί από μας, έπρεπε να προσφέρει όσα του ζήτησαν ως αντάλλαγμα γι’ αυτά που έλαβε στη δωροθήκη του προτού καν γίνει πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Εγώ δεν μπορώ να το τεκμηριώσω πλήρως, αλλά εν μέρει το τεκμηριώνω. Πώς αλλιώς ερμηνεύεται η πολιτική συμπεριφορά του; Εμένα δεν με καλύπτει η ερμηνεία ότι ήταν μόνο ανοησία και απερισκεψία. Μπορεί να ήταν και ανοησία, αλλά δεν ήταν μόνο. Υποψιάζομαι ότι έγιναν ανταλλαγές. Ο Γ. Παπανδρέου είπε πολλά ψέματα. Ο πατέρας του που ήταν μάστορας στο ψέμα αλλά ήξερε πώς να δουλέψει το μαστοριλίκι του, δεν άφησε τέτοια ίχνη να τον ακολουθούν. Και ρωτώ και απαιτώ μια πολιτική απάντηση: Γιατί τέτοιο τρέμουλο να αποκοπούμε από τη ρωσική ενεργειακή πολιτική; Ήταν ανάγκη να τορπιλίσουμε τα δυο σημεία της ρωσικής πολιτικής που ήταν γι’ αυτούς σημαντικά; Ύστερα, η πρεμούρα με το Ισραήλ. Γιατί τέτοια επιμονή; Πως ερμηνεύεται το γεγονός ότι η πρώτη κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου είχε για υπουργό εξωτερικών έναν άγνωστο και ανόητο Έλληνα της Αυστρίας που έλεγε ψέματα ότι έχει πάρει το ντοκτορά του; Την ώρα του Μνημονίου, θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε την κακή πολιτική που ακολουθούσαμε δεκαετίες, χωρίς να περάσουμε στο ΔΝΤ. Δηλαδή, φέρε τώρα το δάνειο, κάλυψε τις ανάγκες σου και άσε τους άλλους να χτυπιούνται. Τα επιτόκια στην αγορά ήταν ακόμη ευνοϊκά. Προσπαθήσαμε να δανειστούμε από αλλού; Ή μήπως με δηλώσεις περί διεφθαρμένου λαού στρώναμε τον δρόμο μας;», λεεί.
Δηλαδή γνωρίζοντας τι σημαίνει για τον τόπο αυτή η πολιτική επιλογή, ο Γ. Παπανδρέου προχώρησε με τέτοια επιπολαιότητα;
«Ναι, έκανε ό,τι έκανε αδιαφορώντας για τον τόπο. Τι μεσολάβησε; Το χρήμα; Δεν θέλω να το πιστέψω. Γνωρίζω τον χαρακτήρα του ανθρώπου από παιδί δυο χρόνων. Η μαμά του και η γιαγιά Σοφία Μινέικο, μια αγία γυναίκα κατά τ’ άλλα, τον μεγάλωσαν με την ιδέα ότι είναι πρώτος. Παιδάκια όταν έπαιζαν με τον γιο μου και τις παρέες των φίλων τους στην Αμερική, που μέναμε στον ίδιο δρόμο, η Μαργαρίτα επέβαλλε τον Γιώργο ως αρχηγό της παρέας. Εμείς που ειρωνευόμαστε τον Γιωργάκη, δεν ξέραμε τι λέγαμε. Από αυτόν το βρήκαμε. Και όχι τυχαία. Το είχε επεξεργαστεί. Εγώ δεν μιλώ «καρατζαφέρεια» διάλεκτο, αλλά δεν επιτρέπω σε κανέναν Παπανδρέου ή Παπαδήμο να λέει είμαι εδώ για να σώσω την πατρίδα μου. Είναι υποκρισία αισχίστου είδους».
Στην ερώτηση το σημαίνει η έξοδος από τo ευρώ λέει:
«Όταν άρχισε αυτή η οδυνηρή δημόσια συζήτηση για το ενδεχόμενο να βγούμε από το ευρώ, είχα πει ότι θα ισοδυναμούσε με τη μικρασιατική καταστροφή. Και πολλοί καλόπιστοι άνθρωποι με ειρωνεύτηκαν. Τότε λειτούργησα σαν παραδοσιακός αναλυτής, με δεδομένα που δεν ίσχυαν στην περίπτωσή μας.
Ύστερα από τις γκανγκστερικές πιέσεις που ασκούνται πάνω μας και επειδή προβλέπω τι σημαίνει η «επιτυχία» των προγραμμάτων της τρόικας, εύχομαι η ελληνική κυβέρνηση να πει επιτέλους ένα όχι.
Όσο περνάει ο καιρός και βλέπω πώς γίνεται η διαπραγμάτευση, πείθομαι ότι δεν θα μας πετάξουν έξω, γιατί δεν τους συμφέρει. Αν αρχίσει το ξήλωμα του ευρώ, και εμείς θα ταλαιπωρηθούμε, αλλά και οι συνέπειες για την Ιρλανδία, την Ισπανία και την Πορτογαλία θα είναι τεράστιες. Η Ε.Ε δεν είναι σε θέση τώρα να σχεδιάσει και να παρακολουθήσει μια τέτοια εξέλιξη. Άρα, ας βγει η κυβέρνηση και να πει ότι δεν δέχεται αυτά τα μέτρα, γιατί αυτά που ζητάνε είναι όσα μας βοήθησαν να έχουμε μια κοινωνία κακή μεν, αλλά λειτουργική.
