Τρίτη 13 Αυγούστου 2013

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ κ. ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΕΔΕ - ΣΧΕΔΙΟ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΕΔΕ

Θεσσαλονίκη 22.10.2012
Κυρία
Βασιλική Θάνου – Χριστοφίλου, Αρεοπαγίτη,
Πρόεδρο της ΕΝΩΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ
Συγκρότημα πρώην Σχολής Ευελπίδων
Κτίριο 6 – γραφείο 210
101 71 Αθήνα                                                                
Αξιότιμη κ. Πρόεδρε,
Σας απευθύνω υπό την άνω ιδιότητά σας την παρούσα ‘ανοιχτή’ επιστολή  μου και το συνημμένο εδώ σχέδιο αγωγής, που αμφότερα κοινοποιώ σε αποδέκτες νομικούς (πρόσωπα και φορείς), καλώντας σας ως εκπρόσωπο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων αφενός αλλά κι εσάς προσωπικά αφετέρου ως ανώτατο δικαστικό λειτουργό να αναλογισθείτε την τύχη της συζήτησής της και τις συνέπειες έκδοσης απόφασης επ΄ αυτής για το κύρος της Δικαιοσύνης.
Η απεργιακής μορφής κινητοποίηση που αποφάσισε η υφ’  Υμών ΕΝΩΣΗ είναι προδήλως αντισυνταγματική  για τους λόγους που εκτίθενται στο σχέδιο της συναπτόμενης αγωγής. Την αγωγή δεν προτίθεμαι να καταθέσω για να μη δημιουργήσω περισσότερα προβλήματα στο κύρος του θεσμού. Ωστόσο, όμως, ως ενεργός πολίτης και έχοντας ορκιστεί πίστη στο Σύνταγμα ως δικηγόρος, καλώ εσάς και την ΕΝΩΣΗ να διαφοροποιήσετε τον εύλογο δικαστικό σας αγώνα κατά τρόπο σύννομο προς το Σύνταγμα, το οποίο και εσείς ως δικαστικοί λειτουργοί ορκισθήκατε να υπηρετείτε και φυλάττετε.
Τη λήψη της απόφασής μου αυτή βάρυνε η ενεργής συμμετοχή μου ως μέλος της διοίκησης γνωστού επιστημονικού σωματείου στη Βόρεια Ελλάδα και η συνεχής επιστημονική συνεργασία μου με δικαστές που τίμησαν το λειτούργημά τους, στους οποίους συγκαταλέγονταν και οι αείμνηστοι Στ. Ματθίας και Ε. Κρουσταλάκης.-
Με εκτίμηση










Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών
Διαδικασία Εργατικών Διαφορών


Α Γ Ω Γ Η


***** ***** του ***** , δικηγόρου, κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός **********

Κ Α Τ Α

Του Σωματείου με την επωνυμία «ΕΝΩΣΗ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα (Πρώην Σχολή Ευελπίδων, Κτίριο 6 Γραφείο 210) Τ.Κ.: 101 71 Τηλ.: 210 8827380 - Fax. 210 8841529 Εmail: endikeis@otenet.grinfo@ende.gr και εκπροσωπείται νόμιμα από την Πρόεδρο αυτής, αρεοπαγίτη κ. Βασιλική Θάνου – Χριστοφίλου, κάτοικο ομοίως.

Κοινοποιουμένη με την έννοια της Ανακοίνωσης Δίκης προς τους :
  • Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,         κ. Αντώνιο Ρουπακιώτη
  • Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, κ. Ρένα Ασημακοπούλου
  • Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Ιωάννη Τέντε και
  • Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, κ. Νικόλαο Βαλλεργάκη 

Θεσσαλονίκη 22 Οκτωβρίου 2012


1.      Είμαι διορισμένος δικηγόρος από το **** και εργάζομαι στη Θεσσαλονίκη μετέχοντας σε αστική επαγγελματική δικηγορική εταιρία με άλλους συναδέλφους. Κατά τον Κώδικα περί Δικηγόρων οι δικηγόροι θεωρούνται συλλειτουργοί της Δικαιοσύνης και συνδράμουν τους δικαστικούς λειτουργούς στην ορθή απονομή της. Ταυτόχρονα είμαι Έλληνας Πολίτης και ορκίστηκα ενώπιον δικαστικών λειτουργών πριν λάβω την άδεια εξάσκησης του λειτουργήματος/επαγγέλματός μου ως δικηγόρος να υπακούω στο Σύνταγμα και στους Νόμους του Κράτους. Παράλληλα τιμώμαι ως γενικός γραμματέας επί δεκαετίες γνωστού νομικού επιστημονικού σωματείου με έδρα τη Θεσσαλονίκη, στα μέλη του οποίου, εκτός από δικηγόρους και πανεπιστημιακούς, συγκαταλέγονται και πολλοί δικαστές. Επομένως προβαίνω στην άσκηση της παρούσας με προφανές έννομο συμφέρον, όπως θα φανεί και στη συνέχεια.

2.      Η καθής η παρούσα, ΄Ενωση Δικαστικών Λειτουργών, είναι σωματειακής μορφής συσσωμάτωση δικαστικών λειτουργών των πολιτικών δικαστηρίων της χώρας και έχει ως μέλη της το σύνολο σχεδόν αυτών. Το καταστατικό της εγκρίθηκε με την αριθ. 2242/1958 απόφαση του ΠΠρΑθ και δημοσιεύθηκε νομίμως στα βιβλία σωματείων του ΠΠρΑθ με α.α. 2255/1958.   Διατηρεί ιστοσελίδα και εκδίδει τριμηνιαίο έντυπο με τίτλο «Δικαστικά Νέα». Μέσω αυτών αλλά και των κατά καιρούς δελτίων τύπου που εκδίδει γνωστοποιούνται στο ευρύτερο κοινό οι δραστηριότητές της. Στους σκοπούς της καθής, σύμφωνα με το καταστατικό της και ανάμεσα σε άλλα, συγκαταλέγονται η διασφάλιση και η ενίσχυση της προσωπικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών στο πλαίσιο του Συντάγματος και των Νόμων αλλά και η βελτίωση των όρων απονομής της δικαιοσύνης και η προαγωγή της νομικής επιστήμης όπως επίσης και η προώθηση των συμφερόντων των μελών και η ανάπτυξη πνεύματος αλληλεγγύης μεταξύ τους. Οι τελευταίοι από τους σκοπούς αυτούς έχουν πρόδηλα και παράλληλα με τους άλλους συνδικαλιστικό χαρακτήρα. Άλλωστε από τις πρόσφατες των τελευταίων ετών κινητοποιήσεις της Ένωσης είναι προφανής και γνωστός τοις πάσι ο συνδικαλιστικός χαρακτήρας της. Επομένως υπόκεινται οι ενέργειες του σωματείου αυτού και των μελών του στον έλεγχο του ν. 1264/1982 όπως ισχύει σήμερα.

3.         Η Δικαιοσύνη στη χώρα μας απονέμεται, σύμφωνα με το άρθρο 87 του Συντάγματος, από δικαστήρια  συγκροτούμενα  από τακτικούς δικαστές  που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία, οι οποίοι  κατά την άσκηση  των καθηκόντων  τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα  και στους νόμους, και σε  καμία περίπτωση δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με διατάξεις του έχουν τεθεί κατά κατάλυση του συντάγματος. Κατά το άρθρο 88 οι δικαστές διορίζονται με προεδρικό διάταγμα σύμφωνα με νόμο που ορίζει τα προσόντα και τη διαδικασία της επιλογής τους, και είναι ισόβιοι ενώ οι αποδοχές τους είναι ανάλογες με το
λειτούργημά τους.  Επομένως είναι δημόσιοι υπάλληλοι / λειτουργοί. Στο άρθρο 34 του ν. 1756/1988 περί Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών ορίζονται τα εξής: « …. 4. Η δημόσια υπηρεσιακή σχέση του δικαστικού λειτουργού καταρτίζεται με το διορισμό και την αποδοχή του. 5.  Η  αποδοχή  δηλώνεται με την ορκωμοσία για την οποία συντάσσεται πρακτικό. Πριν από την ορκωμοσία δεν επιτρέπεται ανάληψη υπηρεσίας. 6.  Ο  διοριζόμενος  δικαστικός  λειτουργός  ορκίζεται  ενώπιον  του δικαστηρίου,   στο   οποίο   τοποθετείται  ως  δόκιμος,  και  μετά  τη δοκιμαστική υπηρεσία,  ως  ισόβιος,  σε  δημόσια  συνεδρίασή  του.  ………….  7. Ο τύπος του όρκου είναι:
 
"Ορκίζομαι  να φυλάττω πίστη στην πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου".
 

4.         Σύμφωνα με την παράγρ. 2 του άρθρου 23 του Συντάγματος «Η απεργία  αποτελεί  δικαίωμα, ασκείται από τις νόμιμα  συστημένες συνδικαλιστικές  οργανώσεις για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών  και εργασιακών γενικά  συμφερόντων των εργαζομένων». Ωστόσο, κατά το β’  εδάφιο της ίδιας παραγράφου «Απαγορεύεται  η απεργία με οποιαδήποτε μορφή  στους δικαστικούς λειτουργούς και σ` αυτούς που υπηρετούν  στα σώματα ασφαλείας. …..».  Η αυτή απαγόρευση θεσπίζεται και με το άρθρο 40 παρ. 5 του ν. 1756/1988). Για τους υπηρετούντες στα σώματα ασφαλείας και για τους πολιτικούς υπαλλήλους της Ε.Υ.Π. με τα άρθρα 30Α και 30Β θεσπίσθηκαν συνδικαλιστικές ελευθερίες και δικαιώματα, όπως επαναλήφθηκε η υποχρέωση της μη απεργίας τους. 
 
Συναφής προς τη ρητή αυτή απαγόρευση της απεργίας των δικαστών είναι η πιο κάτω εγκύκλιος του άλλοτε Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Δ. Λινού, με το ακόλουθο περιεχόμενο:
_____________________________________________________
Εγκ ΕισΑΠ 2/2005 (βλ. δημοσ. σε ΠοινΛογ 2005/704, ΠοινΔικ2005/571)
 
«Προς
 
 Όλους τους εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας
 
Κατά το άρθρο 23 § 2 εδ. β` του Συντάγματος, απαγορεύεται η απεργία με οποιαδήποτε μορφή στους δικαστικούς λειτουργούς. Την ίδια απαγόρευση θεσπίζει η διάταξη του άρθρου 40 § 5 του Κώδικα οργανισμού δικαστηρίων και κατάστασης δικαστικών λειτουργών (ν. 1756/1988), που ορίζει ότι η απεργία, με οποιαδήποτε μορφή, απαγορεύεται στους δικαστικούς λειτουργούς. Η απαγόρευση αυτή είναι όχι μόνο εύλογη, αλλά και σχεδόν αυτονόητη, αφού από τους δικαστικούς λειτουργούς συγκροτούνται τα δικαστήρια, τα οποία είναι άμεσα όργανα του Κράτους κατά την απονομή της δικαιοσύνης (άρθρα 26 § 3 και 87 § 1 του Συντάγματος).
 
Τις ανωτέρω, γνωστές σε όλους σας, διατάξεις θεώρησα επιβεβλημένο να υπενθυμίσω και να επισημάνω, προς αποφυγή παρερμηνειών, ότι μορφή απεργίας αποτελούν και οι εξαγγελθείσες προσφάτως από τις δικαστικές ενώσεις δίωρες και επί δύο ημέρες διακοπές των συνεδριάσεων των δικαστηρίων. Οι διακοπές αυτές είναι, άλλωστε, ασυμβίβαστες προς τα καθήκοντα των λειτουργών της εισαγγελικής αρχής, που έχει ως αποστολή την τήρηση της νομιμότητας, την προστασία του πολίτη και τη διαφύλαξη των κανόνων της δημόσιας τάξης (άρθρο 24 § 2 του ν. 1756/1988). Επιπλέον θα προκαλέσουν αδικαιολόγητη ταλαιπωρία στους πολίτες, των οποίων πολλές υποθέσεις θα αναβληθούν ή θα ματαιωθούν και θα κλονίσουν περαιτέρω στη συνείδησή τους την αξιοπιστία της δικαιοσύνης, ιδιαίτερα μάλιστα κατά την παρούσα χρονική συγκυρία, κατά την οποία πρώτιστο καθήκον όλων μας είναι η αποκατάσταση του κύρους της.».
___________________________________________________________

5.          Στη έννοια της απεργίας κατά την πάγια νομολογία και θεωρία εντάσσεται και η στάση εργασίας, δηλαδή η προσωρινή, συλλογική διακοπή της εργασίας, χωρίς εγκατάλειψη του χώρου εργασίας, καθώς και η λευκή απεργία, δηλαδή η προγραμματισμένη από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις επιβράδυνση του ρυθμού εργασίας, με αποτέλεσμα την μείωση της απόδοσης και της παραγωγής ως και η με κάθε τρόπο μη εκτέλεση των επιβεβλημένων καθηκόντων, όπως επί δικαστών οι συσκέψεις, η δημοσίευση αποφάσεων, η συμμετοχή σε Επιτροπές και Συμβούλια κ.ά.  (βλ. και άρθρ. 20 παρ. 1 ν. 1264/1982 καθώς και Γνωμοδότηση΄Αρι Γ. Καζάκου, Καθ/τή Εργατ. Δικαίου σε ΕΕΡΓΔ 2011, 625).

6.         Στην παράγρ. 7 του άρθρου 30 του ν. 1264/1982, όπως ισχύει τροποποιημένος, προβλέπεται μεταξύ άλλων ότι ο χρόνος της απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων θεωρείται ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας, χωρίς όμως να καταβάλλονται οι αποδοχές του χρόνου απεργίας. Ομοίως και στο άρθρο 43 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988) προβλέπεται ειδικότερα στην παράγραφο 3 ότι: «3. Δεν οφείλεται μισθός για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο δικαστικός λειτουργός από δική του υπαιτιότητα δεν παρέχει υπηρεσία. Ως μη παροχή υπηρεσίας νοείται και η, κατά την κρίση των οργάνων που αναφέρονται στην επόμενη παράγραφο, αδικαιολόγητη καθυστέρηση παράδοσης σχεδίων αποφάσεων και δικογραφιών που του ανατίθενται προς επεξεργασία, καθώς και η μη συμμετοχή στις συνεδριάσεις των οργάνων του δικαστηρίου ή η μη εκτέλεση υπηρεσίας που του ανατέθηκε αρμοδίως.».
 
7.      Εξάλλου, η χώρα μας βιώνει τα τελευταία δύο χρόνια πρωτόγνωρες καταστάσεις καθώς, για να αποφύγει τη χρεωκοπία, χρειάσθηκε να προσφύγει σε μεγάλο εξωτερικό δανεισμό και αναδιάρθρωση του χρέους της με μη ορατά, δυστυχώς, έως τώρα θετικά αποτελέσματα. Για τους σκοπούς αυτούς υποχρεώθηκε από τους αλλοδαπούς φορείς και δανειστές της (αποκαλουμένων ευφυϊολογικά ως «ΤΡΟΪΚΑ») στη λήψη δυσβάστακτων έως και ανυπόφορων οικονομικών μέτρων, τα οποία δυστυχώς δεν έχουν τελειώσει ακόμη, με αποτέλεσμα όλη η χώρα να έχει βυθιστεί σε τεράστια ύφεση, η ανεργία να καταρρίπτει ρεκόρ και τα εισοδήματα της πλειοψηφίας των συμπολιτών μας, ιδίως μισθοσυντήρητων,  να έχουν συρρικνωθεί σε βαθμό που να δημιουργείται κίνδυνος κοινωνικών εκρήξεων. Τα γεγονότα αυτά είναι προδήλως γνωστά και «κοινά τοις πάσι» και δεν απαιτείται περαιτέρω εξειδίκευση για τις ανάγκες της αγωγής αυτής. Απλώς, σημειώνουμε, ότι η πρώτη δανειακή σύμβαση παρά το υποσχεσιακό της περιεχόμενο κατά μία άποψη – γνωστή και ως ΜΝΗΜΟΝΟ – έτυχε της συνταγματικής έγκρισης του Συμβουλίου της Επικρατείας με την αριθ. 668/2012 απόφαση της Ολομέλειάς του και επομένως είμαστε υποχρεωμένοι να τη σεβαστούμε, καθώς διαφορετικά εισερχόμαστε σε επαναστατικές διαδικασίες.

8.      Την έως και αφόρητη αυτή κατάσταση είναι προφανές ότι βιώνουν και οι δικαστικοί λειτουργοί τηρουμένων των αναλογιών αναφορικά προς το ύψος των αποδοχών τους. Τούτο έχει την έννοια ότι οι περικοπές που έχουν γίνει μέχρι τώρα σε κατηγορίες εργαζομένων τίθενται υπό την κρίση του Συμβουλίου της Ευρώπης εάν υποτεθεί ότι μπορεί και να παραβιάζουν τα δικαιώματα που προβλέπονται στον Κοινωνικό Χάρτη της Ε.Ε. ως προς τα ελάχιστα όρια της φτώχειας. Ταυτόχρονα βάλλεται και ο ιδιωτικός τομέας, αφού πολλές επιχειρήσεις, έμποροι και επαγγελματίες είτε πτώχευσαν είτε ανέστειλαν ή και έπαυσαν τις δραστηριότητές τους. Στην οικονομική αυτή κρίση θύματα είναι σχεδόν όλοι οι ΄Ελληνες και όχι μόνον ορισμένες κατηγορίες αυτών. Σαφώς και οι δικαστές είναι θύματα της κρίσης, θύματα είναι όμως και οι δικηγόροι αλλά και όλοι οι έλληνες πολίτες που με τον ένα ή άλλο τρόπο δεν ευθύνονται για την περιέλευση της χώρας μας στην κατάσταση αυτή. Από την κρίση αυτή μόνον ενωμένοι και συσπειρωμένοι απέναντι στους αλλοδαπούς δανειστές και με περισσή εργατικότητα και επινοητικότητα μπορούμε κάποτε να ξεφύγουμε. Οι Δικαστές έχουν πρώτιστο καθήκον και συνταγματική υποχρέωση να φυλάττουν το Σύνταγμα και τους νόμους του Κράτους μη εκτιθέμενοι σε ακραίες συμπεριφορές έχοντας πάντα κατά νου ότι οι αποδοχές τους είναι ευλόγως (και κατά το Σύνταγμα) ανώτερες άλλων κατηγοριών και ίσως δεν υποφέρουν τόσο όσο οι λοιποί εργαζόμενοι.

9.      Ωστόσο παρά την οικονομική κρίση, το συντεταγμένο Ελληνικό Κράτος πρέπει να εξακολουθεί να λειτουργεί, αλλιώς θα καταλυθεί. Η απονομή της Δικαιοσύνης, ως μορφή άσκησης συντεταγμένης εξουσίας, αποτελεί ένα κορυφαίο και ταυτόχρονα εξαιρετικά ευαίσθητο τομέα της Οργάνωσης της Πολιτείας και εκφράζεται μέσω της Δικαστικής Λειτουργίας (26 Σ). Για το λόγο αυτό άλλωστε τίθεται και ο περιορισμός της απαγόρευσης της απεργίας των λειτουργών της στο άρθρο 23 παρ. 2 εδ. β’ του Συντάγματος. Ήδη η Δικαιοσύνη στη χώρα μας αντιμετωπίζει δικά της εγγενή προβλήματα και η ανάγκη εξύψωσής της όπως και η δημιουργία στον πολίτη αισθημάτων σεβασμού προς το θεσμό της και τους λειτουργούς της είναι προφανής. Δεν χρειάζονται ακραίες ενέργειες εκ μέρους των εκπροσώπων της που σίγουρα επιδρούν δυσάρεστα στους πολίτες, οι οποίοι, παρά τα όποια προβλήματά τους,  εξακολουθούν με περηφάνεια να στηρίζουν τις ελπίδες τους στους θεσμούς.

10.    Κατά την έκτακτη Γενική Συνέλευση της καθής ΄Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών της 20.10.2012 στην Αθήνα λήφθηκε απόφαση που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα που διατηρεί στο διαδίκτυο και μέσω αυτής ενημερώθηκαν τα μέλη της, οι δικηγορικοί σύλλογοι και κάθε έλληνας πολίτης, έτσι και εγώ για το περιεχόμενό της. Το περιεχόμενο της απόφασης αυτής είναι το ακόλουθο:

ΨΗΦΙΣΜΑ
ΤΗΣ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ  στις 20-10-2012


             Οι Δικαστικοί Λειτουργοί- Δικαστές  και Εισαγγελείς –μέλη της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων κατά την έκτακτη Γενική Συνέλευση που συγκάλεσαν στις 20-10-2012 στην αίθουσα εκδηλώσεων του Εφετείου Αθηνών.
Διαπιστώνουν, ότι η Κυβέρνηση εξακολουθεί να τηρεί την ίδια άκαμπτη στάση και, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις προτάσεις τους, όπως αυτές διατυπώθηκαν από τις Δικαστικές Ενώσεις στις αλλεπάλληλες συναντήσεις τους με τους αρμόδιους θεσμικούς παράγοντες, σχεδιάζει την περαιτέρω δραστική μείωση των αποδοχών τους, αδιαφορώντας για το καίριο πλήγμα που θα επιφέρει στη συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία των Δικαστικών Λειτουργών, η οποία αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία της Δικαιοσύνης.
Εκφράζουν την αγανάκτησή τους προς την Πολιτεία, η οποία δεν εξετίμησε την υπεύθυνη στάση, που διαχρονικά επέδειξαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εργαζόμενοι αγόγγυστα κάτω από εξοντωτικές συνθήκες για την ορθή απονομή του δικαίου και αξιώνει απ’ αυτούς περαιτέρω θυσίες, χωρίς η ίδια να τηρεί τη δική της υποχρέωση για ανάλογη προς το λειτούργημά τους μισθολογική μεταχείρισή τους.
Δηλώνουν, ότι δεν είναι διατεθειμένοι να δεχθούν την υποβάθμιση του λειτουργήματός τους και την επιχειρούμενη υπαλληλοποίησή τους.

Και ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ
Τη συνέχιση των κινητοποιήσεων που αποφασίστηκαν από την Έκτακτη Γενική Συνέλευση της 22ας  Σεπτεμβρίου 2012 και ειδικότερα: 

1)    Τη συνέχιση διακοπής των συνεδριάσεων όλων των δικαστηρίων της χώρας ( Πολιτικών και  Ποινικών ) από τη Δευτέρα  22-10-2012 έως το Σάββατο 10-11-2012, κατά τις ώρες από  10:00 π.μ. έως 15:00 μ.μ.
2)    Την αναστολή δημοσίευσης των πολιτικών αποφάσεων ( πλην των επειγουσών) από  22-10-2012 έως 10-11-2012
3)    Την αλλαγή του τρόπου άσκησης των καθηκόντων τους, με την υποβολή αιτήματος προς τους Προϊσταμένους των Δικαστηρίων για την παροχή της αναγκαίας υλικοτεχνικής υποδομής ( γραφείων κ.λ.π), προκειμένου στο εξής να παρέχουν τις υπηρεσίες τους αποκλειστικά και μόνο στα οικεία δικαστικά καταστήματα. Η  επαπειλούμενη νέα ουσιαστική περικοπή των αποδοχών τους, καθιστά πλέον αδύνατη την κάλυψη εξ ιδίων των αυξημένων δαπανών, που απαιτούνται για τη  διατήρηση γραφείου και ανάλογων υποδομών στο σπίτι τους και τη συνέχιση της παροχής της εργασίας τους στο δικό τους χώρο, όπως μέχρι σήμερα έπρατταν χωρίς να έχουν  καμία σχετική νομική υποχρέωση
4)    Την πιστή τήρηση των ισχυόντων Κανονισμών των Δικαστηρίων, ως προς τη χρέωση του προβλεπόμενου  συγκεκριμένου αριθμού υποθέσεων για κάθε δικαστή και τη σύγκληση των Ολομελειών για τροποποίηση των Κανονισμών, σύμφωνα με τις νέες συνθήκες που θα προκύψουν με την αλλαγή του τρόπου παροχής της εργασίας τους
5)     Την άσκηση όλων των ενδεικνυόμενων ενδίκων βοηθημάτων ενώπιον των Ελληνικών και Ευρωπαϊκών  Δικαστηρίων, για την προάσπιση των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων τους και την αποκατάσταση των μισθολογικών αδικιών σε βάρος των Δικαστικών Λειτουργών
6)    Τη μη συμμετοχή τους σε όλες τις Επιτροπές που προβλέπεται η συμμετοχή Δικαστικών Λειτουργών, αμειβόμενες και μη, πλην των σωματείων.
7)    Την αξίωση προκαταβολής από την Πολιτεία των εξόδων που απαιτούνται, προκειμένου να εξακολουθήσουν να πηγαίνουν στις μεταβατικές έδρες των Δικαστηρίων που υπηρετούν
8)    Την αξίωση λήψης από την Πολιτεία των αναγκαίων μέτρων για την ασφάλεια των Δικαστηρίων
Η Γενική Συνέλευση εξουσιοδοτεί το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων να αποφασίσει για την συνέχιση των κινητοποιήσεων με τη λήψη των μέτρων αντίδρασης που θα κρίνει πρόσφορα και αναγκαία και μετά την 10-11-2012 ή την αναστολή τους σε οποιοδήποτε χρόνο, ανάλογα με τις εξελίξεις. 
Τέλος, οι Έλληνες Δικαστές και Εισαγγελείς δηλώνουν προς κάθε κατεύθυνση , ότι η μείωση των αποδοχών τους δεν πρόκειται να επηρεάσει την ποιοτική εκτέλεση των καθηκόντων τους κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους, τα οποία θα εξακολουθήσουν να ασκούν με σθένος και υψηλό αίσθημα ευθύνης , ως εγγυητές της συνταγματικής νομιμότητας και προς το συμφέρον των Ελλήνων Πολιτών .
     Με εξουσιοδότηση της Γενικής Συνέλευσης
   Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης

        Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                              Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 Βασιλική Θάνου – Χριστοφίλου                                Γεώργιος Μανωλίδης
          Αρεοπαγίτης                                                      Πρόεδρος Εφετών


11.    Επειδή είναι προφανές ότι η άνω απόφαση της καθής κείται εκτός συνταγματικού πλαισίου, αφού βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τις διατάξεις του και κατά τούτο είναι απολύτως παράνομη. Μάλιστα, τα μέλη της ΄Ενωσης και σχεδόν όλοι οι δικαστικοί λειτουργοί των κατωτέρων και ανωτέρων Δικαστηρίων, μέλη ή μη της Ένωσης, με ελάχιστες εξαιρέσεις περιλαμβανομένων σ΄ αυτών και των ανωτάτων δικαστικών λειτουργών, βρίσκονται ήδη σε παράνομες απεργιακές κινητοποιήσεις εδώ και ένα μήνα και δηλώνουν με την άνω απόφασή τους ότι θα συνεχίσουν για 20 ακόμη ημέρες, δημιουργώντας με την 50νθήμερη αυτή λειτουργική αδράνειά τους τεράστια προβλήματα, όπως σώρευση υποθέσεων προς εκδίκαση, καθυστερήσεις συνεπαγόμενες αρνησιδικία όχι μόνον με τη μη εκτέλεση των καθημερινών καθηκόντων τους αλλά και με την άρνησή τους να δημοσιεύουν αποφάσεις, όλα δε αυτά συνεπάγονται βάρος και κόστος στον ελληνικό λαό σημειώνοντας εδώ ότι, όπως πληροφορούμαστε, παρά την αποχή από τα καθήκοντά τους, εξακολουθούν και λαμβάνουν το μισθό τους  κατ΄ αντίθεση προς ό,τι συμβαίνει με τους άλλους απεργούς των οποίων οι αποδοχές περικόπτονται, με αποτέλεσμα, έτσι,  έναντι αυτών και άλλων δεινοπαθούντων συμπολιτών μας να βρίσκονται με συγκριτικό πλεονέκτημα απεργώντας εκ του ασφαλούς, χάνοντας κατά τον τρόπο αυτό την όποια συμπάθεια και έξωθεν καλή μαρτυρία προς τον κλάδο τους, ο οποίος όμως κλάδος στελεχώνει αυτό που λέμε Θεσμό Δικαιοσύνης. Περί ανάγκης έκφρασης κοινωνικής αλληλεγγύης εκ μέρους των συναδέλφων του προς τον ελληνικό λαό κάνει λόγο επωνύμως νεαρός δικαστικός λειτουργός (βλ. ρεπορτάζ εφημερ. ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ Θεσσαλονίκης 21.10.2012, σελ. 27), στους οποίους, παρά το εύλογο του οικονομικού τους αιτήματος εν τινι μέτρω κατ΄ άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος, δεν τους παρέχεται, αντίθετα τους απαγορεύεται το δικαίωμα διεκδίκησης με χρήση απεργιακών κινητοποιήσεων.

12.    Επειδή δεν είναι πρόθεσή μου η αντιπαλότητά μου με την καθής παρά μόνον η υποχρέωσή μου υπεράσπισης του Συντάγματος, δεν προβαίνω γιατί δεν έχει για τις ανάγκες της παρούσας νομικό ενδιαφέρον σε σχολιασμό του οπωσδήποτε και καταχρηστικού μέρους αρκετών των αιτημάτων της άνω απόφασης της ΄Ενωσης, άλλωστε τούτο είναι ελάχιστο σε σχέση με την προφανή αντισυνταγματικότητα της απόφασής της.

13.    Επειδή ενόψει των ανωτέρω θα πρέπει να αναγνωρισθεί το παράνομο της απεργίας της καθής ΄Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών όπως εκφράσθηκε με την άνω απόφασή της ως αντικείμενης στο Σύνταγμα για το οποίο και οι ίδιοι οι δικαστές ως δημόσιοι και μάλιστα δικαστικοί λειτουργοί ορκίσθηκαν πίστη και να το φυλάττουν. Ταυτόχρονα, δε, πρέπει να κηρυχθεί παράνομη η απεργία τους αυτή και όποια άλλη κηρύξουν στο μέλλον είτε με παρόμοια αιτήματα είτε με άλλα αφού είναι αδιάφορο το περιεχόμενο των αιτημάτων έναντι του γενικότερου θέματος που γεννάται από την παντελή έλλειψη και ρητή συνταγματική απαγόρευση τέτοιου δικαιώματος – [πρόβλεψη που σημαίνει αυξημένης πλειοψηφίας βούληση του ελληνικού λαού να απαγορεύει την απεργία στους δικαστές].

