Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2017

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ

Προς Τον
Εξοχότατο Πρωθυπουργό
κ κ. Αλέξιο Τσίπρα
Πρόεδρο Κυβερνήσεως
Μέγαρο Μαξίμου
Ηρώδου Αττικού 19
106 74 ΑΘΗΝΑΙ
                                                                                                 Αθήνα, 15 Δεκεμβρίου 2017

     Εξοχότατε Κύριε Πρόεδρε,
Τελευταία γινόμαστε μάρτυρες της όλο και κλιμακούμενης και προκλητικής ρητορικής του κ. Ερντογάν αλλά και της Κεμαλικής αντιπολίτευσης της Τουρκίας.
 Οι δηλώσεις του τούρκου προέδρου φανερώνουν αναλλοίωτη και αμετακίνητη επιμονή στις πλέον σκληρές τοποθετήσεις της τουρκικής πολιτικής σε όλο το φάσμα των ελληνοτουρκικών θέσεων. Με αποκορύφωμα τις απαράδεκτες αξιώσεις της Τουρκίας περί αναθεώρησης (επικαιροποίησης) της συνθήκης της Λωζάνης, περί επαναχάραξης συνόρων και περί αλλαγών στο καθεστώς των νησιών του Αιγαίου.
Είναι φανερό ότι ο σκοπός του κ. Ερντογάν είναι να μετακινήσει τη βάση των σχέσεων των δύο χωρών από το επίπεδο της διεθνούς νομιμότητας στο επίπεδο της διμερούς και άνευ δεσμεύσεων συνεννόησης, όπου θα επικρατεί η αρχή της ισχύος και της εκβιαστικής επιβολής.
Τη σκυτάλη της προκλητικής ρητορικής ανέλαβε ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Γιλντιρίμ ο οποίος με απαράδεκτες προκλητικές δηλώσεις μίλησε για "γκρίζες ζώνες", αμφισβητώντας ευθέως την ελληνική κυριαρχία σε πολλά νησιά, νησίδες και βραχονησίδες στο Αιγαίο.

Οι δηλώσεις αυτές αντιβαίνουν το Διεθνές Δίκαιο και τις Διεθνείς Συνθήκες,  αμφισβητούν ευθέως τόσο τη Συνθήκη της Λωζάνης όσο και εκείνη των Παρισίων του 1947.
Ξεχνούν συνειδητά ότι η Συνθήκη της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών, του 1969, που ισχύει, είναι όχι απλώς μία Συνθήκη, αλλά μια κωδικοποίηση των γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου, που μας λέει πώς ερμηνεύονται οι Συνθήκες. Πώς ερμηνεύονται, πώς αναθεωρούνται, πώς τροποποιούνται, πώς καταργούνται, όλο το Δίκαιο των Συνθηκών. Στη Συνθήκη λοιπόν της Βιέννης υπάρχει η ρητή πρόβλεψη για τις συνθήκες που καθορίζουν σύνορα, μεθοριακές γραμμές.  Σε αυτές δεν ισχύει ούτε καν η δυνατότητα τροποποίησης, πρέπει να υπάρχει απόλυτη σαφήνεια και απόλυτη σταθερότητα. Υπάρχει ρητή εξαίρεση, ακριβώς γιατί πρέπει να υπάρχει απόλυτη σταθερότητα των συνόρων.
 Ο Τούρκος Πρόεδρος επέλεξε να υπογραμμίσει πως η συνθήκη της Λωζάνης πρέπει να αναθεωρηθεί σε σημείο που θα δίνει ίδια δικαιώματα στην ¨τουρκική¨ όπως τόνισε μειονότητα, ξεχνάει όμως τι έχουν πράξει οι ίδιοι με το πογκρόμ της ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης το 1955, καθώς και με τους Έλληνες που ζούν στα νησιά Ίμβρο και Τένεδο.

Η Συνθήκη της Λωζάνης του 1923 απένειμε τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος στην Τουρκία, βάσει των ειδικών διατάξεων για τους Έλληνες που ζουν εκεί. Οι πληθυσμοί αυτών των νησιών ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία ελληνικοί. Ωστόσο, μετά τη νομοθεσία του "Αστικού Δικαίου", στις 26 Ιουνίου 1927, τα δικαιώματα που παραχωρούνταν στους ελληνικούς πληθυσμούς της Ίμβρου και της Τενέδου ανακλήθηκαν κατά παράβαση της Συνθήκης της Λωζάνης. Έτσι, τα νησιά υποβιβάστηκαν από μία διοικητική περιφέρεια σε μια υποπεριοχή. Επιπλέον, τα μέλη του τοπικού συμβουλίου ήταν υποχρεωμένοι να έχουν επαρκή γνώση της τουρκικής γλώσσας, πράγμα που σήμαινε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων ήταν αποκλεισμένοι.

Το 1923, όταν υπεγράφη η Συνθήκη της Λωζάννης, η Ιταλία κατείχε τα Δωδεκάνησα, νησιά, νησίδες και βραχονησίδες, που αποτυπώνονται σαφώς στους ιταλικούς χάρτες και άρα η Τουρκία αποδέχεται με την υπογραφή της την παραπάνω τότε ιταλική κυριαρχία.  Η παράδοση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε με την Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων, στις 10-2-1947.
Ο ιταλικός χάρτης, δείχνει με μαύρη διακεκομμένη γραμμή την θαλάσσια μεθόριο με την Τουρκία και δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνειών και αμφισβητήσεων από τους Τούρκους.

Ένας άλλος ιταλικός χάρτης, εκτυπωμένος στο Μιλάνο, επίσης το 1929, είναι απόλυτα βασισμένος στον πρώτο και περιέχει περισσότερες και ευκρινέστερες λεπτομέρειες.

Σε αυτόν αναγράφεται ολοκάθαρα, ότι το Αγαθονήσι, το Φαρμακονήσι και οι Βραχονησίδες Ίμια (Λιμνιά) είναι εκτός Τουρκίας, ευρισκόμενες τότε εντός Ιταλικής Κατοχής, που σημαίνει, ότι αποτελούν σήμερα έδαφος της Ελλάδος, στην οποία εκχωρήθηκαν με την σύμφωνη γνώμη και υπογραφή της Ιταλίας και των Συμμάχων.
Στον ίδιο χάρτη φαίνεται, επίσης, καθαρά, ότι η νήσος Αρκός (τ. Καρά Αντά), που βρίσκεται μπροστά από την Αλικαρνασσό (τώρα Μποντρούμ) δεν είναι τουρκική, αλλά υπό Ιταλική Κατοχή.

Ακόμη, φαίνεται ολοκάθαρα, ότι τα νησιά Ρω (Άγιος Γεώργιος), Μεγίστη (Καστελόριζο), Υψηλή (Στρογγύλη) είναι εκτός Τουρκίας, δηλαδή εντός της τότε Ιταλικής Κατοχής και εντός πια της Ελλάδος, στην οποία και εκχωρήθηκαν.

Το ίδιο ισχύει και για τα νησιά Βόλος (Κάτω Βόλος), την Αλιμεντάρια και την Καράβολα (τ. Κέκοβα, πλάϊ στα υποθαλάσσια ερείπια της αρχαίας Δολίχης ή Δολιχίστης δεν είναι τουρκικά, αλλά υπό Ιταλική Κατοχή και άρα ελληνικά! μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, νιώθοντας ενισχυμένη η Τουρκία, άρχισε να διαμαρτύρεται για την ιταλική κατοχή των παραπάνω πλαϊνών στα Μικρασιατικά παράλια, νησιών, προβάλλοντας παράνομα την Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, που θεωρεί τουρκικό νησί, όποιο βρίσκεται σε απόσταση 3 μιλίων από τις ακτές της, με εξαίρεση, όμως, άλλης «αντιθέτου διατάξεως» της ίδιας Συνθήκης.
Σκόπιμα παραβλέπει ότι στο Άρθρο 12 η Συνθήκη της Λωζάνης ορίζει:  «Εκτός αντιθέτου διατάξεως της παρούσης Συνθήκης, αι νήσοι, αι κείμεναι εις μικροτέραν απόστασιν των τριών μιλίων της ασιατικής ακτής, παραμένουσι υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν».

Η αντίθετη διάταξη, όμως, είναι στο άρθρο 15 και περιέχει την συγκλονιστική παραίτηση της Τουρκίας από όλα τα Δωδεκάνησα.
Συγκεκριμένα, στο Άρθρο 15 της Συνθήκης της Λωζάννης, αναφέρονται τα εξής:
«Η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου επί των κάτωθι απαριθμουμένων νήσων, τουτέστι της Αστυπάλαιας, Ρόδου, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου, Λέρου, Πάτμου, Λειψούς, Σύμης και Κω, των κατεχομένων νυν υπό την Ιταλίαν και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και της νήσου Καστελλορίζου».

Το 1923, όταν υπεγράφη η Συνθήκη της Λωζάννης, η Ιταλία κατείχε τα Δωδεκάνησα, νησιά, νησίδες και βραχονησίδες, που αποτυπώνονται σαφώς στους ιταλικούς χάρτες και άρα η Τουρκία αποδέχεται με την υπογραφή της την παραπάνω τότε ιταλική κυριαρχία
Είναι σαφές, ότι η Τουρκία, επειδή δεν αναφέρονται ονομαστικά τα νησιά Αγαθονήσι και Φαρμακονήσι, επικεντρώνει σε αυτά την αιχμή των διεκδικήσεών της, αφού «γκριζάρισε» πρώτα τα Ίμια, χωρίς, όμως, να έχει ουδεμία βάσιμη δικαιολογία για τις βλέψεις της.

Το 1923, όταν υπεγράφη η Συνθήκη της Λωζάννης, η Ιταλία κατείχε τα Δωδεκάνησα, νησιά, νησίδες και βραχονησίδες, που αποτυπώνονται σαφώς στους ιταλικούς χάρτες και άρα η Τουρκία αποδέχεται με την υπογραφή της την παραπάνω τότε ιταλική κυριαρχία.
Όταν, αργότερα μετάνιωσε, άρχισε να προβάλει το άρθρο 12 της Συνθήκης της Λωζάννης (τα εντός 3 μιλίων νησιά), αποσιωπώντας, όμως, το άρθρο 15 της ίδιας Συνθήκης, με το οποίο παραιτείται από κάθε διεκδίκηση επί των Δωδεκανήσων.

Έτσι, πιέζοντας, κατάφερε να πείσει την Ιταλία να της παραχωρήσει μια σειρά νησιών, τα οποία δεν της ανήκαν και τα οποία της παραχωρήθηκαν τελικά, κατά παράβασης της Συνθήκης της Λωζάννης. Τα νησιά αυτά είναι τα παρακάτω 20, όπως αναφέρονται στην επισήμως υπογεγραμμένη Ιταλο-Τουρκική Συμφωνία της 4ης Ιανουαρίου 1932:
«Volo (Gatal-Ada), Ochendra (Uvendire), Fournachia (Furnakya), Kato Volo (Katovolo), Prassoudi (Prasudi) (soyth-east of Catovolo). The islets of Tchatallota, Pighi, Nissi-Tis-Pighi, Agricelia reef, Proussecliss (rock),Pano Makri, Kato Makri (including the rocks), Marathi, Roccie Voutzaky (Rocci Vutchaki), Dacia (Dasya),Nissi-Tis Dacia, Prassoudi (north of Dacia), Alimentarya (Alimentaria), Caravola (Karavola)». Και το «Kara-Ada» (σ.σ. Αρκός) στον κόλπο της Αλικαρνασού!
Οι ιταλο-τουρκικές Συμφωνίες, που «κρύβουν» οι Τούρκοι και αποδεικνύουν τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα σε μικρά νησιά της Δωδεκανήσου
Όπως αντιλαμβάνεται ο καθένας, όλα σχεδόν τα παραπάνω ονόματα είναι ελληνικά, κάτι που δείχνει την αδιάκοπη ελληνικότητα των νησιών αυτών, τα οποία παραχωρήθηκαν από την Ιταλία προς την Τουρκία παρανόμως, αφού η Τουρκία, με το άρθρο 15 της Συνθήκης της Λωζάννης είχε παραιτηθεί κάθε δικαιώματος προς αυτά και τα Δωδεκάνησα γενικά.

Η Τουρκία συνυπέγραψε τότε με την Ιταλία το συμπληρωματικό Πρωτόκολλο της 28ης Δεκεμβρίου 1932, με το οποίο καθοριζόταν επ΄ ακριβώς από κοινή επιτροπή και δια 37 σημείων, τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ των ιταλοκρατούμενων Δωδεκανήσων και της Τουρκίας, με ρητή αναφορά και στα Ίμια (τ. Καρντάκ) να ανήκουν στην Δωδεκάνησο.

Η Τουρκία, όμως, και πάλι έχει μετανιώσει για εκείνες τις Συμφωνίες και τα Πρωτόκολλα και ζητά να μας πάρει τα μη ρητώς αναφερόμενα στο άρθρο 12 της Συνθήκης της Λωζάννης Δωδεκάνησα, ήτοι τα νησιά Αγαθονήσι, Φαρμακονήσι, Ίμια και άλλα, διαμελίζοντας την Ελλάδα στο Αιγαίο! Έτσι η Άγκυρα, έχει παραχώσει τις παραπάνω Ιταλο-Τουρκικές Συμφωνίες, τις οποίες θεωρεί διμερείς και όχι επισήμως διεθνείς, υποσκάπτοντας εσκεμμένα την αδιαμφισβήτητη ισχύ και το κύρος τους.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΙΤΑΛΙΚΟ ΧΑΡΤΗ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΩΝ
Τον Οκτώβριο του 1944 όταν οι Γερμανοί αποχώρησαν από την χώρα , δεν συνέβη το ίδιο και στα Δωδεκάνησα, λόγω αδυναμίας μεταφοράς των στρατευμάτων τους, αναγκαζόμενοι να παραδοθούν στους Συμμάχους, υπόγραψαν  συνθήκη ειρήνης στην Σύμη, στις 9 Μαΐου του 1945. Οι συμμαχικές δυνάμεις απελευθέρωσαν δε τα Δωδεκάνησα, αλλά δεν τα παραχώρησαν στην Ελλάδα.

Τον Μάρτιο του 1946 έγιναν οι πρώτες μεταπολεμικές εκλογές στη χώρα μας και τον Ιούλιο άρχισαν στο Παρίσι οι εργασίες της διάσκεψης για την σύναψη συνθήκης ειρήνης με τους δορυφόρους της Γερμανίας (Ουγγαρία, Ρουμανία, Φιλανδία, Βουλγαρία και Ιταλία). Την Ελλάδα εκπροσώπησε ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Τσαλδάρης με τους ηγέτες των κοινοβουλευτικών κομμάτων προβάλλοντας μετριοπαθείς και δίκαιες διεκδικήσεις όπως η απελευθέρωση Δωδεκανήσου και Βορείου Ηπείρου, προσάρτηση Λωρίδας Ανατολικής Ρωμυλίας που ενίσχυε τη συνοριακή ασφάλεια της χώρας μας από τις συχνές επιδρομές Βουλγάρων, περιλαμβάνοντας μικρό πληθυσμό Πομάκων που μετά δυσφορίας ανέχονταν την Βουλγαρική κυριαρχία και τέλος ανάλογες επανορθώσεις για τις καταστροφές που έγιναν από τις επιθέσεις των Ιταλών και Βουλγάρων, κατά την διάρκεια της κατοχής.

 Από τις παραπάνω διεκδικήσεις, ικανοποιήθηκε μόνο μία, η ένωση της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα.
Κατά την διάρκεια των διαβουλεύσεων πρόθεση της Τουρκίας ήταν η χάραξη νέων θαλάσσιων συνόρων ισχυριζόμενοι ότι ουδέποτε είχαν χαραχθεί.
Φαίνεται ότι η Ιταλία, ενδεχομένως έναντι ανταλλαγμάτων, είχε δεχθεί να βοηθήσει την Τουρκία και αυτό επιβεβαιώνεται από την άρνησή της να ανταποκριθεί στο αίτημά μας περί παραχώρησης της συμφωνίας με το αιτιολογικό ότι μέσα στην αναταραχή του πολέμου είχε χαθεί και δεν βρέθηκε στο Ιταλικό Υπουργείο Εξωτερικών. Την ίδια απάντηση έδωσε και η Τουρκία στο Ελληνικό αίτημα.
Η Ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να αντικρούσει τους ισχυρισμούς των έδωσε εντολή στον τότε στρατιωτικό διοικητή της Ελληνικής αποστολής Δωδεκανήσου, Ταξίαρχο Χρ. Τσιγάντε, πρώην Διοικητή του Ιερού Λόχου, την αναζήτηση και άμεση αποστολή στο Υπουργείο Εξωτερικών το τρίτο και τελευταίο αντίγραφο της συνθήκης που έπρεπε να υπάρχει στο Ιταλικό Αρχείο στην Ρόδο.
Αμέσως η Ελληνική διοίκηση απευθύνθηκε στην εκεί Βρετανική διοίκηση για την έρευνα των Ιταλικών αρχείων, που είχαν περιέλθει στους Βρετανούς. Παρά δε την συστηματική έρευνα το τρίτο αντίγραφο της συνθήκης δεν βρέθηκε καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι είχε κλαπεί συνεχίζοντας τις προσπάθειές ανεύρεσής της. Στο πλαίσιο των ερευνών πληροφορήθηκε από τέως υπάλληλο της Ιταλικής διοίκησης, ότι κατά την ημερομηνία της παράδοσης ανώτερος Ιταλός Υπάλληλος είχε μεταφέρει φακέλους και άλλα υλικά από την Ιταλική Διοίκηση στο σπίτι του.
Με την παρέμβαση της Βρετανικής Διοίκησης κλήθηκε να επιστρέψει ότι είχε υπεξαιρέσει από τα γραφεία πλην όμως αυτός αρνήθηκε τα αποδιδόμενα σε αυτόν. Στην συνέχεια η Ελληνική Αποστολή επεδίωξε την εξαγορά των εγγράφων μέσω τρίτου προσώπου χωρίς αποτέλεσμα. Επιπλέον δε στην αποστολή περιήλθε η πληροφορία ότι εκτός των άλλων ο Ιταλός είχε πάρει μαζί του και το επίχρυσο αγαλματίδιο της Θέμιδος που κάθε Σεπτέμβρη, με την έναρξη των δικαστηρίων τοποθετείτο σε περίοπτο θέση στην αίθουσα τελετών.
Η Ελληνική αποστολή πληροφορήθηκε από Κύπριους αστυνομικούς την ημερομηνία αναχώρησης του Ιταλού από την Ρόδο και με την βοήθεια αυτών του έγινε λεπτομερής έλεγχος των αποσκευών του. Δεν βρέθηκε η συνθήκη, αλλά βρέθηκε το άγαλμα όπου και κατηγορήθηκε για υπεξαίρεση κρατικής περιουσίας , τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στα γραφεία της Ελληνικής Αποστολής. Ο Ιταλός αντιλαμβανόμενος την δυσχερή του θέση ζήτησε από τον Τσιγάντες να μεταβεί σε φιλικό του σπίτι που είχε αφήσει ένα μπαούλο κλειδωμένο για να το φυλάξουν. Με συνοδεία δε δύο αξιωματικών της αποστολής πήγε στο σπίτι όπου βρήκαν στο μπαούλο την συνθήκη με τους σχετικούς χάρτες και διάφορα άλλα έγγραφα. Ολίγα λεπτά αργότερα επιβίβασαν τον Ιταλό στο πλοίο για την επιστροφή του στην πατρίδα του.
Την επομένη ημέρα αναχώρησε αξιωματικός για την Αθήνα όπου και παρέδωσε τη συνθήκη στο Υπουργείο Εξωτερικών. Ο πρωθυπουργός πληροφορούμενος το γεγονός απέστειλε συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον Ταξίαρχο Τσιγάντες. Εμφανιζόμενη δε η συνθήκη στην συνδιάσκεψη στο Παρίσι πέτυχε η Ελλάδα την εξουδετέρωση των Τουρκικών αντιδράσεων και τα σύνορα χαράχθηκαν τα ίδια που υπήρχαν μεταξύ της Ιταλικής διοίκησης Δωδεκανήσου και της Τουρκίας στην συνθήκη παραχώρησης της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα. Τα γεγονότα αυτά αποδεικνύουν για άλλη μία φορά τους αστάθμητους παράγοντες που εξαρτώνται τα εθνικά μας συμφέροντα , αλλά και την σπουδαιότητα της άντλησης ικανών στελεχών για το δημόσιο. 

Το ιστορικό αυτό δε γεγονός, δημοσιοποιήθηκε από επιστολή που έστειλε ο αείμνηστος Αντιστράτηγος εα Κυριάκος Παπαγεωργόπουλος σε εφημερίδα των Αθηνών και αναδημοσιεύθηκε στις 26 Απριλίου 1981 από την εφημερίδα Ελληνικός Βορράς στην Θες/νίκη. Ο ίδιος δε ήταν μέλος της ελληνικής αποστολής στα Δωδεκάνησα το 1946 και έζησε τα γεγονότα από κοντά.
Όλοι αυτοί οι ιταλικοί χάρτες-ντοκουμέντα, από την εποχή της ιταλικής κυριαρχίας στα Δωδεκάνησα, επιβεβαιώνουν περίτρανα την ελληνική κυριαρχία σε αυτά και καταρρίπτουν τις τουρκικές διεκδικήσεις ως αβάσιμες, προκλητικές και παράνομες.

Απευθύνομαι προς την εξαίρετη προσωπικότητά Σας, με σκοπό την ενημέρωση Σας, ώστε να αντιμετωπίσετε ένα εξόχως σοβαρό θέμα του επερχόμενου κινδύνου που ελλοχεύει για την ελληνική κυριαρχία επί νησιών και βραχονησίδων του Αιγαίου, καθώς και την υποβάθμιση της ζωής και παραγκωνισμό των Ελλήνων της μειονότητας, στην Τουρκία.  
Σε όλους εμάς υπάρχουν ζητήματα αξιοπρέπειας, ήθους, ιστορίας και αξιακής συνείδησης, που δεν μας αφήνουν απαθείς σε όλες αυτές τις παράλογες και προκλητικές απαιτήσεις του κ. Ερντογάν,  ζητήματα που ειδικά σε μένα είναι πρωταρχικής σημασίας.
Είναι χρέος τιμής προς τους ήρωες που πότισαν την ελληνική γη με το αίμα τους, να κρατήσουμε γερά στα χέρια μας τη «σκυτάλη» της ιστορίας που μας παρέδωσαν και να ξανακάνουμε το ψευτορωμαΐικο, την  Ελλάδα των ονείρων μας που τόσες γενιές Ελλήνων οραματίστηκαν.

Με την πεποίθηση ότι θα λάβετε υπ’ όψιν όλες τις ανωτέρω επισημάνσεις και προτάσεις, σάς ευχαριστώ εκ των προτέρων για την προσοχή Σας.

                                                                  Μετά τιμής
                                                        Παναγιώτης Δ. Σταμάτης   
                                                          Πλωτάρχης Π.Ν  (ε.α.)
                                               e-mailpanos_stamatis@yahoo.g




Η παρούσα αποστέλλεται με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: primeminister@primeminister.gr  

Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου 2017

Οσοι γδύνονται πριν πέσουν για ύπνο, έχουν ανακαλύψει ένα από τα μυστικά για μια ευτυχισμένη σχέση !!!

Ο επαρκής ύπνος είναι εξαιρετικά σημαντικός για την ευημερία μας.
Η μη λήψη σωστού ύπνου μπορεί να είναι ένας παράγοντας που οδηγεί σε διαβήτη, καρδιακές παθήσεις ή ακόμα και καρκίνο.
Είναι εξίσου σημαντική και η ποσότητα του ύπνου μας και η ποιότητα αυτού.
Για να βεβαιωθείτε ότι ο ύπνος σας είναι όσο το δυνατόν πιο ξεκούραστος, πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι το να κοιμάστε γυμνοί είναι ο καλύτερος τρόπος για να τον απολαύσετε. Και υπάρχουν πραγματικά πέντε καλοί λόγοι για τους οποίους
αυτό είναι αλήθεια …

1. Η θερμοκρασία του σώματος ρυθμίζεται
Όταν κοιμόμαστε, η θερμοκρασία του σώματος πέφτει αυτόματα. Φορώντας ζεστές πιτζάμες διαταράσσει αυτή τη φυσική σωματική αντίδραση. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε έναν ανήσυχο ύπνο. Ο ύπνος χωρίς ρούχα εξασφαλίζει ότι η θερμοκρασία του σώματος σας δεν είναι πολύ υψηλή.

2. Οι ορμόνες ύπνου απελευθερώνονται
Ένα ισορροπημένο επίπεδο μελατονίνης εγγυάται υγιή ύπνο. Αυτή η ορμόνη ύπνου ρυθμίζεται φυσικά όταν κάποιος κοιμάται γυμνός. Ο φωτισμός και η θερμοκρασία δωματίου παίζουν ζωτικό ρόλο στη δημιουργία μελατονίνης. Στην ιδανική περίπτωση, το δωμάτιο θα πρέπει να είναι εντελώς σκοτεινό και δεν θα πρέπει να είναι θερμότερο από 21 βαθμούς κελσίου.

3. Ενισχύει τη σχέση
Οι σχέσεις μπορούν επίσης να επωφεληθούν από τα γυμνά κορμιά των δυο φύλλων. Όταν κάποιος βρίσκεται στο κρεβάτι γυμνός δίπλα σας, απελευθερώνεται η οξειδωτική ορμόνη. Αυτή η ορμόνη οδηγεί σε συναισθήματα ευτυχίας και έχει θετική επίδραση στον ύπνο σας. Ενδυναμώνει επίσης τον ανθρώπινο δεσμό και, ως εκ τούτου, τη σχέση.

4. Οι ορμόνες άγχους ρυθμίζονται
Η κορτιζόλη είναι γνωστή ως η «ορμόνη του στρες» και είναι πολύ σημαντική σε διάφορες μεταβολικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στο σώμα μας. Αν είστε πολύ ζεστός κάτω από την κουβέρτα σας, η παραγωγή κορτιζόλης σας αυξάνεται. Ένα υψηλό επίπεδο κορτιζόλης οδηγεί σε οργιώδη όρεξη (και μακροπρόθεσμη αύξηση βάρους), αυξημένη νευρικότητα και ένταση. Με τη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος, ο ύπνος χωρίς ρούχα βοηθά στη διατήρηση των επιπέδων κορτιζόλης χαμηλά.

5. Αυξάνει την αίσθηση της ευημερίας
Όταν κοιμάστε χωρίς πιτζάμες, βοηθάτε την κυκλοφορία επειδή το αίμα μπορεί να κινηθεί πιο εύκολα μέσα στο σώμα σας. Αυτό σας κάνει να αισθάνεστε καλύτερα και ως αποτέλεσμα να κοιμάστε καλύτερα. Οι άνθρωποι που πάσχουν από διαταραχές ύπνου θα πρέπει σίγουρα να προσπαθήσουν να κοιμηθούν γυμνοί.



Εάν κοιμάστε γυμνοί πιθανότατα έχετε παρατηρήσει κάποια από τα οφέλη για την υγεία που αναφέρονται παραπάνω. Αλλά για όσους από εσάς πάντα επιμένατε σε πυτζάμες, γιατί να μην το δοκιμάσετε; Μπορεί να χρειαστείτε κάποιο χρόνο για να συνηθίσετε, αλλά στο τέλος το σώμα σας θα σας ευχαριστήσει!

Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΑΣ

                                                      Ενώπιον
                     του κ. Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών
   
 (δια μέσου της διενεργούσας προκαταρκτική εξέταση 15ης Πταισματοδίκου Αθηνών)

                                                 ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Του Παναγιώτη Σταμάτη του Δημητρίου, Πλωτάρχη του Πολεμικού Ναυτικού ε.α., κατοίκου Αθηνών, οδός Κομνηνών, αριθ. 48. (panos_stamatis@yahoo.gr)

                                    

Σε συνέχεια της από 19/10/2017 κλήσης Σας για ανάκριση και της από 9/8/2017 μηνυτήριας αναφοράς μου με ΑΒΜ: Γ2017/2632, επάγομαι τα ακόλουθα, για τους παρακάτω νόμιμους, βάσιμους και αληθείς λόγους:
Δια την υπαίτια παράνομη και αδικαιολόγητη συνέχιση είσπραξης της ΕΑΣ διαμαρτυρήθηκα στον προϊστάμενο της γενικής διευθύνσεως του ΓΛΚ, κ. Σπυρίδωνα Ντάνο, με την από 10.5.2017. εξώδικη δήλωση-διαμαρτυρία,  για την μη άμεση διακοπή της είσπραξης υπέρ ΕΑΣ καθώς και για την μη επιστροφή των παρανόμως εισπραχθέντων ποσών, από 10-2-2017.
Παρά ταύτα ακόμα και σήμερα, αν και έχει παρέλθει μακρό χρονικό διάστημα (8 μήνες), ο ανωτέρω εξακολουθεί να εισπράτει παράνομα την εισφορά αλληλεγγύης συνταξιούχων (ΕΑΣ).                                             (ΣΧΕΤ.1)
Θέλω να Σας επισημάνω ότι το Συντονιστικό Συμβούλιο των Τριών Ενώσεων Αποστράτων Αξιωματικών (ΝΠΔΔ), καθώς και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Στρατιωτικών, του έχουν κοινοποιήσει  με τα αρ. πρωτ. 91 από 24/Απρ/2017 και αρ.πρωτ. 18/2017 από 24/Απρ/2017, έγγραφά τους, σχετικά με την άμεση ανάγκη διακοπής της παρακράτησης της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων  (ΕΑΣ) και την επιστροφή των παρανόμως παρακρατηθέντων ποσών.                                                                                                   (ΣΧΕΤ. 2 και 3)
Ειδικότερα Σας επισημαίνω τα κάτωθι:
 α)  Η ως άνω ηθελημένη διοικητική αδράνεια (8 μηνών) προσβάλλει την αρχή του κράτους δικαίου, τόσο υπό την τυπική, όσο και υπό την ουσιαστική του διάσταση (Συντ. 25)
β)   Η παράνομη παράλειψη αυτή σε συνδυασμό με τις μεγάλες περικοπές στις συντάξεις μας (άνω του 50%) μέχρι σήμερα περιορίζει τα αναγκαία μέσα  της αξιοπρεπούς διαβίωσης και ως εκ τούτου προσβάλλει βάναυσα την αρχή του κοινωνικού κράτους και την προστασία της ανθρώπινης αξίας (Συντ. 2, 25).
γ)   Η  συνέχιση είσπραξης της ειδικής ΕΑΣ από όλους τους συνταξιούχους στερείται αντικρίσματος, έχει ως αποτέλεσμα το μέτρο να αποκτά απροκάλυπτα φορολογικό περιεχόμενο και κατά τούτο θίγεται η προστατευόμενη εμπιστοσύνη των συνταξιούχων.

δ) Σύμφωνα με το άρθρο 103, παρ. 1 του Συντ. ορίζει ότι : «Οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι εκτελεστές της θέλησης του κράτους και υπηρετούν το λαό. Οφείλουν πίστη στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα».
Ομοίως το άρθρο 24 του ΥΚ ορίζει ότι : «Ο υπάλληλος είναι εκτελεστής της θέλησης του κράτους, ορίζει υπηρετεί μόνο το λαό και οφείλει πίστη στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία».
Σύμφωνα δε με το άρθρο 25, παρ. 1 του ΥΚ : «Ο υπάλληλος είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των καθηκόντων του και τη νομιμότητα των υπηρεσιακών του ενεργειών».
Συναφώς των ανωτέρω, ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης  Συντάξεων του ΓΛΚ, έπρεπε προ πολλού, να έχει παύσει την παρακράτηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ), χωρίς να απαιτούνται περαιτέρω οδηγίες από τον πολιτικό του προϊστάμενο, Αν. Υπουργό Οικονομικών Γ. Χουλιαράκη και να συμμορφωθεί με την απόφαση της Ολομελείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου που έκρινε με την υπ. αριθ 244/2017,  ως αντισυνταγματική την κράτηση της ΕΑΣ.
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω επισημάνσεων οποιαδήποτε επίκληση από το Γ.Λ.Κ. ότι η παύση της παρακράτησης και η επιστροφή των παρανόμως παρακρατηθέντων θα επέφερε ανατροπή της δημοσιονομικής ισορροπίας του Κράτους, είναι αντίθετη με την αντικειμενική πραγματικότητα, καθώς η κυβέρνηση δια του Πρωθυπουργού έχει ανακοινώσει για φέτος πρωτογενές πλεόνασμα ύψους ενός (1) δισεκατομμυρίου ευρώ !!!
Επειδή, στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (Ε.Σ.Δ.Α.), το οποίο κυρώθηκε μαζί με τη Σύμβαση, με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 53/1974 (Α 256), ορίζεται ότι «Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπο δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθή της ιδιοκτησίας αυτού ειμή δια λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπομένους υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους. Αι προαναφερόμενοι διατάξεις δεν θίγουσι το δικαίωμα παντός Κράτους όπως θέση εν ισχύι νόμους ους ήθελε κρίνει αναγκαίον προς ρύθμισιν της χρήσεως αγαθών συμφώνως προς το δημόσιον συμφέρον ή προς εξασφάλισιν της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων». Με τις διατάξεις αυτές κατοχυρώνεται ο σεβασμός της περιουσίας του προσώπου, το οποίο μπορεί να τη στερηθεί μόνον για λόγους δημοσίας ωφελείας. Στην έννοια της περιουσίας, η οποία έχει αυτόνομο περιεχόμενο, ανεξάρτητο από την τυπική κατάταξη των επιμέρους περιουσιακών δικαιωμάτων στο εσωτερικό δίκαιο, περιλαμβάνονται όχι μόνο τα εμπράγματα δικαιώματα, αλλά και όλα τα δικαιώματα «περιουσιακής φύσεως», καθώς και τα κεκτημένα «οικονομικά συμφέροντα». Καλύπτονται κατ αυτόν τον τρόπο, και τα ενοχικής φύσεως περιουσιακά δικαιώματα και, ειδικότερα, απαιτήσεις που απορρέουν από έννομες σχέσεις του δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, είτε αναγνωρισμένες με δικαστική ή διαιτητική απόφαση, είτε απλώς γεννημένες κατά το εθνικό δίκαιο, εφόσον υπάρχει νόμιμη προσδοκία, με βάση το ισχύον, έως την προσφυγή στο δικαστήριο, δίκαιο, ότι μπορούν να ικανοποιηθούν δικαστικώς, εφόσον, δηλαδή, υφίσταται σχετικώς μια επαρκής νομικής βάση στο εσωτερικό δίκαιο του συμβαλλομένου κράτους, προϋπόθεση που συντρέχει, ιδίως, όταν η απαίτηση θεμελιώνεται σε νομοθετική ή κανονιστική διάταξη ή σε παγιωμένη νομολογία των δικαιοδοτικών οργάνων του συμβαλλομένου κράτους.
Επειδή, το παρόν Υπόμνημα μου και η Μηνυτήρια αναφορά μου, είναι νόμιμα, βάσιμα και αληθή.
Επειδή, ύστατο καταφύγιο τούτη την έσχατη ώρα αποτελεί ο θεσμός της Δικαιοσύνης. Ένας θεσμός πολλαπλώς βαλλόμενος. Ένας θεσμός ενοχλητικός σε εκείνους που έχουν συνηθίσει στην αυθαιρεσία και στο ανέλεγκτο αυτής.
Επειδή, η δικαιοσύνη αποτελεί σ’ αυτούς τους πραγματικά δύσκολους καιρούς την υπέρτατη προσδοκία και ελπίδα του πολίτη, προκειμένου να διασφαλισθεί το αρραγές των αρμών της κοινωνικής μας συνοχής.
Επειδή, προσβλέπουμε σ’ Εσάς για την ευθυδικία, την τήρηση της νομιμότητας και την αποκατάσταση της, στην εν λόγω περίπτωση.
Επειδή, οι νόμοι και το Σύνταγμα του κράτους μας υπάρχουν για να εφαρμόζονται και όχι να παραμένουν ανενεργοί, σαν «ακάλυπτες νομικές επιταγές».  
Επειδή, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 24 παρ. 2 Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ. «(Η Εισαγγελία) Δρα ενιαία και αδιάκριτα και έχει ως αποστολή την τήρηση της νομιμότητας, την προστασία του πολίτη και τη διαφύλαξη των κανόνων της δημόσιας τάξης.».  
Επειδή, η εκδήλωση της παρούσας μηνυτήριας αναφοράς γίνεται για τη διαφύλαξη και την προστασία των δικαιωμάτων μου καθώς και από δικαιολογημένο ενδιαφέρον ως αξιωματικός και πολίτης Δημοκρατικού Κράτους.
Επειδή, οι ανωτέρω πράξεις και παραλείψεις, τιμωρούνται από τις διατάξεις του Π.Κ. και μάλιστα με εγγύτατο νομικό χαρακτηρισμό (244 ΠΚ και 259 ΠΚ).
Επειδή, έχω το απαραίτητο έννομο συμφέρον (αρθ. 40 ΚΠΔ).

                                         ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
          Και με ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μου
                                                     ΑΙΤΟΥΜΑΙ

Την πλήρη και ουσιαστική διερεύνηση της υποθέσεως που μόνον η Εισαγγελική έρευνα μπορεί να αποκαλύψει, την ποινική δίωξη τους σύμφωνα με το Νόμο, την παραδειγματική τιμωρία των υπαιτίων (αυτουργού και ηθικού αυτουργού) και τις δέουσες κατά νόμο ενέργειες, αποκαθιστώντας, έτσι, τη νομιμότητα.
Επιπλέον δηλώνω παράσταση πολιτικής αγωγής για όλα τα αδικήματα που συρρέουν από τα μηνυόμενα, για την υποστήριξη της κατηγορίας (ΑΠ 1681, ΑΠ 344/03) καθώς και για χρηματική ικανοποίηση (44) ευρώ, λόγω υλικής και ηθικής βλάβης επελθούσας σε μένα από τις εν λόγω πράξεις και παραλήψεις, επιφυλασσόμενος να ασκήσω αγωγή, ενώπιον των αρμοδίων Πολιτικών Δικαστηρίων, για αποκατάσταση της επελθούσης βλάβης μου για το ποσό των (30.000) ευρώ.
      Προσαγόμενα μετ’ επικλήσεως Συνημμένα έγγραφα (3)
1.      Το ενημερωτικό της Συντάξεως μου, Νοεμβρίου 2017               (ΣΧΕΤ.1)
2.      Το αρ. πρωτ. 91/24/Απρ/2017 έγγραφο του Συντονιστικού ΕΑΑ                  .                                                                                                             (ΣΧΕΤ.2)
3.      Το αρ.πρωτ. 18/2017/24/Απρ/2017 έγγραφο της ΠΟΣ               (ΣΧΕΤ.3)    
                                                                                            
                                                                                    Αθήνα, 25 Οκτωβρίου 2017

                                      Ο Μηνυτής και Πολιτικώς Ενάγων
                                             Παναγιώτης Δ. Σταμάτης

                                                 Πλωτάρχης ΠΝ ε.α.

Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2017

Αμοιβή Δικηγόρου: Διάκριση με τη δικαστική δαπάνη

Άρειος Πάγος, αρ. απόφασης 321/2017: Αμοιβή δικηγόρου στην αναγκαστική απαλλοτρίωση - Διαταγή πληρωμής - Διάκριση μεταξύ της δικηγορικής αμοιβής, η οποία πάντοτε είναι πληρωτέα από τον εντολέα του δικηγόρου με βάση τη σχέση έμμισθης εντολής και της δικαστικής δαπάνης που επιδικάζεται από το δικαστήριο, στην οποία περιλαμβάνεται και η δικηγορική αμοιβή και αποτελεί βέβαια το μεγαλύτερο μέρος αυτής, η οποία εντούτοις ανήκει στο διάδικο και όχι στο δικηγόρο του. Ο μη καθορισμός της αμοιβής των πληρεξουσίων δικηγόρων αμφοτέρων των διαδίκων στη δίκη περί καθορισμού προσωρινής ή οριστικής μονάδος αποζημίωσης ένεκα απαλλοτριώσεως, δεν επηρεάζει την εσωτερική σχέση (έμμισθη εντολή) πληρεξουσίου δικηγόρου και πελάτη. Διάταξη ουσιαστικού δικαίου είναι και η διάταξη του άρθρου 58 ΚΠολΔ. Απόρριψη λόγου εφέσεως με τον οποίο παραπονείτο ο αναιρεσείων για την ακύρωση της διαταγής πληρωμής, για έλλειψη παθητικής νομιμοποιήσεως του αναιρεσιβλήτου στην πληρωμή της αμοιβής του, ως δικηγόρου, που ύστερα από σχετική εντολή του τελευταίου (αναιρεσιβλήτου) άσκησε την αίτηση για καθορισμό οριστικής τιμής μονάδας αποζημιώσεως για το απαλλοτριωθέν ακίνητό του και προέβη και στις λοιπές αναφερόμενες στην αίτηση για έκδοση της διαταγής πληρωμής δικαστικές ενέργειες. Βάσιμος αναιρετικός λόγος από τον αριθ. 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ. Η αμοιβή για την οποία ζητήθηκε και εκδόθηκε η ένδικη διαταγή πληρωμής, είναι η αμοιβή που οφείλεται με βάση την εσωτερική σχέση έμμισθης εντολής μεταξύ αναιρεσείοντος και αναιρεσιβλήτου, προς εκτέλεση των αναφερομένων ανωτέρω δικαστικών και εξωδίκων ενεργειών, σχετικών με τον προσδιορισμό και την είσπραξη της αποζημιώσεως απαλλοτριωθέντος ακινήτου του αναιρεσιβλήτου, για την καταβολή της οποίας στον αναιρεσείοντα δικηγόρο νομιμοποιείται παθητικά ο αναιρεσίβλητος εντολέας του και όχι η αμοιβή που ως μέρος της «πλήρους» αποζημιώσεως του απαλλοτριωθέντος βαρύνει τον υπόχρεο καταβολής της αποζημιώσεως, για την είσπραξη της οποίας νομιμοποιείται μόνο ο καθ' ου η απαλλοτρίωση και όχι ο εντολοδόχος αυτού δικηγόρος.
“Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ.2, 38, 39, 46, 49, 63, 91, 92, 94 170 και 248 παρ.1 του Κώδικα Δικηγόρων (ν.δ. 3026/1954), σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 648 επ. και 713 επ. ΑΚ προκύπτει, ότι ο δικηγόρος, ενεργώντας ελεύθερα έναντι του πελάτη του και μη διατελώντας σε σχέση εξαρτήσεως, είναι άμισθος δημόσιος λειτουργός, ενώ η μεταξύ τους σχέση χαρακτηρίζεται ως αμειβόμενη εντολή και δικαιούται να λάβει από τον εντολέα του αμοιβή για κάθε εργασία δικαστική ή εξώδικη. Η αμοιβή του δικηγόρου για τις υπηρεσίες που προσέφερε καθορίζεται με συμφωνία μεταξύ αυτού και του εντολέα του, ο οποίος οφείλει την αμοιβή, εφόσον έδωσε εντολή επ ονόματι και για λογαριασμό του, ανεξάρτητα από το αν είναι διάδικος.
Αν δεν υπάρχει ειδική συμφωνία, το ελάχιστο της αμοιβής ορίζεται κατά τις διατάξεις των άρθρων 99 επ. Κώδικα Δικηγόρων (ΑΠ 939/2013, 917/2013, 1687/2012, 1778/2011, 2073/2007). Η ως άνω σύμβαση για τον καθορισμό της αμοιβής του δικηγόρου επιτρέπεται να καταρτισθεί ρητώς ή σιωπηρώς και σύμφωνα με το άρθρο 95 παρ. 2 του ως άνω Κώδικα αποδεικνύεται με κάθε είδους έγγραφα, με απλές επιστολές, καθώς και με όρκο και ομολογία.
Περαιτέρω, με το άρθρο 9 παρ. 1 του ν. 1093/1980 ορίστηκε ότι "η ως άνω διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 161 του Δικηγορικού Κώδικα εφαρμόζεται και επί των δικηγορικών αμοιβών εξ αναγκαστικών απαλλοτριώσεων κατά την ειδικήν διαδικασίαν προσδιορισμού τιμής μονάδος. Εφόσον η δικηγορική αμοιβή έχει καθορισθεί κατά την παράγραφον 3 του άρθρου 92 του ν.δ. 3026/1954, αύτη δεν δύναται να είναι κατωτέρα των υπό των άρθρων 100 και επόμενα προβλεπομένων ελαχίστων ορίων".
Στη συνέχεια η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του ν. 1093/1980 ορίζει ότι "αι διατάξεις των άρθρων 178 και 179 του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας δεν εφαρμόζονται επί δικών διεξαγομένων κατά την ειδικήν διαδικασίαν περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων. Η δικαστική δαπάνη επιβάλλεται πάντοτε πλήρης, αποκλειστικώς δε εις βάρος του υποχρέου προς αποζημίωσιν, επιφυλασσομένων των διατάξεων του ν.δ. 446/1974. Το δικαστήριον εν πάση περιπτώσει προσδιορίζει την αμοιβήν του παραστάντος δικηγόρου εκατέρου των μερών διακεκριμένως, υπολογιζομένην βάσει του κατά την παράγραφον 3 του άρθρου 92 του ν.δ. 3026/1954 καταρτισθέντος συμφωνητικού, ή εν ελλείψει τούτου κατά τας διατάξεις των άρθρων 100 επόμ. του αυτού νομοθετικού διατάγματος".
Εξ άλλου κατά το άρθρο 114 παρ. 5 του Κώδικα Δικηγόρων προκειμένου για αίτηση προσδιορισμού αποζημιώσεως απαλλοτριουμένων για δημόσια ανάγκη ή ωφέλεια ακινήτων, το ελάχιστο όριο της αμοιβής κανονίζεται από το άρθρο 100 με βάση την αξία των ακινήτων.
Σύμφωνα δε με τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 1093/1980, που προστέθηκε με το άρθρο 22 παρ. 10 του ν. 1868/1989, των παρ.5 και 6 του ίδιου άρθρου του ν. 1093/1980, ο προσδιορισμός της αμοιβής των δικηγόρων που παραστάθηκαν στη δίκη αναγκαστικής απαλλοτρίωσης είναι ανεξάρτητος της δικαστικής δαπάνης και δεν αποτελεί επιδίκαση υπέρ του διαδίκου που νίκησε, ούτε καταδίκη στη δαπάνη αυτή του υποχρέου στην καταβολή της αποζημιώσεως, αλλά συνιστά απλό καθορισμό της αμοιβής των δικηγόρων που παρέστησαν για το σκοπό της υπαγωγής της αμοιβής αυτής στο καθεστώς της παρακράτησης ορισμένου ποσοστού προς κάλυψη των εξόδων και ενίσχυση του ειδικού λογαριασμού του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 91, 92 επ. και 98 επ. του Κώδικα περί δικηγόρων και των άρθρων 176, 177 και 189 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, άλλη είναι η αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου και άλλη η εις το διάδικο επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη, στην καταβολή της οποίας καταδικάζεται ο αντίδικός του με τη δικαστική απόφαση. Τούτο διότι η πρώτη, η αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου, ανάγεται στην εσωτερική εκ της εντολής σχέση, η οποία συνδέει τον πληρεξούσιο δικηγόρο με τον πελάτη του και καθορίζεται κατά την μεταξύ τους συμφωνία (άρθρο 92 του Κώδικα δικηγόρων), εφόσον αυτή είναι έγκυρη, εν ελλείψει δε τέτοιας έγκυρης συμφωνίας κατά τις ισχύουσες εκάστοτε διατιμήσεις αμοιβής των δικηγόρων (άρθρο 98 παρ.1 Κωδ. Δικ.)
Αντίθετα η δεύτερη, ήτοι η αποδοτέα δικαστική δαπάνη καθορίζεται κατά τις περί αυτής διατάξεις του άρθρου 189 ΚΠολΔ, κατά την οποία αποδίδονται μόνο τα αναγκαία προς διεξαγωγή και υπεράσπιση της δίκης δικαστικά έξοδα και περιλαμβάνει τα δαπανήματα που καθορίζονται σ’ αυτή. Με βάση τα παραπάνω, πρέπει να γίνεται σαφώς διάκριση μεταξύ της δικηγορικής αμοιβής, η οποία πάντοτε είναι πληρωτέα από τον εντολέα του δικηγόρου με βάση τη σχέση έμμισθης εντολής και της δικαστικής δαπάνης που επιδικάζεται από το δικαστήριο, στην οποία περιλαμβάνεται και η δικηγορική αμοιβή και αποτελεί βέβαια το μεγαλύτερο μέρος αυτής, η οποία εντούτοις ανήκει στο διάδικο και όχι στο δικηγόρου του (ΑΠ 939/2013, 2073/2007).
Ο μη καθορισμός της αμοιβής των πληρεξουσίων δικηγόρων αμφοτέρων των διαδίκων στη δίκη περί καθορισμού προσωρινής ή οριστικής μονάδος αποζημίωσης ένεκα απαλλοτριώσεως, δεν επηρεάζει την εσωτερική σχέση (έμμισθη εντολή) πληρεξουσίου δικηγόρου και πελάτη, η οποία ρυθμίζεται σε περίπτωση ύπαρξης έγκυρης συμφωνίας από τους όρους αυτής, άλλως ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Κώδικα των Δικηγόρων καθόσον η επιδίωξη της αμοιβής με βάση την εσωτερική σχέση πληρεξουσίου δικηγόρου και εντολέα του είναι ανεξάρτητη από αυτή (ΑΠ 2073/2007) και κατά συνέπεια δεν δημιουργείται αξίωση του δικηγόρου του δικαιούχου της αποζημίωσης κατά του αντιδίκου του εντολέως του και αντίστοιχη υποχρέωση αυτού για την καταβολή της αμοιβής του (ΑΠ 939/2013).
Ο δικηγόρος μπορεί να επιδιώξει την αμοιβή του αυτή, ασκώντας σχετική αγωγή, που εκδικάζεται κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 677 επ. ΚΠολΔ. (ΑΠ 143/2014, 917/2013, 1687/2012, 1778/2011, 2073/2007). Αν, όμως, συντρέχουν οι προϋποθέσεις εκδόσεως διαταγής πληρωμής, δηλαδή απαίτηση η οποία προκύπτει από έγγραφο, η οποία (απαίτηση) δεν εξαρτάται από αίρεση, προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή και το ποσό των χρημάτων που οφείλεται είναι ορισμένο ( άρθρα 623 και 624 Κ.Πολ.Δ.), μπορεί να ζητήσει την επιδίκαση της δικηγορικής του αμοιβής και με διαταγή πληρωμής (ΑΠ 2073/2007).
Η κατά το άρθρο 632 ΚΠολΔ ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής αποτελεί ειδική μορφή της ανακοπής των άρθρων 583 επ. ΚΠολΔ και ασκείται όπως η αγωγή. Το δικόγραφό της πρέπει να περιέχει με τρόπο σαφή και ορισμένο όλες τις ενστάσεις κατά του κύρους της διαταγής πληρωμής, ενώ στην ανοιγόμενη με την ανακοπή δίκη δεν εκδικάζεται η καθόλου υπόθεση, αλλά στο μέτρο των λόγων της ανακοπής. Οι λόγοι αυτοί, συνδυαζόμενοι με το αίτημα της ανακοπής, προσδιορίζουν την έκταση της εκκρεμοδικίας και οριοθετούν δεσμευτικώς το αντικείμενο της δίκης επί της ανακοπής (ολ. ΑΠ 10/1997, ΑΠ 294/2014, 2073/2007)...
...Mε το άρθρο 17 παρ. 4 του ν.δ. 797/1971 περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση της με το άρθρο 1 του ν.δ. 446/1974, η δικαστική δαπάνη βαρύνει τον υπόχρεο προς καταβολή της αποζημίωσης και επιδικάζεται πάντοτε από το δικαστήριο με την ίδια απόφαση που καθορίζει την αποζημίωση. Όμοια ρύθμιση περιέχεται στο άρθρο 9 παρ. 5 του νόμου 1093/1980. Με τις νεότερες διατάξεις των παραγράφων 1, 1α και 6 του άρθρου 9 του νόμου 1093/1980, η δεύτερη των οποίων προστέθηκε με το άρθρο 22 παρ. 10 του νόμου 1868/1989, ορίστηκε: 1) ότι οι αμοιβές των δικηγόρων των διαδίκων, που αξιώνουν κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριούμενο, εμπίπτουν στους διανεμητικούς λογαριασμούς, που συστήθηκαν στους κατά τόπους Δικηγορικούς Συλλόγους με το άρθρο 161 παρ. 7 του Κώδικα Δικηγόρων, που προστέθηκε με το άρθρο 25 παρ.2 του νόμου 723/1977, 2) ότι το δικαστήριο, με την ίδια απόφαση με την οποία ορίζει την αποζημίωση, προσδιορίζει και την αμοιβή του δικηγόρου του καθ’ ου η απαλλοτρίωση, όχι βάσει της κατά τα άρθρα 100 επ. του Κώδικα Δικηγόρων προβλεπόμενης νόμιμης αμοιβής, αλλά με βάση το ποσοστό που καθορίζεται για κάθε Δικηγορικό Σύλλογο από τον Υπουργό Δικαιοσύνης ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, και 3) ότι ο υπόχρεος προς αποζημίωση ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων οφείλουν να παρακρατούν από το ποσό της αποζημίωσης, το ποσό της αμοιβής που προκύπτει με βάση το ως άνω ποσοστό, ως αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου του δικαιούχου της αποζημίωσης, και να το αποδίδουν στο Δικηγορικό Σύλλογο στον οποίο ανήκει ο δικαιούχος δικηγόρος. Ενόψει όμως της ως άνω συνταγματικής αρχής η αποζημίωση πρέπει να είναι πλήρης, το δε ποσό αυτής πρέπει να περιέρχεται στο δικαιούχο ακέραιο και αλώβητο. Μέρος δε αυτής αποτελούν και τα δικαστικά έξοδα, αφού ο καθ’ ου η απαλλοτρίωση αναγκαίως υποβάλλεται σε αυτά για να επιτύχει τον καθορισμό της αποζημίωσης, που δικαιούται να λάβει. ’ρα αυτά, στα οποία περιλαμβάνεται και η αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου του (άρθρο 189 ΚΠολΔ), αποτελούν παρακολούθημα της αποζημίωσης, προσαυξάνουν το ποσό της και βαρύνουν, όπως και εκείνη, τον υπόχρεο στην καταβολή της. Πρέπει συνεπώς να επιδικάζονται σε βάρος του υποχρέου και να περιέρχονται στο δικαιούχο της αποζημίωσης. Η δικηγορική αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου του δικαιούχου της αποζημίωσης που πρέπει να επιδικαστεί και να περιέλθει σε αυτόν συνίσταται στο ποσό, το προκύπτον κατ’ εφαρμογήν των οικείων διατάξεων του Κώδικα των Δικηγόρων (άρθρα 100 επ.). διότι αυτό αποτελεί τη νόμιμη αμοιβή, άρα τη δαπάνη στην οποία αναγκαίως αυτός υποβάλλεται. Για το λόγο αυτό, κατά τον καθορισμό της δικηγορικής αμοιβής, αφενός δεν λαμβάνεται υπόψη τυχόν ιδιαίτερη με τον δικηγόρο συμφωνία (εργολαβία δίκης) και αφετέρου το ποσό αυτής δεν υπόκειται σε συμψηφισμό, ούτε σε μείωση ή περιορισμό, κατά το άρθρο 22 του νόμου 3693/1957, αφού έτσι ο δικαιούχος θα επιβαρυνόταν με τη διαφορά, με αποτέλεσμα τη φαλκίδευση του ποσού της αποζημίωσης. Για τον ίδιο λόγο δεν επιτρέπεται να ορισθεί ως αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου του δικαιούχου της αποζημίωσης ποσό άλλο, και μάλιστα με βάση ποσοστό επί της αποζημίωσης, το οποίο ορίζεται, κατά Δικηγορικό Σύλλογο, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, προκειμένου αυτό να αφαιρεθεί από την καταβλητέα στο δικαιούχο αποζημίωση και να περιέλθει στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο για να διανεμηθεί στα μέλη του. Διότι έτσι το ποσό της αποζημίωσης φαλκιδεύεται, αφού ο καθ’ ου η απαλλοτρίωση επιβαρύνεται με τη διαφορά μεταξύ της νόμιμης δικηγορικής αμοιβής, που αναγκαίως θα πληρώσει στον δικηγόρο του, και εκείνης, η οποία προκύπτει βάσει του κανονιστικώς προβλεπομένου ποσοστού, η οποία και παρακρατείται. Ο εκκαλών με σχετικό λόγο έφεσης ισχυρίζεται ότι έσφαλε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο δέχτηκε το σχετικό λόγο ανακοπής περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης στο πρόσωπο του καθ’ ου η αίτηση προς έκδοση διαταγής πληρωμής-ανακόπτοντος και ήδη εφεσιβλήτου και ακύρωσε την προσβληθείσα υπό του τελευταίου υπ’ αριθ. 575/2008 διαταγή πληρωμής της Ειρηνοδίκη Κορίνθου. Πλην όμως με βάση τα αναλυτικώς διαλαμβανόμενα στην αμέσως ανωτέρω μείζονα σκέψη, ο σχετικός λόγος εφέσεως τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθώς πράγματι στην προκείμενη περίπτωση υπόχρεος προς καταβολή της δικηγορικής αμοιβής δεν ήταν ο καθ’ ου η αίτηση προς έκδοση διαταγής πληρωμής-ανακόπτων και ήδη εφεσίβλητος αλλά το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, δαπάναις του οποίου κηρύχθηκε η σχετική αναγκαστική απαλλοτρίωση".
Με βάση τις παραδοχές αυτές το Πολυμελές Πρωτοδικείο, απέρριψε το σχετικό λόγο εφέσεως με τον οποίο παραπονείτο ο αναιρεσείων για την ακύρωση της διαταγής πληρωμής, για έλλειψη παθητικής νομιμοποιήσεως του αναιρεσιβλήτου στην πληρωμή της αμοιβής του, ως δικηγόρου, που ύστερα από σχετική εντολή του τελευταίου (αναιρεσιβλήτου) άσκησε την αίτηση για καθορισμό οριστικής τιμής μονάδας αποζημιώσεως για το απαλλοτριωθέν ακίνητό του και προέβη και στις λοιπές αναφερόμενες στην αίτηση για έκδοση της διαταγής πληρωμής δικαστικές ενέργειες και την έφεση στο σύνολό της επικυρώνοντας την πρωτόδικη απόφαση. Με την κρίση του αυτή το ως εφετείο δικάσαν Πολυμελές Πρωτοδικείο Κορίνθου, παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 91, 92, 98,100 παρ.1, 107, 110 και 114 του Κώδικα των Δικηγόρων (ν.δ. 3026/1954) και 68 ΚΠολΔ, αφού η αμοιβή για την οποία ζητήθηκε και εκδόθηκε η ένδικη διαταγή πληρωμής, είναι η αμοιβή που οφείλεται με βάση την εσωτερική σχέση έμμισθης εντολής μεταξύ αναιρεσείοντος και αναιρεσιβλήτου, προς εκτέλεση των αναφερομένων ανωτέρω δικαστικών και εξωδίκων ενεργειών, σχετικών με τον προσδιορισμό και την είσπραξη της αποζημιώσεως απαλλοτριωθέντος ακινήτου του αναιρεσιβλήτου, για την καταβολή της οποίας στον αναιρεσείοντα δικηγόρο νομιμοποιείται παθητικά ο αναιρεσίβλητος εντολέας του και όχι η αμοιβή που ως μέρος της "πλήρους" αποζημιώσεως του απαλλοτριωθέντος βαρύνει τον υπόχρεο καταβολής της αποζημιώσεως, για την είσπραξη της οποίας νομιμοποιείται μόνο ο καθ’ ου η απαλλοτρίωση και όχι ο εντολοδόχος αυτού δικηγόρος. Επομένως ο μοναδικός από το άρθρο 560 αριθ. 1 λόγος αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια της κατά παραβίαση των διατάξεων αυτών απορρίψεως του σχετικού λόγου εφέσεως και της ίδιας της εφέσεως του αναιρεσείοντος κατ’ουσίαν και επικυρώσεως της πρωτόδικης 135/2010 αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Κορίνθου με την οποία είχε, κατά παραδοχή σχετικού λόγου ανακοπής του αναιρεσιβλήτου, ακυρωθεί η 575/2008 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδίκη Κορίνθου, για έλλειψη παθητικής νομιμοποιήσεως του αναιρεσιβλήτου στην καταβολή της αμοιβής του αναιρεσείοντος δικηγόρου του, είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός”. (dsanet.gr)