Ακόμα και να μας έδιωχναν από το ευρώ, που το θεωρώ απίθανο, τι θα γινόταν χειρότερο από σήμερα; Καταλαβαίνουμε τι γίνεται τώρα στην ψυχή των νέων; Τι εθνική υπερηφάνεια και κολοκύθια να αισθανθούν; Πώς να μην μισήσουν την οργανωμένη κοινωνία και την οργανωμένη οικονομική δραστηριότητα;» σημειώνει και συνεχίζει…
«Η χρεοκοπία ασφαλώς είναι ένας μοχλός πίεσης, αλλά πολλά πράγματα στον κοινωνικό βίο δεν είναι ανάγκη να συμβούν για να υποστείς την επίδρασή τους. Αν φοβόμαστε τη χρεοκοπία είναι περίπου σαν να έχει γίνει. Έτσι λοιπόν εγώ λέω τώρα καλύτερα να παίξουμε αυτό το σενάριο και να υποστούμε την όποια κύρωση. Είτε κάνουμε τώρα όλα όσα μας λένε είτε όχι, βλέπω ότι αρχές του καλοκαιριού ο τόπος αυτός θα παραδέρνει κοινωνικά. Δεν είναι δυνατόν να συμβεί αλλιώς, διότι μέσα σε λίγα χρόνια μια κοινωνία μικροεμπόρων μικροεπιχειρηματιών και μικροκαλλιεργητών έγινε κοινωνία καταναλωτών».
Πώς κρίνετε τη στάση του ελληνικού λαού; Αδράνεια ή ωριμότητα;
«Ούτε ωριμότητα είναι ούτε αδράνεια. Πιστεύω ότι δούλεψαν πολύ καλά τα τεχνάσματα για τη συνενοχή. Πειστήκαμε από τον Τόμσεν και την τρόικα ότι δεν γίνεται αλλιώς. Σ’ αυτό συνέβαλε και ο Παπανδρέου που επί ενάμιση χρόνο έλεγε αυτά. Έρχεται τώρα και ο Παπαδήμος και πιο έγκυρα και πιο πειστικά επαναλαμβάνει τα ίδια και χειρότερα».
Για τον Βενιζέλο τι γνώμη έχετε;
«Τον Βενιζέλο τον πλήρωσα ακριβά. Και τώρα που απολογούμαι δεν έχω καλά επιχειρήματα. Ήμουν ένας από τους έξι διανοούμενους το 2007 που δεν κρατιόμασταν και τον στηρίξαμε. Σήμερα θα σου πω όμως, αλίμονο στη χώρα που διοικείται από Βενιζέλους, από ανθρώπους που είναι ασυγκράτητοι και διψούν για επιβεβαίωση και αξιώματα. Πρώτα απ’ όλα δεν καταλαβαίνει πολλά από τα πράγματα που γίνονται σήμερα στον διεθνή οικονομικό χώρο και είναι υπουργός οικονομικών. Στις Βρυξέλλες δεν φαίνεται να περνάει τις εξετάσεις. Θα μου πεις είναι καλύτερος από τον Λοβέρδο και τον Χρυσοχόΐδη. Φαντάσου πού έχει φτάσει το επίπεδο του πολιτικού προσωπικού».
Από πού να περιμένουμε την ελπίδα;
«Φοβάμαι. Πολλοί άνθρωποι και αγαπημένοι φίλοι μου, δεν μπορούν να αποφύγουν τον εναγκαλισμό με το ονειρώδες. Εγώ όμως δεν βλέπω πώς θα επανέλθει η κοινωνική ηρεμία σ’ αυτόν τον τόπο. Με βασανίζει αυτή η απαισιόδοξη σκέψη. Κάναμε λάθη, ναι. Σε αυτό το παιχνίδι της Ευρώπης έπρεπε να τηρήσουμε τους κανόνες και εμείς εσκεμμένα και με κομπασμό και υπερηφάνεια δεν το κάναμε. Κι όλα αυτά αληθινά, ελεεινά και τρισάθλια. Αμαρτήσαμε ναι, αλλά όχι κι έτσι. Οι κύριοι στις Βρυξέλλες αφού ήξεραν ότι λειτουργούσαμε έτσι γιατί μας άφηναν τόσα χρόνια; Γιατί δεν μας νουθέτησαν, δεν μας συγκράτησαν; Οι πολιτικοί διέφθειραν περαιτέρω την κοινωνία μας και τώρα μια διεφθαρμένη κοινωνία αρνείται να κάνει αυτό που πρέπει. Αυτά έπρεπε να πει ο Πάγκαλος. Τα φάγανε, ναι, αλλά μαζί όχι. Με διέφθειρες, με έμαθες πώς να έρχομαι σε σένα όταν χρειάζομαι κάτι, να αναζητώ το βόλεμα και τώρα τι θέλεις από μένα;». |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου