Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΞΟΥΣΙΩΝ

                     


ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΞΟΥΣΙΩΝ

Από τον Π. Σταμάτη *


Η  ιστορία της διάκρισης των εξουσιών ξεκινάει στην αρχαία Ελλάδα, αρχή γενέσθαι από την εποχή του Πλάτωνα. Ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος, στα έργα του «Λάχης», «Μένων», «Πολιτεία», «Πολιτικός», «Νόμοι» υποστήριξε ότι χάριν του λαού υπάρχουν οι άρχοντες, οι οποίοι μοναδικό σκοπό της αρχής τους πρέπει να έχουν την ευδαιμονία του λαού, μία ευδαιμονία η οποία όμως απαραιτήτως περνά μέσα από τη φιλία και την ενότητα του λαού. Αυτός ο σκοπός της ευδαιμονίας των πολιτών - «πολίτες» θεωρείται επιτυχέστερος όρος από τον «λαό», διότι εκτιμάται ότι ο όρος πολίτης αποδίδει καλύτερα την έννοια του ελευθέρου ατόμου εντός της ολότητας της πόλης Η ιδεώδης πολιτεία για την οποία μίλησε ο φιλόσοφος αποτελεί ένα αρμονικό «όλον», στο οποίο η κάθε ομάδα εξυπηρετεί το σκοπό της χωρίς να εμπλέκεται στις αρμοδιότητες των υπόλοιπων δύο. Κάθε στοιχείο μέσα σε αυτή εκπληρώνει τη λειτουργία του δίχως να παρακωλύει τη λειτουργία των άλλων, καθένας πράττει το έργο που του έχει ανατεθεί και δεν πολυπραγμονεί. Ορμώμενος από τα διδάγματα του δασκάλου του, ο Αριστοτέλης ανέπτυξε περισσότερο την ιδέα της διάκρισης των εξουσιών στο έργο του «Πολιτικά». Υπήρξε κατηγορηματικότερος από τον Πλάτωνα δε, δηλώνων ότι το Πολίτευμα, από τα ορθά πολιτεύματα της δημοκρατίας, της ολιγαρχίας και της βασιλείας, το οποίο θα εξασφαλίσει στην πόλη τους σκοπούς της ευδαιμονίας και του ειρηνικού πολιτικού βίου, αυτό είναι και το άριστο Πολίτευμα. Μάλιστα, ο Σταγειρίτης χωρίζει τις λειτουργίες της πόλης - κράτους στο «δικάζον», το «βουλευόμενο»  καθώς και το «περί τας αρχάς» (που σαφέστατα παραπέμπουν στις τρεις σημερινές εξουσίες.) («Πολιτικά», βιβλ. Δ) Μεταγενέστερα έργα του Πολύβιου ή του Κικέρωνα φανερώνουν ένα μικτό πολιτικό μόρφωμα, με μοναρχικές προσωπικότητες, τις οποίες ενσάρκωναν οι ύπατοι, αριστοκρατικές ρίζες από τη μεριά της συγκλήτου, αλλά και δημοκρατικές φωνές από το λαό. Από την άλλη, η περί μορίων αριστοτελική θεώρηση (1) βρίσκει υποστηρικτή τον Μαρσίλιο, ο οποίος οραματίζεται διαχωρισμό των λειτουργιών μέσα στην κοινωνία, αποσκοπώντας στη δέσμευση των εκάστοτε αρχόντων από ένα νομοθετικό πλαίσιο που δεν θα επιτρέπει την αυθαιρεσία της εξουσίας. Ο Θωμάς ο Ακινάτης τόνισε ότι ο ρωμαϊκός κανόνας «η θέληση του άρχοντα έχει ισχύ νόμου» ( voluntis principis legis habet vigorem )  υπόκειται σε μια ανώτερη λογική, γιατί σκοπός του νόμου είναι η δικαιοσύνη Η Αναγέννηση αποτέλεσε την κατεξοχήν χρονική περίοδο στην οποία αναπτύχθηκε το μοτίβο της διάκρισης των εξουσιών. Εισηγητής αυτής της άποψης υπήρξε ο Τζον Λόκ (John Locke), ανάδοχος της κοινωνιολογίας. Ο Τελευταίος στο έργο του «Τwo treatises of government» υπερασπίστηκε τη διάκριση της νομοθετικής, ομοσπονδιακής και εκτελεστικής εξουσίας, καθότι επικριτής του συγκεντρωτισμού που παραβιάζει κατάφορα τα φυσικά δικαιώματα του ανθρώπινου είδους. Η διάκριση αυτή, οργανική αλλά και κατά περιεχόμενο, αποσκοπεί στην απαρασάλευτη κατοχύρωση των ελευθεριών του ατόμου. Εμπνευσμένος από το έργο του προκατόχου του, ο Σαρλ Λουί ντε Σεκοντά, ευρέως γνωστός ως Μοντεσκιέ (Montesquieu), κατέγραψε τις βαθιά επηρεασμένες από την αγγλική πραγματικότητα σκέψεις του στο διάσημο βιβλίο του «το Πνεύμα των νόμων» (De l esprit Des Lois ). Σε αυτό το έργο, εκφράζεται από τη μια μεριά η πεποίθηση ότι η εξουσία πρέπει να ακολουθεί τριμερή διαίρεση, με τρόπο τέτοιο, ώστε σε κάθε ένα από τα είδη εξουσίας να αντιστοιχούν διακεκριμένα όργανα του κράτους. Από την άλλη, ο Γάλλος φιλόσοφος αναλύει μια πολιτική τριών καθεστώτων, της μοναρχίας, του δεσποτισμού και της δημοκρατίας, αν και τα δύο τελευταία εκτοπίζονται από το προσκήνιο λόγω δυσκολίας εφαρμογής. Έτσι κατέληξε στην εξισορρόπηση ενός μοναρχικού καθεστώτος, που όμως θα έχει βάση σε μερικότερα όργανα, την αριστοκρατία, το δικαστικό σώμα και τους θρησκευτικούς εκπροσώπους. Παρ όλα αυτά αναγνώρισε ότι η κατάχρηση εξουσίας είναι μία φυσική ανθρώπινη τάση και ότι κατά συνέπεια, κάθε κράτος τείνει να εκφυλιστεί σε δεσποτικό, οπότε ως μόνη λύση σε αυτό το πρόβλημα θεώρησε την αλληλεπίδραση και όχι την αποξένωση της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το παρατιθέμενο απόσπασμα από το «Πνεύμα των Νόμων» του Μοντεσκιέ: Όλα θα ήταν χαμένα αν ο ίδιος άνθρωπος, ή το ίδιο σώμα αρχόντων, ή οι ευγενείς, ή κάποιοι από τον λαό ασκούσαν αυτές τις τρείς εξουσίες: Εκείνη του να νομοθετείς, εκείνη του να επιλύεις τις δημόσιες υποθέσεις και εκείνη του να δικάζεις τα εγκλήματα ή τις ιδιωτικές διαφορές. Όσον αφορά την Ευρώπη, πρωτοπόρος αναδείχθηκε η Γαλλία με τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, η οποία έκανα την εμφάνιση της το 1789 με τη Γαλλική Επανάσταση. Το άρθρο 16 μάλιστα έκανε λόγο ότι: «Κάθε κοινωνία στην οποία δεν κατοχυρώνεται η εξασφάλιση των δικαιωμάτων, ούτε καθορίζεται ο διαχωρισμός των εξουσιών δεν έχει Σύνταγμα.» (4) Το Πρώτο γαλλικό Σύνταγμα (1791), καθώς επίσης και το επόμενο (1795) κατοχύρωσαν τη διάκριση των εξουσιών, σε ένα θεωρητικό, ωστόσο, πλαίσιο. Η ισχύς του μονάρχη δεν είχε περιοριστεί και η κρίση του συνέχιζε να αποτελεί νόμο, από τη στιγμή που στα χέρια του συγκέντρωνε τόσο την νομοθετική, όσο και την εκτελεστική εξουσία, χωρίς να λογοδοτεί σε άλλους φορείς ή κρατικά όργανα. Φωνή αντίδρασης σε αυτή την στρεβλή χρήση του άρθρου αποτέλεσε ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ (J.J.Rousseau), που μαζί με τους υποστηρικτές του αντέδρασε στο συγκεντρωτισμό των εξουσιών στο πρόσωπο του μονάρχη, τονίζοντας τα διδάγματα του Μοντεσκιέ και ζητώντας τον ουσιαστικό διαχωρισμό των αρμοδιοτήτων σε περισσότερα από ένα άτομα μέσα από το «Κοινωνικό Συμβόλαιό» του. Το 1830 είναι η ημερομηνία εξυγίανσης της γαλλικής συνταγματικής πραγματικότητας, ενώ ακολούθησαν και άλλα ευρωπαϊκά κράτη κατά το 19 ο αιώνα. Τέλος, η Ελλάδα ευθύς εξαρχής τοποθέτησε τα Συντάγματά της, ήδη από το 1844, σε ένα στέρεο υπόβαθρο που θα εξασφάλιζε την διάκριση των εξουσιών. Αυτά που ακολούθησαν (1864, 1911, 1927, 1952) είχαν σαφή και ρητή αναφορά στην εν λόγω αρχή, χωρίς να τεθεί ποτέ θέμα  αμφισβήτησης.

* Ο Π. Σταμάτης είναι αξιωματικός ΠΝ εν αποστρατεία και συγγραφέας.

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΟΑΣΑ

                                                           ΕΝΩΠΙΟΝ 
                      Του  κ. ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

                                         ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ              ΑΒΜ:  Δ 2016/2309

Του Παναγιώτη Σταμάτη του Δημητρίου, Πλωτάρχη του Πολεμικού Ναυτικού ε.α, κατοίκου Αθηνών, οδός Κομνηνών, αριθμ. 48.(panos_stamatis@yahoo.gr)

                                                                     ΚΑΤΑ

1. ΠΑΝΤΟΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ – συμμετόχου και εμπλεκομένου, διά κοινής δράσης και κοινού δόλου, αρμοδίου υπηρεσιακού παράγοντος και εξωθεσμικού τοιούτου συναυτουργού ή ηθικού αυτουργού.
2. Και κάθε άλλου προσώπου ως προς το οποίο προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις ενοχής.  
_____________________________

I. Εισαγωγή
            Αξιότιμε κύριε Εισαγγελεύ,
Με την παρούσα μηνυτήρια αναφορά, Σας εκθέτω μια σειρά από κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, που πραγματώνουν την τέλεση σοβαρών ποινικών αδικημάτων εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος. 
Αναφέρομαι σ’  Εσάς κ. Εισαγγελεύ, ζητώντας τη συνδρομή σας, προκειμένου να διερευνηθεί από τα αρμόδια όργανα της Ελληνικής Δικαιοσύνης η πιθανότητα τέλεσης αδικημάτων, αυτεπαγγέλτως διωκoμένων και μάλιστα με εγγύτατο νομικό χαρακτηρισμό, ενδεικτικά (390 Π.Κ. και 259 Π.Κ.).
II. Τα κρίσιμα νομικά και πραγματικά περιστατικά.
Όπως αποκάλυψαν τα «themaleaks» στο ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ της Κυριακής 16.10.2016, Στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η μουσική επιμελήτρια που κρίθηκε απαραίτητη προς πρόσληψη από τη διοίκηση του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Αθήνας (ΟΑΣΑ), υπήρξε, επίσης, και υποψήφια δημοτική σύμβουλος με το συνδυασμό του ΣΥΡΙΖΑ σε δήμο των νοτίων προαστίων.
Στο έγγραφο από τη Διαύγεια για την πρόσληψη της κυρίας Βέρθας Ευθυμιάδου αρμοδιότητα της οποίας θα είναι η επιλογή της... μουσικής που θα ακούγεται στα λεωφορεία του ΟΑΣΑ φαίνεται ότι για το έργο που θα προσφέρει θα εισπράξει μέχρι το τέλος του έτους το ποσό των 3.900 ευρώ.
Εκτός από το να επιλέγει τη μουσική για τα λεωφορεία, τα τρόλεϊ, και το Μετρό η κυρία Ευθυμιάδου αναλαμβάνει τον σχεδιασμό και την προετοιμασία προγραμμάτων μουσικών εκδηλώσεων/δράσεων στους χώρους του Μετρό και άλλους δημόσιους χώρους και η προετοιμασία/σχεδιασμός της δράσης «Μουσικό Λεωφορείο στον αστικό χώρο».                                                                                                          (Σχετ. 1)

Ο.Α.Σ.Α. Α.Ε.
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΧΡΗΜ/KΗΣ & ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Τμήμα Προμηθειών
                                                              ΔΙΑΥΓΕΙΑ    ΑΔΑ:ΨΤΚ246ΨΧΕ3-ΦΒΧ
ΑΡ. ΠΡΩΤ. : 13324/ΓΕΔΧΕ/Δ.Ο.Υ.
Προς : Βέρθα Ευθυμιάδου
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 20.9.2016
ΘΕΜΑ: Ανάθεση υπηρεσιών για το συντονισμό και την παρακολούθηση της υλοποίησης του προγράμματος πολιτιστικών δράσεων που σχεδιάζει ο ΟΑΣΑ Αφού λήφθηκαν υπόψη :
 α. Οι διατάξεις των Ν.2669/98 και Ν.3920/2011
β. Το με αριθμ 466/ΠΡΟΜ/2016 εγκεκριμένο αίτημα με ΑΔΑΜ 16REQ005115121
γ. Η ανάγκη άμεσης ανάθεσης των παραπάνω υπηρεσιών
εγκρίνεται η ανάθεση υπηρεσιών συντονισμού και παρακολούθησης της υλοποίησης του προγράμματος πολιτιστικών δράσεων που σχεδιάζει ο ΟΑΣΑ. Ειδικότερα η παροχή υπηρεσιών αφορά στην προετοιμασία χρονοδιαγραμμάτων και στην παρακολούθηση και το συντονισμό των ακόλουθων δράσεων :
(α) Σχεδιασμός και προετοιμασία προγραμμάτων μουσικών εκδηλώσεων/δράσεων σε χώρους του Μετρό και άλλους δημόσιους χώρους. (β) Επιλογή μουσικής από το κλασσικό και έντεχνο ρεπερτόριο για το Μετρό και τα Λεωφορεία/Τρόλλευ
(γ) Προετοιμασία/σχεδιασμός της δράσης «Μουσικό Λεωφορείο στον αστικό χώρο».
 Το κόστος των υπηρεσιών έχει ορισθεί στα 3.900 €. Η διάρκεια του έργου ορίζεται από 1/10/2016 έως και 30/12/2016. Παρακαλούμε για την επιβεβαίωση παραλαβής της παρούσας και της αποδοχής της υπόψη ανάθεσης να αποστείλετε στον ΟΑΣΑ υπογεγραμμένη την συνημμένη δήλωση αποδοχής
                                     Ο Διευθύνων Σύμβουλος ΟΑΣΑ
                                          Ιωάννης Σκουμπούρης                                 (Σχετ. 2)

Η παραπάνω απόφαση του ΟΑΣΑ, η οποία εκδόθηκε και με βάση το σχετ. (γ) (Η ανάγκη άμεσης ανάθεσης των παραπάνω υπηρεσιών) είναι  προφανώς σκανδαλώδης για την Ελληνική κοινωνία που κατά το μεγαλύτερο μέρος της πένεται  ή ζει στα όρια της φτώχιας, καθώς υπάρχουν  έτερες  επιτακτικές ανάγκες όπως οι εργαζόμενοι στον ΟΑΣΑ έχουν πρόσφατα καταγγείλει.
Θυμίζει δε έντονα τον «ΤΙΤΑΝΙΚΟ» που ενώ βυθιζόταν οι μουσικοί συνέχιζαν να παίζουν, με μόνη τη διαφορά, εκείνοι το έκαναν αμισθί.  
Οι εργαζόμενοι στον ΟΑΣΑ καταγγέλουν:
«Κίνδυνος για τους επιβάτες τα λεωφορεία του ΟΑΣΑ λένε οι εργαζόμενοι Τη ζωή τους κορώνα γράμματα παίζουν καθημερινά οι επιβάτες των αστικών λεωφορείων του ΟΑΣΑ, τα οποία εμφανίζουν πολύ επικίνδυνες βλάβες λόγω της κακής ή ανύπαρκτης συντήρησης ελλείψει χρημάτων σύμφωνα με τους εργαζόμενους στον ΟΑΣΑ Οι εργαζόμενοι του ΟΑΣΑ κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, αποκαλύπτοντας ότι μόνο το τελευταίο τρίμηνο έχουν πιάσει φωτιά τέσσερα λεωφορεία, στα τρία εκ των οποίων επέβαιναν πολίτες.
Όπως εξηγούν, τα σοβαρά αυτά περιστατικά οφείλονται κατά κύριο λόγο στην υποχρηματοδότηση και την πενιχρή εισροή ανταλλακτικών.
Το πρώτο συμβάν έγινε στις αρχές Μαρτίου στο ύψος του Κηφισού, στη γέφυρα της Μεταμόρφωσης, ευτυχώς όμως, το λεωφορείο που επέστρεφε από το αεροδρόμιο είχε «σχολάσει» και επομένως ήταν άδειο από κόσμο.
Ωστόσο, το όχημα καταστράφηκε ολοσχερώς.
Το δεύτερο περιστατικό έλαβε χώρα στα Σπάτα, σε δρομολόγιο που κατέληγε στη Λούτσα. Το λεωφορείο ήταν γεμάτο επιβάτες όταν έσπασε ο κινητήρας και άρπαξε φωτιά. Με περίσσεια ψυχραιμία ο οδηγός κατάφερε να απομακρύνει εγκαίρως τους πολίτες και να σβήσει την εστία φωτιάς, αποσοβώντας τα χειρότερα.
Το τρίτο χρονικά επεισόδιο σημειώθηκε στη Βάρκιζα, με το λεωφορείο να μεταφέρει και σε αυτή την περίπτωση πολύ κόσμο. Όλα ξεκίνησαν όταν έσπασε το καπάκι του κινητήρα και πετάχτηκαν τα λάδια έξω, με αποτέλεσμα να εκδηλωθεί πυρκαγιά και να κάψει το όχημα ενώ οι επιβάτες μόλις είχαν προλάβει να πεταχτούν έντρομοι έξω από αυτό.
Το τέταρτο και τελευταίο… μέχρι το επόμενο εκτυλίχθηκε την προηγούμενη Πέμπτη στην καρδιά της Αθήνας, συγκεκριμένα στην οδό Αχιλλέως στο Μεταξουργείο.
Και σε αυτή την περίπτωση η βλάβη σημειώθηκε στο χώρο του κινητήρα πιθανότατα από κάποια καλωδίωση με το λεωφορείο να παραδίδεται στις φλόγες.
Η πυροσβεστική έσπευσε γρήγορα στο σημείο, γιατί έκανε κλήση η τροχαία, βλέποντας τη φωτιά από κάμερα που υπάρχει στο δρόμο. Για καλή τύχη του επιβατικού κοινού οι οδηγοί αντέδρασαν ταχύτατα, με αποτέλεσμα να αποφευχθούν τα χειρότερα.
Σύμφωνα με τους υπαλλήλους του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών οι αιτίες για αυτήν την τραγική κατάσταση είναι τόσο η παλαιότητα του στόλου όσο και η θλιβερή συντήρησή του, λόγω υποχρηματοδότησης της εταιρείας. Οι ίδιοι κάνουν ακόμη λόγο για ελλείψεις προσωπικού εξαιτίας των μετατάξεων.
Αυτή τη στιγμή ο ενεργός στόλος των λεωφορείων στην Αττική είναι περίπου 1.200 οχήματα από τα 2.155 που είναι επισήμως καταγεγραμμένα στη λίστα της εταιρίας Οδικών Συγκοινωνιών (ΟΣΥ).
Τα υπόλοιπα είναι παροπλισμένα με τα μισά από αυτά να φέρουν μόνιμες βλάβες και τα άλλα μισά να μένουν ακινητοποιημένα στο αμαξοστάσιο λόγω έλλειψης ανταλλακτικών. Πλέον τα αμαξοστάσια θυμίζουν νεκροταφεία λεωφορείων, επισημαίνουν συνδικαλιστές του ΟΑΣΑ.
Το γεγονός αυτό, βέβαια, έχει αντίκτυπο και στο επιβατικό κοινό το οποίο υποβάλλεται καθημερινά σε μια απίστευτη ταλαιπωρία εξαιτίας της αισθητής μείωσης των δρομολογίων που εκτελούνται.
Ακριβέστερα, από τις 3.700 βάρδιες που έβγαιναν σε καθημερινή βάση από την ΕΘΕΛ, σήμερα αυτές έχουν πέσει στις 2.200.
Το πρόβλημα αναμένεται να πάρει σύντομα δραματικές διαστάσεις, αφού μέχρι το 2016 υπολογίζεται ότι 500 λεωφορεία και τρόλεϊ θα αποσυρθούν από την κυκλοφορία, λόγω παλαιότητας αλλά και υποχρεωτικής συμμόρφωσης με την περιβαλλοντική νομοθεσία.                              (Σχετ. 3)
Όπως συνεκτικά εξυπονοείται, δεν συντρέχει  ανάγκη άμεσης ανάθεσης των παραπάνω υπηρεσιών, όπως ισχυρίζεται ο ΟΑΣΑ, αφού υπάρχουν άλλες  επιτακτικές ανάγκες, τόσο σε ανταλλακτικά, όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό.
Τίθεται επομένως το εύλογο ερώτημα των κριτηρίων ιεράρχησης των αναγκών από τους αρμόδιους του ΟΟΣΑ. Ομοίως απουσιάζει κραυγαλέα η έρευνα αγοράς και η πρόσκληση ενδιαφέροντος, εφόσον πράγματι έπρεπε να υπάρξει η μουσική επένδυση, αντί της επιβεβλημένης επισκευής και αντικατάστασης του πεπαλαιωμένου στόλου και επικίνδυνων για τη κυκλοφορία λεωφορείων.
III. Νομική θεμελίωση της παρούσας μηνυτήριας αναφοράς.
1. Η διάταξη του άρθρου 13 Π.Κ προσδιορίζει τη νομική έννοια του υπαλλήλου, στην οποία υπάγονται και υπάλληλοι των ΔΕΚΟ. Οι διατάξεις των άρθρων 26 και 27 Π.Κ προσδιορίζουν την έννοια της υπαιτιότητας και του δόλου, που συνιστούν προϋπόθεση του ποινικού κολασμού των πλημμεληματικών  πράξεων.
 Κατά τη διάταξη του άρθρου 259 ΠΚ ¨υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη¨. Το έννομο αγαθό που προστατεύεται από την ανωτέρω διάταξη είναι η λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών αποκλειστικά προς το συμφέρον της πολιτείας και της κοινωνίας, που έχουν ταχθεί να εξυπηρετούν οι υπάλληλοι με χρηστότητα και καθαρότητα. Πρόκειται για έγκλημα γνήσιο ιδιαίτερο, ενεργητικό υποκείμενο του οποίου μπορεί να είναι μόνον υπάλληλος κατά την έννοια των άρθρων 13 περ. α' και 263 Α' ΠΚ, στον οποίον έχει ανατεθεί δημόσια εξουσία κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του, συνεπώς και οι υπάλληλοι των ΔΕΚΟ. Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της παραβάσεως καθήκοντος,  απαιτούνται α) παράβαση από τον υπάλληλο του υπηρεσιακού του καθήκοντος, όπως αυτό καθορίζεται από το νόμο ή διοικητική πράξη ή από ιδιαίτερες κατά νόμο οδηγίες της Προϊσταμένης αρχής ή ενυπάρχει στη φύση της υπηρεσίας του, β) δόλος του δράστη που περιέχεται στη βούληση του να παραβεί το καθήκον του και γ) σκοπός του δράστη, επιπλέον, να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομη υλική ή ηθική ωφέλεια ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο, χωρίς όμως να απαιτείται για την πραγμάτωση του εγκλήματος και η επίτευξη του σκοπού αυτού (βλ. Α. Κονταξή, ό.π., σ. 2278-2279, με παραπομπές σε νομολογία και περαιτέρω ΑΠ 727/2000, ΑΠ 1035/2003, ΑΠ 1591/2007,   ΑΠ 1153/2010,   ΑΠ 549/2011, ΑΠ 298/2011, ΑΠ 28/2012 και ΑΠ 137/2012, δημοσιευμένες στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Έτσι, αξιόποινη είναι η ελεγχόμενη πράξη (ενέργεια ή παράλειψη) του υπαλλήλου μόνον αν συνιστά (θετικά ή αποθετικά) έκφραση πολιτειακής βουλήσεως και άσκηση κρατικής εξουσίας μέσα στον κύκλο των δημοσίων υποθέσεων και όχι απλώς η παράβαση υποχρεώσεων, που ανάγονται και εξυπηρετούν άλλα συμφέροντα των δημοσίων υπηρεσιών ή οργανισμών, όπως η εύρυθμη λειτουργία αυτών, η τήρηση της υπαλληλικής δεοντολογίας κλπ (βλ. Α. Κονταξή, ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ,   Τόμος   Β',   2000,   σ.   2288-2289,   ΑΠ   727/2000,   ΠοινΧρον2001,   σ.   63   και ΑΠ1153/2010, ό.π.).
Στις περιπτώσεις εκείνες όπου μια υπηρεσιακή ενέργεια αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια και κρίση των υπαλλήλων, παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος υπάρχει, όταν ο υπάλληλος παραβιάζει κατά την τέλεση ή την παράλειψη αυτής της ενέργειας τα κριτήρια και τον γενικότερο ή ειδικότερο σκοπό που προκύπτουν από το νόμο που διέπει τη συγκεκριμένη υπηρεσιακή δράση. Στο μέτρο που διακριτική ευχέρεια δεν σημαίνει απόλυτη ελευθερία δράσης εκ μέρους του υπαλλήλου, αλλά κρίση στο πλαίσιο μιας νομοθετικές, εξουσιοδότησης που καθορίζει κάποια κριτήρια και ένα σκοπό, βάσει των οποίων θα πρέπει να γίνει η αξιολόγηση των πραγματικών δεδομένων και να ληφθεί υπόψη η απόφαση στη συγκεκριμένη περίπτωση, παράβαση καθήκοντος συνιστά είτε η υπέρβαση εκ μέρους του υπαλλήλου της δοθείσας από το νόμο εξουσιοδότησης, είτε η καταχρηστική άσκηση της ευχέρειας αυτής (βλ Μπιτζιλέκη Τα υπηρεσιακά εγκλήματα σελ. 48-49). Η παράβαση μπορεί να συντελεσθεί και με την κακή χρήση αυτής, την υπέρβαση δηλαδή των ακραίων ορίων της, τα οποία επιβάλλουν οι αρχές της υπεροχής του δημοσίου συμφέροντος, της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης, της αμεροληψίας της διοίκησης, της ισότητας και εξυπηρέτησης του σκοπού του νόμου ή με την κατάχρηση εξουσίας, η οποία υπάρχει στην περίπτωση που αν και δεν παραβιάζεται κάποια διάταξη νόμου, η πράξη ασκείται για την εξυπηρέτηση σκοπού καταδήλως ξένου προς το σκοπό, στην οποία απέβλεψε ο νόμος, όταν δηλαδή είναι απόρροια ελατηρίων και κινήτρων που καταδήλως αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση σκοπού άλλου από εκείνον του νόμου (ΑΠ 208/12 ΠοινΔ 2012, 1042. Γνωμ. ΕισΑΠ 3/10 ΠΧ ΞΑ 472).
Ο δόλος του δράστη συνίσταται είτε στη θέληση είτε στη γνώση και αποδοχή της παράβασης των υπηρεσιακών του καθηκόντων (άμεσος ή ενδεχόμενος δόλος). Για να συντρέχει δε σκοπός παράνομης ωφέλειας ή βλάβης πρέπει όχι μόνο η βούληση του δράστη να κατατείνει προς αυτόν, αλλά και η συμπεριφορά του, όπως αναπτύσσεται, να μπορεί αντικειμενικά να οδηγήσει στην επίτευξη του, αφού ο όρος με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον, λογικά σημαίνει ότι η πράξη, όπως επιχειρείται από το δράστη, δύναται να οδηγήσει στην απόκτηση παράνομου οφέλους ή  στην πρόκληση βλάβης τρίτου (αντικειμενικό στοιχείο) και επιπλέον ότι η βούληση του δράστη κατευθύνεται στην απόκτηση του οφέλους ή στην πρόκληση της βλάβης (υποκειμενικό στοιχείο). Έτσι, μεταξύ της πράξεως και του σκοπού του οφέλους ή βλάβης πρέπει να υπάρχει μια τέτοια αιτιώδης σχέση, ώστε η πράξη της παράβασης καθήκοντος, αν δεν είναι ο αποκλειστικός τρόπος,  πάντως πρέπει να  είναι  ο πρόσφορος  τρόπος περιποίησης του  σκοπούμενου οφέλους ή της βλάβης, πράγμα που συμβαίνει όταν το σκοπούμενο όφελος ή η βλάβη δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με την παράβαση του συγκεκριμένου καθήκοντος, ο δράστης δε πρέπει να τελεί σε γνώση της εν λόγω προσφορότητας (βλ. Α. Κονταξή, ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ, ό.π., ΑΠ 28/2012, ΑΠ 1153/2010,  ΑΠ 1035/2003, ό.π.).  Συνιστά παράβαση καθήκοντος (εφόσον, εννοείται, συντρέχουν και οι λοιποί όροι του α. 259 ΠΚ), όταν ο υπάλληλος (ή δικαστής ή εισαγγελέας): α) δεν λαμβάνει υπόψη του έγγραφα που του προσκομίζονται (Δικ Αγωγών Κακοδ. 3/64 ΝοΒ 13.10, Φ. Αγγελής, ΝοΒ 13.97), γ) δίδει στα αποδεικτικά μέσα αποδεικτική αξία διαφορετική από αυτή που ορίζει ο νόμος, δ) λαμβάνει υπόψη του ανύπαρκτα στοιχεία, ε) δεν αιτιολογεί την κρίση του (16/95 ΔιατΕισεφΠατρ. ΤΝΠ 156880).
Περαιτέρω, κατά το άρ. 263α' του ΠΚ, για την εφαρμογή των άρ. 235, 236, 239,241,242, 243, 245,246, 252,253, 255,256, 257, 258, 259, 261, 262 και 263 υπάλληλοι θεωρούνται, εκτός από αυτούς που αναφέρονται στο άρ. 13, οι δήμαρχοι, οι πρόεδροι κοινοτήτων και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιαδήποτε ιδιότητα: α) σε επιχειρήσεις ή οργανισμούς που ανήκουν στο Κράτος, σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και που εξυπηρετούν με αποκλειστική ή προνομιακή εκμετάλλευση την προμήθεια ή την παροχή στο κοινό νερού, φωτισμού, θερμότητας, κινητήριας δύναμης, β) σε τράπεζες που εδρεύουν στην ημεδαπή κατά το νόμο ή το καταστατικό τους, γ) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ιδρύθηκαν από το Δημόσιο, από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και από νομικά πρόσωπα αναφερόμενα στα προηγούμενα εδάφια, εφ' όσον τα ιδρυτικά νομικά πρόσωπο συμμετέχουν στην διοίκησή τους ή, αν πρόκειται για ανώνυμη εταιρία, στα κεφάλαιο της ή τα ιδρυμένα αυτά νομικά πρόσωπα είναι επιφορτισμένα με εκτέλεση κρατικών προγραμμάτων οικονομικής ανασυγκρότησης ή ανάπτυξης, δ) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου στα οποία κατά τις κείμενες διατάξεις μπορούν να διατεθούν από το Δημόσιο, από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή από τις πιο πάνω τράπεζες επιχορηγήσεις ή χρηματοδοτήσεις.
Τέλος, κατά την διάταξη του άρ. 390 ΠΚ, όποιος με γνώση ζημιώνει την περιουσία άλλου, της οποίας βάσει νόμου ή δικαιοπραξίας έχει την επιμέλεια ή διαχείριση (ολική ή μερική ή μόνο για ορισμένη πράξη), τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον τριών  (3) μηνών. Από την διάταξη αυτή συνάγεται, ότι ουσιώδη στοιχεία του πλημμελήματος της απιστίας είναι η παρά του υπαιτίου, χωρίς σκοπό νοσφισμού, κατά την επιμέλεια ή διαχείριση ξένης περιουσίας που του έχει ανατεθεί από τον νόμο ή με δικαιοπραξία, εν γνώσει επαγωγή ζημίας στην περιουσία αυτή, κατά κατάχρηση της αντιπροσωπευτικής εξουσίας του, με ενέργεια εξωτερική (ΑΠ 1488, 1511/06). 
 2. Νομικό Καθεστώς του ΟΑΣΑ:
 1. Η Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ» και τον διακριτικό τίτλο «Ο.Α.Σ.Α. Α.Ε.» που ιδρύθηκε με την νομική αυτή μορφή σαν δημόσια επιχείρηση κοινωφελούς χαρακτήρα με τον Ν.2175/93 (ΦΕΚ 211 Α) και τις διατάξεις των νόμων 3429/2005 και 3920/2011 διέπεται από τις οικείες νομοθετικές διατάξεις όπως εκάστοτε ισχύουν και από το παρόν Καταστατικό. 2. Ειδικότερα, η Εταιρεία υπόκειται νομοθετικά: α. Άμεσα, στις οικείες διατάξεις του Ν. 3429/2005, του Ν. 3965/2011 του Ν. 2175/93, του Ν. 3920/2011 όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε και γενικά στις διατάξεις που αναφέρονται ειδικά στον ΟΑΣΑ όπως εκάστοτε ισχύουν. 2190/1920 όπως αυτός ισχύει σήμερα μετά και την τροποποίησή του με το Ν. 3604/2007 και της εν γένει νομοθεσίας περί Ανωνύμων Εταιριών και της νομοθεσίας που αναφέρεται στις Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς (ΔΕΚΟ) όπως εκάστοτε ισχύουν, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά. Η λειτουργία, οργάνωση και διοίκηση του ΟΑΣΑ διέπονται από τα άρθρα 2, 3 και 4 του ν. 3429/2005.
   Επειδή, έχω το απαραίτητο έννομο συμφέρον (αρθ. 40 ΚΠΔ), είναι δε νόμιμη, βάσιμη, αληθής και εξαιρετικής φύσης.     
   Επειδή, προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι πρωταρχικά η απονομή της δικαιοσύνης, εναλλακτικά δε και το  δημόσιο συμφέρον, επιβάλλεται η ανίχνευση και εν συνεχεία τεκμηρίωση των καταγγελλομένων.
   Επειδή, τα πρόσωπα που διέπραξαν τα ανωτέρω αναφερόμενα αδικήματα είναι δυνατόν να προσδιορισθούν από την διενεργηθησοµένη ανάκριση.
   Επειδή, οι ανωτέρω πράξεις τιμωρούνται από τις διατάξεις του Π.K. και μάλιστα σε βαθμό πλημμελήματος.
   Επειδή, συμφώνως με την έννοια του μεν άρθρου 36 ΚΠοινΔικ καθιερώνεται η αρχή της αυτεπαγγέλτου ποινικής διώξεως η οποία μη υποκειμένη εις τύπον γίνεται άμα ο αρμόδιος εισαγγελεύς πληροφορηθεί την τέλεση του εγκλήματος, είτε κατόπιν μηνύσεως ή αναφοράς δημοσίας αρχής ή ιδιώτου (άρθρ. 37-40 και 42), είτε κατόπιν οιασδήποτε "άλλης ειδήσεως" όπως εξ ιδίων πληροφοριών ή ιδίας αντιλήψεως εξ επιστολής (και ανωνύμου έτι) ή και της κοινής φήμης όταν, εννοείται, εις την τελευταίαν αυτή περίπτωση έχει ο εισαγγελεύς σοβαρούς λόγους να πιστεύει ότι ετελέσθη έγκλημα (Μπουρόπουλος όπου ανωτ. σελ. 57) παθών εκ του οποίου, ειρήσθω, είναι παν πρόσωπον είτε νομικόν είτε φυσικόν, είτε ικανό προς καταλογισμόν είτε ακαταλόγιστον, το οποίον είναι φορεύς του εννόμου αγαθού, καθ' ού στρέφεται η πράξη (Χωραφάς όπου ανωτ.).
   Επειδή, Σας είναι γνωστό, ότι δια την άσκηση ποινικής διώξεως είναι αρκετή και η απλή πιθανότητα τελέσεως αξιόποινων πράξεων καθώς και ότι στην παρούσα περίπτωση υπάρχει πλούσιο αποδεικτικό υλικό, πολλαπλώς διασταυρωμένο, το οποίο επιβάλει την άσκηση ποινικής δίωξης κατά των υπαιτίων, η ύπαρξη απλής και μόνο πιθανότητας τέλεσης αξιόποινης πράξης ή απλών ενδείξεων ενοχής του μηνυομένου ως δράστη αυτής καθιστά υποχρεωτική για τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών την άσκηση της ποινικής δίωξης (βλεπ. Κ. Σταμάτη «Η προκαταρκτική εξέταση»,σελ,.257,274). Η Εισαγγελική Αρχή δεν είναι διάδικος αλλά αυτοτελές όργανο της δικαιοσύνης και κατά την κυρία και βασική λειτουργία της ανήκει στη δικαστική, με ευρεία έννοια, λειτουργία, και η άσκηση ή μη της ποινικής δίωξης (κατ΄άρθρα 27, 43 Κ.Π.Δ.) συνιστά για τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών κυρία λειτουργική αρμοδιότητα με οιονεί δικαιοδοτικό χαρακτήρα (βλεπ. Κ. Σταμάτη «Ο Εισαγγελικός Θεσμός» Ποιν. Χρον. Λ΄ σελίς 609 επομ.) και όχι απλή έκφραση γνώμης.
Κατόπιν όλων των  ανωτέρω εκφράζω την άποψη ότι συντρέχουν οι αναγκαίες εκείνες ενδείξεις διάπραξης αξιόποινων πράξεων και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό βεβαιότητας ώστε να επιβάλλεται η ποινική τους αξιολόγηση και συνεπακόλουθα την τεκμηρίωση τους.
Η εκδήλωση της παρούσας μηνυτήριας αναφοράς γίνεται για τη διαφύλαξη και την προστασία των δικαιωμάτων μου και από δικαιολογημένο ενδιαφέρον ως πολίτης Δημοκρατικού Κράτους και αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού εν εφεδρεία.

                                         ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 
                                                           ΖΗΤΩ
Να προβείτε σε κάθε νόμιμη ενέργεια για τη διερεύνηση των καταγγελλόμενων αξιόποινων πράξεων, προκειμένου να υποστούν οι ένοχοι (φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί κλπ) την παραδειγματική τιμωρία για τις αξιόποινες πράξεις, που από την δικαστική έρευνα ήθελε αποδειχθεί ότι διέπραξαν.
Επιπλέον δηλώνω παράσταση πολιτικής αγωγής για όλα τα αδικήματα που συρρέουν από τα μηνυόμενα, για την υποστήριξη της κατηγορίας.

Προς απόδειξη όλων των παραπάνω, ζητώ να προβείτε σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, προσάγω και επικαλούμαι τα κάτωθι σχετικά: 

1.     Απόσπασμα της εφημερίδος ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ
2.     Απόφαση ΟΑΣΑ στη ΔΙΑΥΓΕΙΑ
3.     Καταγγελία εργαζομένων του ΟΑΣΑ
Αιτούμαι επικυρωμένο αντίγραφο της παρούσης.

                                                                                       Αθήνα, 20.10.2016


                             Ο υποβάλλων τη μηνυτήρια αναφορά
                                       Παναγιώτης Σταμάτης
                                         Πλωτάρχης Π.Ν. ε.α.



Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2016

ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ 13 & 14 ΜΙΣΘΟ

Το Ειρηνοδικείο Καλαμάτας αντικρούει τους ισχυρισμούς περί δημοσιονομικού ελλείμματος που επέβαλαν τις περικοπές.
Στο Ειρηνοδικείο προσέφυγαν με αγωγή τους 5 δικαστικοί υπάλληλοι της Καλαμάτας, ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, με επικεφαλής τον πρόεδρο του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων, Ανδρόνικο Σταυρόπουλο.
Η υπόθεση δεν είναι η μοναδική, καθώς ακολουθεί τους επόμενους μήνες η εκδίκαση της αγωγής που έχουν καταθέσει οι μόνιμοι δικαστικοί υπάλληλοι της Καλαμάτας στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Καλαμάτας.
Καθώς αυτά τα οφειλόμενα παραγράφονται μετά τη διετία, οι εν λόγω προσφεύγοντες δικαστικοί υπάλληλοι δικαιώθηκαν για τα επιδόματά τους για τα έτη 2014 – 2015.
Στην οικονομική κρίση οι πολίτες έχουν ανάγκη
Η απόφαση, που μπορεί να αποτελέσει «πολιορκητικό κριό» για χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους, αναφέρεται στην αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου: «Τα κοινωνικά δικαιώματα είναι θεμελιώδη, εξίσου με τα ατομικά και τα πολιτικά, και παράγουν, κατά την επικρατούσα στη θεωρία άποψη, ένα “σχετικό κοινωνικό κεκτημένο”, η αξία και η προστατευτική λειτουργία του οποίου πρέπει να αναδεικνύονται ακόμα περισσότερο σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, όταν οι πολίτες το έχουν περισσότερη ανάγκη».
Κάνοντας αναφορά στο άρθρο 106 του Συντάγματος για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης, τονίζει ο ειρηνοδίκης Αθανάσιος Μουτζούρης: «Από τη διάταξη αυτή απορρέει η συνταγματική επιταγή για ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη με διασφάλιση των συνθηκών κοινωνικής ειρήνης, η οποία δεσμεύει όλα τα κρατικά όργανα και πρωτίστως το νομοθέτη, περιορίζοντας το εύρος των επιτρεπτών επιλογών του. Η παραπάνω συνταγματική επιταγή θέτει ιδίως δύο όρια στο νομοθέτη. Πρώτον, δεν είναι επιτρεπτή η θέσπιση νομοθετικών μέτρων τα οποία, ανεξαρτήτως του επιδιωκόμενου με αυτά σκοπού δημοσίου συμφέροντος, συνεπάγονται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης, δηλαδή καταλήγουν σε αποτέλεσμα ευθέως αντίθετο προς το σκοπό της συνταγματικής διάταξης. Ως σοβαρή διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης πρέπει να νοηθεί εξίσου η δραματική επιδείνωση των συνθηκών κοινωνικής διαβίωσης (όπως αύξηση του αριθμού των ανέργων, αστέγων, όσων διαβιούν κάτω από το όριο της φτώχειας κ.λπ.), όσο και η διατάραξη της δημόσιας τάξης και ασφάλειας (π.χ. βίαιες ενέργειες διαμαρτυρίας, αύξηση της εγκληματικότητας κ.λπ.), που απορρέει από την επιδείνωση των κοινωνικών συνθηκών.
Δεύτερον, δεν είναι επιτρεπτή η θέσπιση νομοθετικών μέτρων τα οποία συνεπάγονται δραματική συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος επιχειρήσεων, των νοικοκυριών, προκειμένου να εξυπηρετηθεί μονομερώς ορισμένος, έστω και δημοσίου συμφέροντος, οικονομικός σκοπός.
Αντιθέτως, όπως συνάγεται από τη συνταγματική διάταξη, το γενικό συμφέρον δεν ταυτίζεται με το αμιγώς δημοσιονομικό».
Δυσανάλογες επιβαρύνσεις
«Ο νομοθέτης δύναται καταρχήν να επιβάλει στους πολίτες, προς εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης, επιβαρύνσεις για την αντιμετώπιση ορισμένης επείγουσας ανάγκης ή κατάστασης κρίσης, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι έχουν περιορισμένη διάρκεια, ότι είναι πρόσφορες και αναγκαίες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού δημοσίου συμφέροντος και όχι δυσανάλογες σε σχέση προς αυτόν. Ότι είναι επαρκώς αιτιολογημένες και ότι κατανέμονται ισότιμα μεταξύ όλων των πολιτών, των απασχολουμένων τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και των ασκούντων ελευθέριο επάγγελμα, ανάλογα με τις δυνάμεις του καθενός.
Επομένως, δεν είναι επιτρεπτό η επιβάρυνση, από τα μέτρα που λαμβάνονται προς αντιμετώπιση της δυσμενούς και παρατεταμένης οικονομικής συγκυρίας, να κατανέμεται πάντοτε σε συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών, οι οποίοι, κατά κανόνα, είναι συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους, και να ευνοούνται άλλες κατηγορίες, από την ασυνέπεια των οποίων - κυρίως στο πεδίο της εκπλήρωσης των φορολογικών τους υποχρεώσεων - προκαλείται σε μεγάλο ποσοστό η δυσμενής αυτή συγκυρία, ούτε, κατά μείζονα λόγο, η επισώρευση νέων επιβαρύνσεων σε βάρος των ίδιων κατηγοριών πολιτών (λ.χ. διαδοχικές μειώσεις αποδοχών ή συντάξεων), εάν τα προηγούμενα αποδείχθηκαν απρόσφορα και εφόσον με τα νέα μέτρα οι ίδιες κατηγορίες πολιτών υφίστανται υπέρμετρη απώλεια του προηγουμένως διαθέσιμου εισοδήματός τους. Τούτο, μάλιστα, ιδίως όταν οι εν λόγω μειώσεις επέρχονται αιφνιδιαστικά και κλονίζουν ριζικά την οικονομική κατάσταση των ατόμων ή ανατρέπουν καταστάσεις, στις οποίες αυτά είχαν καλόπιστα αποβλέψει».
Ελέγχεται και ο νομοθέτης
Και συνεχίζει σε άλλο σημείο το σκεπτικό της απόφασης:
«Η επιβολή μέτρων προς εξυπηρέτηση δυσμενούς και παρατεταμένης οικονομικής συγκυρίας δε δικαιολογεί εν λευκώ και εκ προοιμίου οποιοδήποτε μέτρο με οποιοδήποτε κόστος. Η επιλογή των συγκεκριμένων μέτρων δεν ανήκει στην ανέλεγκτη διαπλαστική εξουσία
του νομοθέτη, ο οποίος ελέγχεται ως προς την τήρηση της συνταγματικής επιταγής για ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη με διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και δεσμεύεται από τα όρια που θέτουν οι ως άνω απορρέουσες από τις συνταγματικές και τις υπερκείμενες νομοθετικά διεθνείς συμβάσεις διατάξεις αρχές, την υπέρβαση των οποίων με κριτήρια την ένταση, τη διάρκεια και τη σώρευση των μέτρων, τη δίκαιη κατανομή τους μεταξύ των πολιτών, καθώς και την αιτιολόγηση και τεκμηρίωση της αναγκαιότητας και της αποτελεσματικότητάς τους, ελέγχουν τα δικαστήρια. Τα τελευταία, όταν διαπιστώσουν ότι οι εισαγόμενες ρυθμίσεις παραβιάζουν τις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές, καλούνται να τις αποκαταστήσουν».
Δεν ήταν αναγκαία τα μέτρα αυτά
Ακολούθως στην απόφαση γίνεται εκτενής αναφορά στους νόμους και στις περικοπές που επήλθαν από τα μνημόνια και επισημαίνεται από την εισηγητική έκθεση του νόμου:
-«Ουδόλως προκύπτει ότι τα λαμβανόμενα μέτρα ήταν αναγκαία, αλλά και τα μόνα ικανά και πρόσφορα για τον επιδιωκόμενο σκοπό τηρουμένων και των αρχών της ισότητας και αναλογικότητας».
-«Επίσης, ακόμη και αν ήθελε κριθεί πως τα επίδικα μέτρα ήταν πρόσφορα, ο νομοθέτης όφειλε περαιτέρω να μελετήσει και να αποφανθεί αιτιολογημένα για την αναγκαιότητά τους, εξετάζοντας την ύπαρξη εναλλακτικών επιλογών και συγκρίνοντας τα οφέλη και τα μειονεκτήματα της καθεμίας για την επίτευξη των επιδιωκόμενων δημοσίων σκοπών. Επομένως, πριν από την κατάργηση των δώρων και του επιδόματος αδείας, όφειλε προηγουμένως να εξετάσει με τρόπο επιστημονικό και δικαστικά ελέγξιμο, αν οι επιπτώσεις από τα ήδη ληφθέντα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης και συνδυαζόμενες με τις ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της διανυόμενης έκτακτης περιόδου, οδηγούν σε επιτρεπτή μείωση του επιπέδου ζωής των μισθωτών. Ως εκ τούτου, για τη θέσπιση των ανωτέρω περικοπών δεν αρκεί η επίκληση, αορίστως, του σπουδαίου δημοσίου συμφέροντος, αλλά η τεκμηρίωση με τη δέουσα σαφήνεια και παράθεση αναλυτικών στοιχείων, του λόγου για τον οποίο η συγκεκριμένη δέσμη μέτρων είναι η μόνη πρόσφορη και αναγκαία λύση για την αποφυγή του κινδύνου χρεοκοπίας της χώρας».
-«Όμως, η περικοπή των δώρων και του επιδόματος αδείας, που  έχουν νομοθετηθεί σε συνέχεια των αναφερόμενων νόμων με τους οποίους περικόπηκαν οι αποδοχές των μισθωτών, επιβαρύνει σωρευτικά την ίδια ομάδα πολιτών (μισθωτών) και, ως εκ τούτου, η επιβάρυνση αυτή είναι εξόφθαλμα δυσανάλογη, ιδίως για όσους υπηρετούν στο Δημόσιο, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να έχουν υποστεί σοβαρές οικονομικές απώλειες. Επιπλέον, οι εν λόγω ρυθμίσεις δεν πλήττουν, κατ' αποτέλεσμα, στον ίδιο βαθμό τους υψηλόμισθους υπαλλήλους αφενός και τους χαμηλόμισθους υπαλλήλους αφετέρου, με αποτέλεσμα οι μεν υψηλόμισθοι να εξακολουθούν να διατηρούν ένα ικανοποιητικό και αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, οι χαμηλόμισθοι, όμως, οι οποίοι αποτελούν ένα ιδιαίτερα μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, οδηγούνται στην κοινωνική και οικονομική εξαθλίωση καλούμενοι να συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη κατά προφανή αναντιστοιχία με τις δυνάμεις τους».

Μάλιστα, η απόφαση καταλήγει δικαιώνοντας τους υπαλλήλους, με το αιτιολογικό ότι οι περικοπές αυτές «στερούν το δικαιούμενο, ικανοποιητικό και αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης χαμηλόμισθων Ελλήνων μισθωτών» και διατάσσει την καταβολή των δώρων και, μάλιστα, με το νόμιμο τόκο.