14.    Επειδή εν κατακλείδι θεωρώντας  ότι θα πρυτανεύσει η λογική και ότι οι δικαστικοί λειτουργοί θα απόσχουν από περαιτέρω παρόμοιες κινητοποιήσεις, δεν στρέφομαι ατομικά και κατά της Προέδρου της καθής Ένωσης ώστε να βρουν εφαρμογή και οι διατάξεις των άρθρων 946 και 947 ΚΠολΔ για την αναγκαιότητα συμμόρφωσης προς την απόφαση και την εκτελεστότητά της, την οποία θεωρώ αυτονόητη, η παρούσα αγωγή μου, προκειμένου δημοσίων υπαλλήλων των μελών της καθής ΄Ενωσης, αρμόδια και παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 663 επ. Κ.Πολ.Δ. (άρθρο 22 παρ. 4 ν. 1264/1982 όπως ισχύει) και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 23 παρ. 2 εδ. β’ του Συντάγματος, 40 § 5 του Κώδικα οργανισμού δικαστηρίων και κατάστασης δικαστικών λειτουργών (ν. 1756/1988), 43, 68, 70, 125, 907 και 908 Κ.Πολ.Δ., 19, 20, 21, 22 παρ. 2 και 30 του ν. 1264/1982, όπως ισχύει σήμερα, βάσιμη δε προφανώς για τους λόγους που εξέθεσα, κάτι που συμμερίζονται και οι εκπρόσωποι των οργανικά αρμοδίων πειθαρχικών οργάνων τους.


Για τους λόγους αυτούς
Και όσα προσθέσω κατά τη συζήτηση
και αφού προσδιορισθεί κατ΄ εξαίρεση δικάσιμος

Ζ η τ ώ

1.         Να αναγνωριστεί ότι η εξαγγελθείσα από την καθής  ΕΝΩΣΗ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ απεργία με την στο ιστορικό κατά την απόφασή-της της 20.10.2012 από 20.10.2012 έως και 10.11.2012 μορφή των στάσεων εργασίας (ήτοι διακοπής συνεδριάσεων των δικαστηρίων από 10:00 έως 15:00) και εν γένει αποχής των καθηκόντων τους είναι παράνομη,
 
2)         Να απαγορευθεί η πραγματοποίηση της παραπάνω απεργίας καθώς και κάθε άλλης απεργιακής κινητοποίησης της καθής με τα ίδια αιτήματα μέχρι και 31.12.2012, 
 
3)         Να επιβληθεί κατά της καθής χρηματική ποινή 5.000 ευρώ για την περίπτωση παραβίασης κάθε όρου της απόφασης που θα εκδοθεί, ιδίως δε για κάθε ημέρα που τα μέλη της θα απέχουν από τις συνεδριάσεις των δικαστηρίων, 
 
4)         Να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και, 
 
5)         Να καταδικασθεί η καθής στη δικαστική μου δαπάνη, την οποία εκχωρώ στο Ορφανοτροφείο «ΜΕΛΙΣΣΑ» Θεσσαλονίκης. 
____________________
 
 
Παραγγελία  επίδοσης:
Να επιδοθεί αρμοδίως και νομίμως η παρούσα καλουμένης της καθής Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών να παραστεί στη συζήτησή της όταν και όπου αρμοδίως ήθελε ορισθεί ως κατωτέρω.-
________________________
Ο ενάγων δικηγόρος


===================================================
σ.σ.
Το όνομα του συντάκτη της επιστολής και της αγωγής έχουν διαγραφεί από τη σύνταξη του blog, καθώς ακόμα δεν υπάρχει σχετική ανακοίνωση από την ΕΔΕ,  (παρόλο που η επιστολή φέρεται να έχει κοινοποιηθεί σε τρίτα άτομα). Τα στοιχεία είναι στη διάθεσή μας και επιφυλασσόμαστε να τα ανακοινώσουμε στο μέλλον.

Δεν υπάρχουν σχόλια: